Οι διαπιστώσεις αυτές περιλαμβάνονται στην εμπιστευτική έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη βιωσιμότητα του χρέους, η οποία βρίσκεται από χθες στα χέρια των ηγετών της ευρωζώνης, οι οποίοι επιχειρούν να λύσουν το ελληνικό και μαζί το ευρωπαϊκό πρόβλημα χρέους.
Η έκθεση διαπιστώνει επιδείνωση της κατάστασης όσον αφορά την Ελλάδα, με την οικονομία να «προσαρμόζεται» μόνο μέσω της ύφεσης και της μείωσης μισθών, παρά μέσω αύξησης της παραγωγικότητας, χάρη στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Αυτό σημαίνει πως το δημόσιο χρέος θα παραμείνει υψηλό για αρκετά ακόμη χρόνια και για να αντιμετωπιστεί η βιωσιμότητά του, η Επιτροπή προτείνει γενναίο «κούρεμα», με συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα.
Από το 2013, που η χώρα μας θα επέστρεφε στις αγορές με το πρώτο Μνημόνιο, τώρα η επιστροφή αναβάλλεται επ' αόριστον, η συμφωνία της 21ης Ιουλίου κρίνεται -πριν καλά καλά εφαρμοστεί- ανεπαρκής και οι ανάγκες χρηματοδότησης, με βάση το χειρότερο σενάριο, μπορεί να φθάσουν έως και τα 440 δισ. ευρώ.
Για τη βιωσιμότητα του χρέους η έκθεση προτείνει «κούρεμα» 50%-60%. Με «κούρεμα» της τάξης του 50% το χρέος θα παραμείνει λίγο πάνω από το 120% του ΑΕΠ μέχρι τα τέλη του 2020. Γεγονός που, όπως επισημαίνει η έκθεση, δεδομένου του ότι δεν θα υπάρχει πρόσβαση στις αγορές, σημαίνει ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί επιπλέον χρηματοδότηση περί τα 114 δισ. ευρώ. Για περαιτέρω μείωση του χρέους, για παράδειγμα κάτω του 110% του ΑΕΠ το 2020, θα χρειαστεί, μάλιστα, μεγαλύτερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, με «κούρεμα» της τάξης του 60% ή και περισσότερο και επιπλέον χρηματοδότηση με 109 δισ. ευρώ. Με άλλα λόγια, η ελληνική οικονομία θα χρειαστεί πάνω από 200 δισ. ευρώ μέσα στα επόμενα χρόνια, για να πετύχει -όπως η ίδια Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπιστώνει- τη μείωση του χρέους σε επίπεδα που ήδη για άλλες χώρες, όπως η Ιταλία, έχει χτυπήσει συναγερμός. Και αυτό χωρίς να προσμετρηθούν, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η έκθεση, τα κόστη από ενδεχόμενη διάχυση της κρίσης.
Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν είναι παρά ομολογία αποτυχίας της εφαρμοζόμενης πολιτικής. Αλλωστε, πριν καταλήξει η έκθεση για τη βιωσιμότητα του χρέους στην παραδοχή για ανάγκη γενναίου «κουρέματος», επισήμανε την επιδείνωση της κατάστασης στην Ελλάδα μετά την τέταρτη αξιολόγηση, την οποία αποδίδει στην έλλειψη διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την καθυστέρηση εφαρμογής της υποσχεθείσας πολιτικής. Με βάση τη νέα σκληρή πραγματικότητα, η έκθεση προβλέπει για το 2011 ύφεση 5,5% και 3% για το 2012, με την ανάπτυξη να επανέρχεται κατά μέσο όρο στο 1,25% το 2013-14, στο 2,75% το 2015-2020 και στο 1,75% το χρόνο την περίοδο 2021-2030.
Με τέτοιους ρυθμούς ανάπτυξης, το χρέος θα παραμείνει σε πολύ υψηλά επίπεδα και θα αρχίσει να μειώνεται με πολύ αργούς ρυθμούς. Θα φθάσει στο 186% του ΑΕΠ το 2013 και θα μειωθεί μόλις στο 152% του ΑΕΠ στα τέλη του 2020 και στο 130% του ΑΕΠ στα τέλη του 2030 (!). Η Ελλάδα δεν θα επιστρέψει στις αγορές νωρίτερα από το 2021 και οι συσσωρευμένες χρηματοδοτικές της ανάγκες θα φθάσουν περί τα 252 δισ. ευρώ μέχρι το 2020.
Υπάρχει και ένα δεύτερο, χειρότερο σενάριο, που κάνει λόγο για βαθύτερη ύφεση, λόγω της μεγάλης εσωτερικής υποτίμησης, η οποία μπορεί να αυξήσει το χρέος έως και το 208% του ΑΕΠ, παραμένοντας σε υψηλά επίπεδα μέχρι και το 2020 (173% του ΑΕΠ). Με βάση το σενάριο αυτό, η Ελλάδα δεν θα επιστρέψει στις αγορές πριν από το 2027, με τις χρηματοδοτικές της ανάγκες να φθάνουν στα 450 δισ. ευρώ.