Οι δικαιούχοι, οι όροι, οι προϋποθέσεις και το ύψος του επιδόματος αναπηρίας που καταβάλλεται στο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος, καθορίστηκαν με υπουργική απόφαση που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Οι συνδικαλιστικές τους ενώσεις χαιρετίζουν την προσαρμογή των επιδομάτων προς το καλύτερο, ενώ περιμένουν την υιοθέτηση των προτάσεών τους με την τροποποίηση του πλαισίου εφαρμογής της υπουργικής απόφασης και των ζητημάτων που επιλύονται μέσα από αυτή.
Στο δεύτερο τεύχος του ΦΕΚ για το 2018, με τον αριθμό 38, διευκρινίζεται ότι στους αστυνομικούς, συνοριακούς φύλακες και ειδικούς φρουρούς της Ελληνικής Αστυνομίας και στο πυροσβεστικό προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος, που μετατάσσονται στην κατάσταση της πολεμικής ή μονίμου διαθεσιμότητας, ανεξαρτήτως του νόμου υπαγωγής τους, χορηγείται επίδομα αναπηρίας, αναλόγως του ποσοστού αναπηρίας, το οποίο καθορίζεται από την οικεία Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή.
Συγκεκριμένα, για μία ή περισσότερες βλάβες από τραύματα ή παθήσεις εξαιτίας των οποίων έχουν υπαχθεί στις καταστάσεις πολεμικής ή μόνιμης διαθεσιμότητας και υπολογίζεται σε ποσοστό επί του εκάστοτε βασικού μισθού του εισαγωγικού μισθολογικού κλιμακίου του κατεχόμενου βαθμού τους, ως εξής:
Για ποσοστό αναπηρίας άνω του 50% και μέχρι 60%, ποσοστό 40%.
Για ποσοστό αναπηρίας άνω του 60% και μέχρι 70%, ποσοστό 60%.
Για ποσοστό αναπηρίας άνω του 70% και μέχρι 80%, ποσοστό 80%.
Για ποσοστό αναπηρίας άνω του 80% και μέχρι 90%, ποσοστό 120%.
Για ποσοστό αναπηρίας άνω του 90%, ποσοστό 150%.
Στις περιπτώσεις που το ποσοστό αναπηρίας είναι κάτω του 50%, το επίδομα υπολογίζεται βάσει του ποσοστού αυτού, και δεν μπορεί να υπερβεί το 40% επί του εκάστοτε βασικού μισθού του εισαγωγικού μισθολογικού κλιμακίου του κατεχόμενου βαθμού.
Στις περιπτώσεις που στη γνωμάτευση της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής για την ένταξη στις καταστάσεις πολεμικής ή μόνιμης διαθεσιμότητας, δεν προσδιορίζεται ποσοστό αναπηρίας αλλά ποσοστό επιδόματος, σε συνάρτηση με την πάθηση για την οποία έχουν υπαχθεί στις καταστάσεις αυτές, το επίδομα αναπηρίας υπολογίζεται με βάση το ποσοστό αυτό επί του εκάστοτε βασικού μισθού του εισαγωγικού μισθολογικού κλιμακίου του κατεχόμενου βαθμού, χωρίς όμως το ποσοστό αυτό να μπορεί να υπερβεί το 40%.
Στην περίπτωση που στη γνωμάτευση της επιτροπής δεν προσδιορίζεται ούτε ποσοστό αναπηρίας ούτε επιδόματος, καταβάλλεται αναπηρικό επίδομα σε ποσοστό 8% επί του εκάστοτε βασικού μισθού του εισαγωγικού μισθολογικού κλιμακίου του κατεχόμενου βαθμού.