Σουηδικό μοντέλο» (για όσους τάσσονται υπέρ) ή «Ασφαλιστικό Πινοτσέτ»
(για τους επικριτές του). Όπως και να το «βαφτίσει» κανείς, το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο
που αναμένεται να κατατεθεί μέχρι το τέλος του έτους αλλάζει το τοπίο,
με ορισμένους να το θεωρούν σωτηρία για το σύστημα και άλλους να
προεξοφλούν την αποτυχία του.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει μέχρι τώρα γνωστά, το νέο σύστημα θα αφορά στις επικουρικές συντάξεις και όχι τις κύριες, ενώ αυτό θα έχει υποχρεωτική ισχύ για όλους τους νεοεισελθόντες στην αγορά εργασίας, δηλαδή για όλους όσοι θα προσληφθούν για πρώτη φορά μετά την ψήφιση του συγκεκριμένου νόμου.
Παράλληλα οι νέοι μέχρι ηλικίας 35 ετών θα έχουν την δυνατότητα να συμμετάσχουν προαιρετικά, εφόσον δεν έχουν ένσημα για περισσότερα από 5 ή 10 χρόνια, με τον ακριβή αριθμό προϋπηρεσίας να παραμένει πάντως θέμα προς συζήτηση.
Τέλος –και πιθανότατα ανεξάρτητα από την ηλικία ή τα χρόνια ασφάλισης- σε αυτό το νέο σύστημα πρόσβαση θα μπορούν να έχουν και οι επαγγελματικές κατηγορίες που μέχρι σήμερα λόγω του αντικειμένου εργασίας τους δεν είχαν την δυνατότητα για επικουρική ασφάλιση.
Αλλά τι είναι αυτό το νέο μοντέλο που άλλοι αποκαλούν «σουηδικό» και άλλοι «Πινοτσέτ»;
Στην πραγματικότητα είναι ένα σύστημα που με παραλλαγές του συναντά κανείς σε αρκετές χώρες αφού είναι δεδομένο (και δεν περιορίζεται μόνο στην Ελλάδα) ότι τα δημόσια ταμεία στον δυτικό κόσμο αδειάζουν υπό το βάρος των δημογραφικών εξελίξεων. Ειδικά στην Ευρώπη των γηρασμένων πληθυσμών, οι εισφορές του νέου εργατικού δυναμικού δεν αρκούν και οι μελέτες δείχνουν ότι η σύνταξη και φυσικά το ύψος της δεν θα είναι εγγυημένη για αυτούς όταν μετά από χρόνια εγκαταλείψουν τον εργασιακό βίο και μετατραπούν σε συνταξιούχους.
Το βασικό στοιχείο αυτής της
ασφαλιστικής μεταρρύθμισης είναι ότι τα χρήματα τα οποία θα καταβάλλουν
οι ασφαλισμένοι δεν θα χρησιμοποιούνται προκειμένου να καλυφθούν οι
ανάγκες των σημερινών συνταξιούχων, αλλά αποκλειστικά για εκείνον που θα
πληρώνει τις εισφορές. Θα δημιουργείται, δηλαδή, ένα είδος ατομικού
κουμπαρά, με καθαρά προσωπικό χαρακτήρα.
Ποιο είναι το «τρικ» της υπόθεσης; Στην ουσία όλο το… παιχνίδι παίζεται στο επενδυτικό ύφος και τις προσδοκίες του κάθε ασφαλισμένου ο οποίος θα επιλέγει το πρόγραμμα που ο ίδιος επιθυμεί και φυσικά θα αναλαμβάνει και το ανάλογο ρίσκο ανάλογα με αυτό. Σε περίπτωση που δεν θέλει να μετατραπεί σε… επενδυτή τότε αυτόματα το σύστημα θα συνδέει τον «κουμπαρά» του στο χαρτοφυλάκιο με το μικρότερο δυνατό ρίσκο. Ωστόσο αναμένεται –σύμφωνα με τα μοντέλα που ισχύουν στον υπόλοιπο κόσμο- να έχει ο κάθε ασφαλισμένος την δυνατότητα να αλλάζει κατηγορία ανά χρονικά διαστήματα (πιθανότατα μια φορά κάθε τρία χρόνια) και να μεταπηδά μεταξύ των προγραμμάτων χαμηλού, μεσαίου και υψηλού ρίσκου.
Το σχέδιο, το οποίο συζητείται εδώ και αρκετό καιρό (προκαλώντας και αντιδράσεις λόγω της εισαγωγής του από τον πρώην δικτάτορα της Χιλής Πινοτσέτ), επανήλθε στην επικαιρότητα μετά την έκθεση της «Επιτροπής Πισσαρίδη» στην οποία γινόταν λόγος για ραγδαία επιδείνωση των δημογραφικών στοιχείων και γινόταν ισχυρή σύσταση για άμεση και ευρεία εφαρμογή του νέου συστήματος για το ασφαλιστικό.
Οι υποστηρικτές του προτεινόμενου συστήματος θεωρούν ότι θα δώσει την ευκαιρία στο τρέχον να «ανασάνει» και παράλληλα τονίζουν ότι σε βάθος 30ετίας θα έχουν επιτευχθεί αποδόσεις υψηλότερες από αυτές που υφίστανται σήμερα, υπολογίζοντας κάτι ανάμεσα στο 1,2 και στο 1,3% και επιπλέον πιστεύουν ότι με τον ατομικό κουμπαρά θα αποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό η εμπιστοσύνη των ασφαλισμένων, αφού θα νιώθουν ότι θα έχουν οι ίδιοι σημαντικό έλεγχο στο τι γίνεται και στο πού καταλήγουν οι εισφορές τους.
Ωστόσο ακόμη και οι πιο ένθερμοι θιασώτες του παραδέχονται ότι υπάρχει ένα σημαντικό κόστος που συνεπάγεται η μετάβαση από το σημερινό υφιστάμενο σύστημα επικουρικής στο νέο. Ορισμένοι ειδικοί κάνουν λόγο για 35 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ άλλοι ανεβάζουν κατά πολύ αυτό το ποσό θεωρώντας ότι θα αγγίξει τα 60 δις!
Ειδικότερα, ο Ομότιμος Καθηγητή Οικονομικών Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου, Σάββας Ρομπόλης, τονίζει ότι το κόστος μετάβασης μπορεί να φτάσει ακόμη και τα 57 δις. σε ένα χρονικό ορίζοντα 50 ετών. Ένα πολύ μεγάλο ποσό, που σύμφωνα με τα λεγόμενά του έρθει να προστεθεί στο δημόσιο χρέος της Ελλάδας, επιδεινώνοντας ακόμη περισσότερο την πραγματική οικονομία και τα δημοσιονομικά της χώρας, την ίδια ώρα που υπολογίζει ότι ακόμη και στο πιο αισιόδοξο σενάριο, το ύψος της επικουρικής σύνταξης δεν θα ξεπερνά τα 80 ευρώ ανά ασφαλισμένο….
Σε κάθε περίπτωση το νέο σχέδιο νόμου για την υποχρεωτική είσοδο των νέων εργαζομένων στο προταθέν μοντέλο θα τεθεί σε δημόσια διαβούλευση όπου αναμένεται να αποτελέσει αντικείμενο σύγκρουσης μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης που έχουν μεγάλες αποστάσεις στις ιδέες τους για το ασφαλιστικό.