Εργαζόμενοι συνταξιούχοι πληρώνουν ασφαλιστικές εισφορές χωρίς να έχουν κάποιο αντίκρισμα, καθώς δεν εφαρμόζεται εδώ και 2 χρόνια η σχετική διάταξη του νόμου Βρούτση.
Η διάταξη προβλέπει προσαύξηση σύνταξης που για μία πενταετία απασχόλησης μπορεί να φτάσει ακόμα και στα 115 ευρώ τον μήνα.
Ιδού και δύο σχετικά παραδείγματα:
- Συνταξιούχος πριν από το 2016 που είχε ήδη αναλάβει εργασία και συμπληρώνει σήμερα 5 χρόνια ως «εργαζόμενος συνταξιούχος», δικαιούται προσαύξηση σύνταξης με ποσοστό αναπλήρωσης 3,85% (0,77Χ5=3,85). Αν ο μέσος όρος της αμοιβής από την απασχόλησή του ήταν 1.200 ευρώ, τότε θα πάρει προσαύξηση σύνταξης 92,4 ευρώ τον μήνα. Αν είχε συντάξιμες αποδοχές 1.500 ευρώ, τότε η προσαύξηση σύνταξης που δικαιούται για τα 5 έτη απασχόλησης είναι 115,5 ευρώ.
- Συνταξιούχος στα 62 μετά το 2016 που συνέχισε την εργασία και συμπληρώνει σήμερα 8 χρόνια ως «εργαζόμενος συνταξιούχος», με ηλικία 70 ετών, δικαιούται προσαύξηση σύνταξης με ποσοστό αναπλήρωσης 6,16% (0,77Χ8=6,16). Αν είναι αυτοαπασχολούμενος και πλήρωνε κατά μέσο όρο μηνιαία εισφορά 200 ευρώ στον κλάδο σύνταξης, σημαίνει ότι έχει συντάξιμες αποδοχές 1.000 ευρώ και για τα 8 χρόνια της απασχόλησής του θα πάρει προσαύξηση σύνταξης 123 ευρώ τον μήνα. Αν είχε συντάξιμες αποδοχές 800 ευρώ (δηλαδή 160 ευρώ μηνιαία εισφορά), τότε η προσαύξηση σύνταξης που δικαιούται για τα 8 έτη απασχόλησης είναι 98,6 ευρώ.Ασφαλιστικές εισφορές εργαζόμενων συνταξιούχων: Τι προβλέπει ο νόμος Ήδη καταγράφονται διαμαρτυρίες αλλά και δικαστικές προσφυγές σχετικά με την μη αξιοποίηση του χρόνου ασφάλισης χιλιάδων εργαζόμενων συνταξιούχων. Δηλαδή οι παραπάνω δεν εισπράττουν την ανταποδοτικότητα των εισφορών τους, όπως προβλέπει ο ισχύων νόμος. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (Ν. 4670/2020), οι καταβληθείσες εισφορές χρησιμοποιούνται για την προσαύξηση του ανταποδοτικού μέρους της κύριας σύνταξης και της επικουρικής σύνταξης των εργαζόμενων συνταξιούχων. Δηλαδή, ο χρόνος ασφάλισης που πραγματοποιείται από τους απασχολούμενους συνταξιούχους μπορεί να αξιοποιηθεί για καταβολή επιπλέον ποσού στην κύρια και στην επικουρική σύνταξη, τόσο στις περιπτώσεις που γίνεται περικοπή όσο και στις περιπτώσεις που γίνεται αναστολή της σύνταξης. Αναλυτικά, ο απασχολούμενος συνταξιούχος μετά τη διακοπή της αναληφθείσας εργασίας ή αυτοαπασχόλησης δύναται, κατόπιν αιτήσεώς του, να λαμβάνει επιπλέον ποσό στην κύρια και στην επικουρική του σύνταξη ως εξής:
- Για την κύρια σύνταξη χορηγείται ποσό το οποίο προκύπτει με βάση τα ισχύοντα ποσοστά αναπλήρωσης και τις συντάξιμες αποδοχές, φυσικά μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης ως συνταξιούχου
- Για την επικουρική σύνταξη χορηγείται ποσό που προκύπτει με βάση τα ισχύοντα για τον υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης μετά τη συνταξιοδότηση.
- Οι κανόνες της σχετικής εγκυκλίου του υπουργείου Εργασίας είναι ότι οι συνταξιούχοι που δηλώνουν την απασχόλησή τους στον ΕΦΚΑ μετά τη συνταξιοδότησή τους:
α. Έχουν περικοπή κύριας και επικουρικής σύνταξης κατά 30%.β. Όταν διακόψουν την εργασία τους, σταματά και η μείωση 30% και η σύνταξη επανέρχεται στο αρχικό ποσό.γ. Ο χρόνος της απασχόλησής τους αξιοποιείται με προσαύξηση της σύνταξής τους.Η προσαύξηση υπολογίζεται με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης που αντιστοιχούν στον χρόνο της απασχόλησής τους, ξεκινώντας από το ποσοστό που αντιστοιχεί στο πρώτο έτος που είναι 0,77% και τις αποδοχές που έχουν κατά το διάστημα της απασχόλησής τους στις οποίες υπολογίστηκε η κράτηση 20% για τον κλάδο σύνταξης.