Η ανακοίνωση της ΕΚΤ ότι σταματάει να δέχεται τα ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση για την παροχή ρευστότητας προς τις τράπεζες αιφνιδίασε. Και αυτό γιατί έρχεται σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή για τη διαπραγμάτευση της Ελλάδας με τους εταίρους της, με τις πιέσεις, κυρίως από το γερμανικό στρατόπεδο, να αυξάνονται. Από αυτή την άποψη πρόκειται κυρίως για μια «πολιτική» απόφαση και ένα σαφές μήνυμα του Μάριο Ντράγκι στην Αθήνα ότι οι διαπραγματεύσεις πρέπει να γίνουν γρήγορα και σε ευρωπαϊκό πλαίσιο. Όπως αναφέρει η ΕΚΤ στη ανακοίνωση που εξέδωσε, η απόφαση της να μην αποδέχεται κατ΄ εξαίρεση τα ελληνικά ομόλογα ευθυγραμμίζεται με τους υφιστάμενους κανόνες του ευρωσυστήματος, καθώς στην παρούσα φάση δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί μια επιτυχής ολοκλήρωση της τελευταίας αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο του Προγράμματος προσαρμογής.
Με απλά λόγια η κεντρική τράπεζα μας αναφέρει ότι ή πρέπει να ακολουθήσουμε το υπάρχον πρόγραμμα ή να να καταλήξουμε σε μια νέα συμφωνία, αποδεκτή όμως από τους εταίρους μας και γρήγορα… Όπως αναφέρει το Reuters, η κίνηση της ΕΚΤ δείχνει εκτεταμένη δυσαρέσκεια μεταξύ των κρατών – μελών της ευρωζώνης αναφορικά με τα σχέδια της νέας ελληνικής κυβέρνησης.
Ως προ το οικονομικό σκέλος της απόφασης, η ανακοίνωση της ΕΚΤ σημαίνει πως η ρευστότητα προς τις τράπεζες θα διοχετεύεται αποκλειστικά μέσω του Μηχανισμού Έκτακτης Ανάγκης (ELA) της Τραπέζης της Ελλάδος. Δηλαδή η ΕΚΤ αυξάνει τη πίεση στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, άρα και στη κυβέρνηση, αλλά δεν αίρει τη στήριξη της στις ελληνικές τράπεζες.
Τι ίσχυε μέχρι τώρα
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ είχε αποφασίσει να δέχεται κατ΄ εξαίρεση τα ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση στις πράξεις αναχρηματοδότησης παρόλο που αυτά δεν πληρούσαν τα κριτήρια επιλεξιμότητας, μετά την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Σύμφωνα με πληροφορίες ο Μάριο Ντράγκι έχει επισημάνει προς το Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα ότι εάν η Ελλάδα βγει από το πρόγραμμα στήριξης, η ΕΚΤ δεν θα μπορεί να δέχεται ως ενέχυρο τα ελληνικά ομόλογα εφόσον έχουν αξιολόγηση χαμηλότεροι του «ΒΒΒ-».
Οι εγγυήσεις αποτελούν ομόλογα που εκδίδουν οι τράπεζες, τα εγγυάται το Δημόσιο και χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο ως ενέχυρο για άντληση ρευστότητας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή τον ELA. Η έκδοσή τους προβλέπεται από το νόμο Αλογοσκούφη (πυλώνας ΙΙ για ενίσχυση της ρευστότητας) και αποτελεί έκτακτη κρατική βοήθεια.
Μόνο προεκλογικά οι ελληνικές τράπεζες, στο διάστημα μεταξύ 1η με 23 Ιανουαρίου, εξέδωσαν νέα ομόλογα με εγγύηση Δημοσίου ονομαστικής αξίας 12,38 δισ. ευρώ. Το ποσό ανεβαίνει στα 23 δισ. ευρώ, αν συνυπολογισθούν και οι εκδόσεις Δεκεμβρίου. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη προσφυγή σε κρατική βοήθεια τα τελευταία δύο τουλάχιστον χρόνια. Χαρακτηριστικό είναι ότι στις 30/9 οι τέσσερις τράπεζες είχαν ομόλογα με εγγύηση Δημοσίου αξίας 26,9 δισ. ευρώ και στις 23 Ιανουαρίου το ύψος τους έφθασε στα 50,94 δισ. ευρώ. Πρακτικά στο δίμηνο Δεκεμβρίου – Ιανουαρίου σχεδόν διπλασιάστηκε το μέγεθος των εγγυήσεων.
Ακριβότερος ο δανεισμός από τον ELA
Πλέον οι ελληνικές τράπεζες θα δανείζονται αποκλειστικά από τον ELA, τον μηχανισμό έκτακτης ρευστότητας της ΤτΕ. Όμως και τα περίπου 50 δισ. ευρώ που έχουν ήδη δανειστεί από την ΕΚΤ, θα πρέπει να μεταφερθούν στον Έκτακτο Μηχανισμό Ρευστότητας , ανεβάζοντας το κόστος χρήματος από το 0,05% στο 1,55%.
Επίσης ερώτημα παραμένει το κατά πόσο οι τράπεζες θα μπορούν πλέον να αγοράζουν έντοκα γραμμάτια, άρα να δανείζουν το ελληνικό δημόσιο, κάτι που αποτελεί «ανάσα» ρευστότητας για την Ελλάδα στη παρούσα κατάσταση, από τη στιγμή που οι ξένοι επενδυτές έχουν αποφασίσει να απέχουν από τις εκδόσεις γραμματίων λόγω της μεγάλης αβεβαιότητας.
Διευκρινίζεται ότι η απόφαση αυτή δεν έχει άμεση επίπτωση στην κατάσταση των ελληνικών τραπεζών, καθώς αυτές θα καλύπτονται από την Τράπεζα της Ελλάδος στο πλαίσιο των κανόνων του ευρωσυστήματος. Όπως επισημαίνει το Bloomberg, συνολικά η κίνηση της ΕΚΤ θα έχει λογικά πολύ μικρό αντίκτυπο στις ελληνικές τράπεζες -υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα χαθεί εντελώς η εμπιστοσύνη στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα τις επόμενες ημέρες- και θα πρέπει να τη δούμε ως εξής: η ΕΚΤ ασκεί πίεση στην ελληνική κυβέρνηση.
Σύμφωνα με το πρακτορείο, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν στηρίζεται ιδιαίτερα στο ελληνικό δημόσιο χρέος ως ενέχυρο για την εξασφάλιση ρευστότητας. Επιπρόσθετα, το χρέος αυτό υφίσταται «κούρεμα» έως και 40% όταν χρησιμοποιείται από την ΕΚΤ ως εγγύηση.
Το οικονομικό κόστος της απόφασης της ΕΚΤΣύμφωνα με υπολογισμούς του www.analitis.gr το τελικό κόστος για τις τράπεζες από την κίνηση της ΕΚΤ θα είναι 530 εκ σε ετήσια βάση, δηλαδή 44,1 εκ ευρώ το μήνα παραπάνω κόστος απ’ ότι πριν την απόφαση της ΕΚΤ. Αν θεωρήσουμε ότι η χρηματοδότηση από τον ELA θα κρατήσει μέχρι να γίνει μία συμφωνία με την Τρόικα και το αργότερο μέχρι τον Ιούλιο του 2015, τότε μιλάμε για μέγιστο διάστημα πέντε μηνών και μέγιστο συνολικό κόστος για την Ελλάδα 220,5 εκ ευρώ (* αναλυτικά οι υπολογισμοί με σύνδεσμο στον ισολογισμό της Τράπεζας της Ελλάδας στο τέλος του άρθρου).
Αν υπάρξουν και άλλες εκροές καταθέσεων;
Αν υπάρξουν και άλλες εκροές από τις ελληνικές τράπεζες το ποσό αυτό θα αυξηθεί αναλόγως πάντα μέσα στα πλαίσια της παραπάνω λογικής και τελικά ποτέ σε βαθμό που να απειλήσει την Ελλάδα, δεδομένου ότι στο ζενίθ της κρίσης η εξάρτηση των ελληνικών τραπεζών από την ELA είχε ανέλθει μέχρι και στα 124 δις ευρώ, ποσό υπερδιπλάσιο των τρεχουσών χρηματοδοτικών τους αναγκών.
Κόστος στην πραγματική οικονομία
Το κόστος στην πραγματική οικονομία συνδέεται με τη γενικότερη δυσχέρεια των ελληνικών τραπεζών να παράσχουν δάνεια, κατάσταση η οποία επιδεινώθηκε κατά την προεκλογική περίοδο και η οποία παρατείνεται επιδεινούμενη όσο διαρκεί η διαπραγμάτευση της νέας κυβέρνησης με την Τρόικα και εν προκειμένω και από τη συγκεκριμένη απόφαση της ΕΚΤ. Σε γενικές γραμμές μιλούμε για την παράταση μίας ήδη γνωστής και προεξοφλημένης κατάστασης και όχι για κάποια δραματική αλλαγή. Πάντα, ωστόσο, όλα συνδέονται με το ύψος των εκροών από τις τράπεζες και ως γνωστό αν υπάρξει υπερβολή ή και πανικός τότε θα υπάρξει κίνδυνος ελληνικού «αυτοτραμαυτισμού».
Υπάρχει κίνδυνος διακοπής χρηματοδότησης από τον ELA – Νομικά ζητήματα
Όπως γράφτηκε σε προηγούμενη ανάλυση στις αρχές Ιανουαρίου, «αν και η εθνική κεντρική τράπεζα, δηλαδή, εν προκειμένω η Τράπεζα της Ελλάδας έχει μεν την υποχρέωση να ενημερώσει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τις άλλες εθνικές κεντρικές τράπεζες για την πρόθεσή της να παραχωρήσει ELA σε εγχώριες τράπεζες αλλά χωρίς να χρειάζεται την έγκριση τους, σύμφωνα με το άρθρο 14.4 του καταστατικού της ΕΚΤ, εάν μια άλλη κεντρική τράπεζα ή η ΕΚΤ, έχουν ένσταση, τότε το θέμα τίθεται σε ψηφοφορία σε συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, όπου η θέση υπέρ ή κατά του ELA περνά με ειδική πλειοψηφία δύο τρίτων. Σε κάθε περίπτωση η «επανέγκριση» του ELA από την ΕΚΤ γίνεται ανά δύο εβδομάδες σε μία, κατά κανόνα, τυπική διαδικασία.
Επιπλέον, δεδομένου ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε διαπραγμάτευση με τους εταίρους της για μία νέα συμφωνία αλλά και εξαιτίας του πανευρωπαϊκού και διεθνούς ενδιαφέροντος για την εξεύρεση μίας λύσης, η πιθανότητα να προκύψει τέτοιο ζήτημα είτε είναι μηδέν είτε τείνει στο μηδέν και επομένως η υπόθεση εργασίας με πιθανότητες 99,9% είναι πως δεν πρόκειται να υπάρξει τέτοιο θέμα.
Χρονικός περιορισμός του ELA
Όπως γράφτηκε σε προηγούμενη ανάλυση «τα χρονικά περιθώρια που προκύπτουν από το άρθρο 101, κανονισμός 3603/93 της Συνθήκης εγκαθίδρυσης της ΕΕ, το οποίο αποκλείει τη νομισματική χρηματοδότηση, δηλαδή τη χρηματοδότηση κρατικού προϋπολογισμού μέσω της νομισματικής πολιτικής, … μετουσιώνονται στην απόφαση της ΕΚΤ για τη δυνατότητα χρήσης του ELA για διάστημα έως έξι μηνών».
Εφόσον τα χρονικά περιθώρια που έχουν τεθεί για την επίτευξη συμφωνίας τελειώνουν τον Ιούλιο, το διάστημα των έξι μηνών καλύπτει την Ελλάδα.
*Υπολογισμός του κόστους της απόφασης της ΕΚΤ
Λαμβάνοντας υπόψην ότι το συγκεκριμένο ζήτημα αφορά στη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών σε μία κρίσιμη στιγμή για τη χώρα και καθώς γράφονται και ακούγονται σχετικά με αυτό πολλά, ο υπολογισμός του οικονομικού κόστους της απόφασης της ΕΚΤ γίνεται αναλυτικά παρακάτω σε διακριτά βήματα, με την παροχή του σχετικού συνδέσμου από τον ισολογισμό της Τράπεζας της Ελλάδας. ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να ελέγξει μόνος του την ορθότητα του.
Βήματα για τον υπολογισμό του κόστους της απόφασης της ΕΚΤ
- Πηγαίνοντας στον ακόλουθο σύνδεμο θα βρείτε τον Ισολογισμό της Τράπεζας της Ελλάδας.
- Επιλέγοντας την καρτέλα «liabilities»(υποχρεώσεις) θα διαπιστώσετε ότι το Δεκέμβριο του 2014 οι ελληνικές τράπεζες χρωστούσαν στο ευρωσύστημα 56 δις ευρώ.
- Επιλέγοντας την καρτέλα «assets» (περιουσιακά στοιχεία) θα δείτε ότι κατέχουν ελληνικούς κρατικούς τίτλους ύψους 12 δις ευρώ, από τα οποία 7,4 δις ευρώ είναι έντοκοι τίτλοι του δημοσίου
- Για να διαπιστώσετε πόσα από αυτά χρησιμοποιούνται ως εγγυήσεις για την άντληση ρευστότητας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα υπολογίστε ότι η ΕΚΤ έχει ήδη όριο στους έντοκους τίτλους του δημοσίου που δέχεται τα 3,5 δις ευρώ και επομένως οι συνολικές εγγυήσεις των τραπεζών είναι 12 –(7,4 – 3,5) = 8,1 δις ευρώ, τα οποία γίνονται δεκτά με κούρεμα 40% και αντιστοιχούν σε ρευστότητα ύψους 3,24 δις ευρώ.
- Στο παραπάνω ποσό προσθέστε τα ομόλογα ύψους 25 δις ευρώ που έχουν οι ελληνικές τράπεζες στους ισολογισμούς τους και τα οποία εξέδωσαν οι ίδιες και τα εγγυήθηκε το ελληνικό δημόσιο (Pillar II και Pillar III) και τα οποία γίνονται επίσης δεκτά με 40% κούρεμα, οπότε συνολικά οι τράπεζες αντλούν μέσω της χρήσης εγγυήσεων συνδεδεμένων με το ελ ληνικό δημόσιο: 25Χ40% + 3,24 = 13,24 δις.
- Στο παραπάνω ποσό προσθέστε τη ρευστότητα που άντλησαν, ήδη, τις τελευταίες ημέρες οι ελληνικές τράπεζες από τον ELA και τις εκροές καταθέσεων Δεκεμβρίου και Ιανουαρίου και των πρώτων ημερών του Φεβρουαρίου, δηλαδή σύνολο 21 δις ευρώ και το τελικό, επιπλέον, ποσό ρευστότητας που θα χρειαστούν οι ελληνικές τράπεζες από τον ELA διαμορφώνεται στα 34,24 δις ευρώ
- Πατώντας εδώ θα βρείτε έναν υπολογιστή επιτοκίου και λαμβάνοντας υπόψη ότι το κόστος χρηματοδότησης από τον ELA είναι 1,55% ενώ από την ΕΚΤ 0,05% θα διαπιστώσετε πως το τελικό κόστος για τις τράπεζες από την κίνηση της ΕΚΤ θα είναι 530 εκ σε ετήσια βάση, δηλαδή, περίπου, 44,1 εκ ευρώ το μήνα παραπάνω κόστος απ’ ότι πριν την απόφαση της ΕΚΤ.
- Αν θεωρήσουμε ότι η χρηματοδότηση από τον ELA θα κρατήσει μέχρι να γίνει μία συμφωνία με την Τρόικα και το αργότερο μέχρι τον Ιούλιο του 2015, τότε μιλάμε για μέγιστο διάστημα πέντε μηνών και μέγιστο συνολικό κόστος για την Ελλάδα 220,5 εκ ευρώ.