Και αυτό γιατί, σύμφωνα με την απόφαση του Αρείου Πάγου, η συγκεκριμένη εργαζόμενη στην πραγματικότητα παρείχε υπηρεσίες με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, αλλά πληρωνόταν ως συμβασιούχος.
Η πρόσληψή της ως καθαρίστρια έγινε τον Δεκέμβριο του 2000 με ιδιωτικό συμφωνητικό σύμβασης έργου μερικής απασχόλησης. Μέχρι τον Ιούλιο του 2005, η σύμβασή της ανανεώθηκε διαδοχικά 23 φορές. Μετά όμως το διάταγμα Παυλόπουλου, το 2004, οι υπεύθυνοι της αναγνώρισαν ότι στην πραγματικότητα κάλυπτε πάγιες και διαρκείς ανάγκες, έστω και αν οι συμβάσεις που είχε υπογράψει ήταν έργου, που ανανεώθηκαν αλλεπάλληλα. Έτσι, μονιμοποιήθηκε, αλλά δεν έλαβε τις νόμιμες αποδοχέ, καθώς το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν ενέκρινε τα σχετικά εντάλματα.
Η εργαζόμενη προσέφυγε στη Δικαιοσύνη και δικαιώθηκε από το Εφετείο Αιγαίου. Η υπόθεση έφτασε και στον Άρειο Πάγο, ο οποίος απεφάνθη ότι είναι ορθή η εφετειακή απόφαση, που την δικαίωσε.
Ερμηνεύοντας το Ν 3320/2005, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι οι συμβασιούχοι που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες και μονιμοποιήθηκαν με το Προεδρικό Διάταγμα Παυλοπουλου θεωρούνται για όλο το διάστημα της εργασίας τους ως εργαζόμενοι αορίστου χρόνου και για το λόγο αυτό μπορούν να διεκδικούν αναδρομικά.
Έτσι, με την υπ. αριθμ. 1040/2011 απόφασή του έκρινε ότι στη συγκεκριμένη εργαζόμενη θα πρέπει να καταβληθεί αναδρομικά το συνολικό ποσό των 15.368 ευρώ για το χρονικό διάστημα από το 2003 μέχρι το 2005. Πρόκειται για το διάστημα που η εργαζόμενη είχε ξεκινήσει το δικαστικό αγώνα, καταθέτοντας σχετική αγωγή.