Ο τρόπος υπολογισμού του εφάπαξ, καθώς πλέον θα υπολογίζεται με νέο
μαθηματικό τύπο, σε όλα τα ταμεία πρόνοιας, με τις αλλαγές να αγγίζουν
κατά κύριο λόγο τους δημοσίους υπαλλήλους. Από τις αλλαγές εξαιρούνται όσοι είχαν καταθέσει τα χαρτιά τους έως τις 31 Αυγούστου 2013, των οποίων το εφάπαξ υπολογιστηκε με το παλαιό σύστημα και χωρίς νέα μείωση.
Αναλυτικά στην απόφαση του υπουργού Εργασίας Γιάννη Βρούτση προβλέπονται τα εξής:
1.
Δημιουργούνται «ατομικές μερίδες» στις
οποίες τηρούνται οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται για κάθε
ασφαλισμένο στους φορείς – τομείς πρόνοιας. Τα ταμεία πρόνοιας
λειτουργούν πλέον με βάση το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων
εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση (άρθρο 1).
2. Καθιερώνεται νέος μαθηματικός τύπος
για τον υπολογισμό του βοηθήματος. Για χρόνο ασφάλισης από την 1η
Ιανουαρίου 2014 και εφεξής το ποσό του εφάπαξ ισούται με τη συσσωρευμένη
αξία των εισφορών κατά την ημερομηνία αποχώρησης. Για τη συσσώρευση των
εισφορών γίνεται χρήση πλασματικού ποσοστού επιστροφής, το οποίο
ορίζεται ως η ετήσια μεταβολή της βάσης υπολογισμού των εισφορών για το
σύνολο των ασφαλισμένων.
Συγκεκριμένα, λαμβάνονται υπόψη οι
συνολικές ετήσιες εισφορές, τα έτη συσσώρευσης εισφορών, η ετήσια
μεταβολή της βάσης υπολογισμού των εισφορών, το έτος έκδοσης της
συνταξιοδοτικής πράξης του κύριου φορέα αλλά και ο συντελεστής
βιωσιμότητας του ταμείου.
Για τον συντελεστή βιωσιμότητας λαμβάνονται υπόψη:
- Οι συνολικές εισφορές εργαζομένων ή/ και εργοδότη.
- Η ειδική τακτική εισφορά όπου υπάρχει.
- Τα διοικητικά έξοδα (τα οποία δεν μπορούν να υπερβαίνουν το 2,5% των ασφαλιστικών εισφορών του έτους).
-
Η περιουσία, η οποία έχει διαμορφωθεί στις 31 Δεκεμβρίου πριν από την
καταβολή των συνολικών παροχών (χωρίς να ληφθούν υπόψη οι συνολικές
εισφορές εργαζομένων ή και εργοδότη, η ειδική τακτική εισφορά και τα
διοικητικά έξοδα).
- Οι συνολικές παροχές χωρίς την εφαρμογή του συντελεστή βιωσιμότητας.
-
Η παρούσα αξία των συνολικών υποχρεώσεων με βάση τα δεδουλευμένα
δικαιώματα των ασφαλισμένων (με τους κανόνες του νέου συστήματος
καθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση).
- Το οικονομικό έτος για το οποίο υπολογίζεται ο συντελεστής βιωσιμότητας.
3.
Η απόσβεση ληξιπρόθεσμων οφειλών θα γίνει με ορίζοντα 15ετίας (άρθρο
3). Με τον τρόπο αυτόν αποφεύγονται δραματικές μειώσεις στο
καταβαλλόμενο βοήθημα στο ταμείο πρόνοιας δημοσίων υπαλλήλων, όπου
εκκρεμούν ληξιπρόθεσμες οφειλές 759 εκατ. ευρώ.
Σε περίπτωση κατά
την οποία φορέας – τομέας πρόνοιας, προκειμένου να καταβάλει εφάπαξ,
έχει συνάψει δάνειο και δεν το έχει εξοφλήσει έως 31 Δεκεμβρίου 2013, το
ετήσιο
ποσό που καταβάλλεται από την 1η Ιανουαρίου 2014 για την εξυπηρέτηση
του δανείου επιβαρύνει τον ετήσιο συντελεστή βιωσιμότητας». Σημειώνεται
πως με τα τακτικά έσοδα κάθε έτους εξοφλούνται πρώτα οι υφιστάμενες οφειλόμενες υποχρεώσεις του προηγούμενου έτους.
Οποιοδήποτε
έκτακτο ή άλλο έσοδο κάθε τρέχοντος έτους χρησιμοποιείται για να
μειώνει απευθείας τις οφειλόμενες υποχρεώσεις που υφίστανται στο τέλος
του προηγούμενου έτους. Εφόσον σε τομέα πρόνοιας υφίσταται διαθέσιμη
ρευστότητα κατά την 31η Δεκεμβρίου 2013, η οποία δεν επαρκεί για την
εξυπηρέτηση των οφειλόμενων υποχρεώσεων, αυτή μειώνει απευθείας τις
προαναφερθείσες οφειλόμενες υποχρεώσεις και χρησιμοποιείται για την
εξυπηρέτηση αυτών.
4. Σε όσες περιπτώσεις προβλέπεται επιστροφή
εισφορών τα ποσά καταβάλλονται στον δικαιούχο κατά την έκδοση της
πράξης συνταξιοδότησης του φορέα κύριας ασφάλισης. Για επιστροφή
εισφορών χρόνου ασφάλισης έως 31 Δεκεμβρίου 2013 η παροχή προκύπτει
σύμφωνα με τις διατάξεις των οικείων καταστατικών και τη γενικότερη
νομοθεσία που ισχύουν μέχρι την ημερομηνία αυτή.
Για επιστροφή
εισφορών χρονικών διαστημάτων από 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά το ύψος
του ποσού της παροχής προκύπτει από τη συσσωρευμένη αξία των εισφορών
στην ατομική μερίδα (άρθρο 4).
Το
κλειδί στο νέο τύπο υπολογισμού του εφάπαξ είναι ο συντελεστής
βιωσιμότητας του Ταμείου, που θα είναι διαφορετικός κάθε χρόνο, καθώς
εξαρτάται από τις εξής παραμέτρους:
α) Τις συνολικές εισφορές των ασφαλισμένων
β) Τα διοικητικά έξοδα του έτους προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι υποχρεώσεις του φορέα προς τους ασφαλισμένους
γ) Την ειδική τακτική εισφορά του έτους ,όπου υπάρχει.
δ)
Την περιουσία του Ταμείου (έσοδα επενδύσεων ,έκτακτα έσοδα κ.ά), όπως
θα έχει διαμορφωθεί την 31/12 του προηγούμενου έτους χωρίς να ληφθούν
υπόψη οι συνολικές εισφορές εργαζομένων, τα διοικητικά έξοδα και η
τακτική ειδική εισφορά.
ε) Τα εφάπαξ που οφείλονται σε όσους έχουν αποχωρήσει και δεν έχουν λάβει το βοήθημα.
στ) Το οικονομικό έτος για το οποίο υπολογίζεται ο συντελεστής βιωσιμότητας
Δημιουργούνται
από 1-1-2014 ατομικές μερίδες στις οποίες τηρούνται οι ασφαλιστικές
εισφορές που καταβάλλονται από τον ασφαλισμένο
Ο
νέος τρόπος υπολογισμού του εφάπαξ δεν εξασφαλίζει ποτέ σταθερό εφάπαξ,
αφού τα ανωτέρω δεδομένα θα αλλάζουν κάθε χρόνο και θα βγάζουν
διαφορετικά ποσά εφάπαξ.
Όσοι αποχώρησαν της υπηρεσίας μέχρι 31-8-2013
θα πάρουν το εφάπαξ χωρίς καμία νέα περικοπή εκτός από αυτές που
ορίζουν οι Ν.4024/2011 και 4093/2012 . Δηλ. θα γίνει πρώτα μείωση 20%
στο δικαιούμενο εφάπαξ και στη συνέχεια στο ποσό που θα προκύψει μείωση
22,67% (Μ.Ο 38,14%). Τα εφάπαξ που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία είναι
25.470 περίπου και η εξόφληση θα γίνει κατά τον Υπουργό Εργασίας μέχρι
το τέλος του 2014.
Κριτήριο για το χρόνο λήψης του εφάπαξ
δεν είναι η ημερομηνία έκδοσης της συνταξιοδοτικής πράξης, όπως γινόταν
μέχρι τώρα ούτε η ημερομηνία υποβολής του αιτήματος αλλά η ημερομηνία της αποχώρησης από την υπηρεσία, η ημερομηνία δηλ. της λύσης της υπαλληλικής σχέσης με το Δημόσιο.
Όσοι έχουν αποχωρήσει από 1-9-2013 μέχρι 31-12-2013
(στην κατηγορία αυτή υπολογίζονται 18.300 συνταξιούχοι) θα έχουν πέραν
της μείωσης της προηγούμενης κατηγορίας και νέα μείωση γιατί το ποσό που
θα λάβουν θα υπολογιστεί με το συντελεστή βιωσιμότητας του 2014.
Όσοι αποχωρούν από 1-1-2014 και μετά
θα πάρουν την αναλογία του εφάπαξ για τα χρόνια ασφάλισης μέχρι το
τέλος του 2013 και την αναλογία από το εφάπαξ που αντιστοιχεί σε χρόνο
ασφάλισης από το 2014 και μετά. Το εφάπαξ που αναλογεί για τα χρόνια
ασφάλισης ως το τέλος του 2013 θα υπολογιστεί με το συντελεστή
βιωσιμότητας τη χρονιά που αποχωρεί ο υπάλληλος και δεν θα είναι η
αναλογία του παλιού εφάπαξ, πράγμα που σημαίνει ότι θα κατέβει το ποσό
παρακάτω, αφού δεν αναμένεται θετικός συντελεστής βιωσιμότητας τα
προσεχή χρόνια, καθώς θα επιβαρύνεται με τις υποχρεώσεις των παλιών
εφάπαξ για μια 15ετία . Υπάλληλος Π.Ε κατηγορίας που αποχώρησε της
υπηρεσίας μέχρι 31-8-2013 με 35 έτη ασφάλισης στο Ταμείο θα έπρεπε να
λάβει εφάπαξ 64680 €. Με τις ισχύουσες μειώσεις θα λάβει 40.000 €
περίπου. Αν αποχώρησε από 1-9-2013 μέχρι 31-12-2013 με μια επιπλέον
μείωση κατ’ εκτίμηση της τάξης του 12%-13% (δεν γνωρίζουμε πόση ακριβώς
θα είναι η μείωση) θα λάβει 35.000 € περίπου.
Με τις συνεχείς μειώσεις του εφάπαξ τα τελευταία χρόνια χάνεται ο ανταποδοτικός χαρακτήρας του, που
είναι οι εισφορές του ασφαλισμένου κατά τη διάρκεια του εργασιακού του
βίου να αξιοποιούνται από τα Ταμείο και να επιστρέφεται το ποσό αυτό με
τη συνταξιοδότηση τουλάχιστον προσαυξημένο με τον τόκο της Τράπεζας
Ελλάδος. Σήμερα οδηγούμαστε σε μια άτοκη επιστροφή των εισφορών και οι μόνοι που δεν έχουν ευθύνη γι αυτό είναι οι ασφαλισμένοι .
Σύμφωνα το Υπουργείο Εργασίας :
Η ενσωμάτωση του νέου μαθηματικού τύπου και του συντελεστή βιωσιμότητας
για την παροχή των εφάπαξ έχει πολλαπλές ωφέλειες στα ταμεία και τους
δικαιούχους.
· Διασφαλίζεται, πλέον, ότι δεν θα ξαναγεννηθούν ελλείμματα στα δύο
κύρια ταμεία παροχής εφάπαξ, το Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων
(ΤΠΔΥ) και το Ταμείο Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα (ΤΑΠΙΤ).
· Μπαίνει τέλος στο απαράδεκτο φαινόμενο να καταστρατηγούνται βασικές
αρχές της παροχής εφάπαξ και να δίνονται εφάπαξ 50%, 60% και 70% πάνω
από το σύνολο των εισφορών.
· Δημιουργείται ψηφιακή ατομική μερίδα του κάθε ασφαλισμένου στην οποία
θα αποτυπώνονται οι εισφορές για την εφάπαξ παροχή που θα λαμβάνει στο
τέλος του εργασιακού του βίου.
· Η εφαρμογή του νέου μαθηματικού τύπου αποτελεί την εγγύηση ότι και οι
σημερινές γενιές εργαζόμενων θα πάρουν εφάπαξ παροχή στο μέλλον.
· Το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας στηρίζεται εφεξής σε ακόμα πιο
στέρεες βάσεις καθώς εξυγιαίνονται πλήρως τα δύο βασικά ταμεία παροχής
εφάπαξ στη χώρα.
· Η προσαρμογή που γίνεται στα νέα εφάπαξ του Δημοσίου είναι η πιο ήπια
δυνατή καθώς για τον υπολογισμό τους «απλώνονται» οι απλήρωτες
υποχρεώσεις του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων εκατοντάδων
εκατομμυρίων ευρώ σε βάθος 15ετίας.
· Αποφεύγονται δραματικές και κατακόρυφες προσαρμογές στα παρεχόμενα
εφάπαξ που θα έφταναν, αν δεν εφαρμοζόταν ο νέος μαθηματικός τύπος,
ακόμα και σε ποσοστό 80% και 90%.
· Στον ιδιωτικό τομέα οι προσαρμογές στα εφάπαξ θα είναι ανεπαίσθητες.
· Οι καταβολές των εφάπαξ, εφεξής, θα προέρχονται μόνο από παρακράτηση
ασφαλιστικών εισφορών, από τους ίδιους πόρους των ταμείων και όχι από
δάνεια ή χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Μονόδρομος η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος και στις κύριες συντάξεις
Ο συνδυασμός υψηλών αναλογιστικών και ταμειακών ελλειμμάτων και η
απαξίωση του μεγαλύτερου μέρους από το αποθεματικό των 23 δισ. ευρώ που
είχε προ κρίσης, έχουν μετατρέψει το συνταξιοδοτικό σύστημα σε μια
διαρκή ωρολογιακή βόμβα, την οποία ουδείς εκ των πολιτικών δεν φαίνεται
διατεθειμένος να αγγίξει. Ηδη τα ταμεία συντάξεων, εξαιρουμένων του ΝΑΤ
και του ΟΓΑ, έχουν συρρικνωμένη περιουσία που δεν υπερβαίνει το ποσό των
4,5 δισ. ευρώ. Αυτό το αποθεματικό δεν φτάνει να χρηματοδοτήσει
συντάξεις μετά το 2016, οπότε και αρχίζει να εκδηλώνεται το μεγάλο
πρόβλημα.
Γιατί; Διότι από τη μία πλευρά η χρηματοδότηση από τα δημόσια ταμεία και
τη γενική φορολογία θα έχει μειωθεί στο ετήσιο ποσό των 8,6 δισ. ευρώ
(από τα 21 δισ. που ήταν το 2011 και τα 15 δισ. το το 2012) και από την
άλλη η ταυτόχρονη μείωση των εισροών (απασχολουμένων) με την υπέρμετρη
αύξηση των συνταξιούχων (600.000 μέσα στην τελευταία εξαετία) θα οδηγούν
σε αυξανόμενες πρόσθετες χρηματοδοτικές ανάγκες. Το έτος 2016 θα
απαιτηθούν πρόσθετοι πόροι ύψους 900 εκατ. ευρώ. Το 2017 θα απαιτηθούν
τουλάχιστον 1,88 δισ. ευρώ, περισσότερα από την πρόβλεψη του
προϋπολογισμού. Το 2018 το ποσό ανέρχεται σε 2,15 δισ., το 2019
αυξάνεται σε 2,40 δισ. ενώ σύμφωνα με τις ίδιες προβλέψεις το 2010 θα
απαιτηθούν τουλάχιστον 2,67 δισ. ευρώ.
Αυτό είναι το... αισιόδοξο σενάριο στο οποίο έχει θεωρηθεί ως δεδομένο
ότι η εισπραξιμότητα των εισφορών θα είναι 100% (σήμερα στον ΟΑΕΕ ίσα
που προσεγγίζει το 50%) και προβλέπει ότι δεν θα υπάρξει κάποια
απρόβλεπτη αύξηση στο σκέλος των δαπανών.
Ακόμη και αν επέλεγε κάποιος να αντικαταστήσει όλο το δημόσιο σύστημα με
τις ιδιωτικές συντάξεις για να κάνει μια νέα εκκίνηση, όπως έγινε πριν
από δεκαετίες στη Χιλή, θα έπρεπε να γνωρίζει ότι με βάση τα σημερινά
δεδομένα και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας θα όφειλε να έχει
διασφαλίσει ένα απόθεμα 540 δισ. για να καταβληθούν όλες οι συντάξεις
έως το έτος 2050. Σε διαφορετική περίπτωση το κράτος θα ήταν αναγκασμένο
–όπως έγινε μετά την κατάρρευση του συστήματος στη Χιλή– να
χρηματοδοτήσει τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες από τη γενική
φορολογία για να μη χρεοκοπήσουν.
Αυτό το ποσό των 540 δισ. ευρώ προβλέπεται ότι θα είναι το αναλογιστικό
έλλειμμα εάν υποτεθεί ότι όλοι οι σημερινοί δικαιούχοι πρέπει να
λαμβάνουν σύνταξη μέχρι το τέλος της ζωής τους. Αρκεί να αναλογιστούμε
ότι τα τελευταία έξι χρόνια συνταξιοδοτήθηκαν περίπου 600.000
ασφαλισμένοι όταν οι ετήσιες εκροές από την εργασία αλλά και οι εισροές
στην αγορά εργασίας ισορροπούσαν στα 40.000 άτομα.
Οι προβλέψεις αυτές αναμένεται να επιβεβαιωθούν και επισήμως με την
κεντρική αναλογιστική μελέτη, που σύμφωνα με το αναθεωρημένο Μνημόνιο
ήδη θα έπρεπε να καταρτίζεται για να εισαχθεί ο νέος ασφαλιστικός νόμος
στη Βουλή έως τα τέλη του φθινοπώρου.
Η κατάσταση των Ταμείων δείχνει ότι το συνταξιοδοτικό χρέος (με τη μορφή
του αναλογιστικού ελλείμματος) είναι στενά συνδεδεμένο με το δημόσιο
και το ιδιωτικό χρέος και θέτει χρηματοοικονομικά όρια ακόμη και σε
πιθανές μεταβάσεις προς το ιδιωτικό σύστημα ασφάλισης. Γι’ αυτό τον
λόγο, στο τελευταίο αναθεωρημένο Μνημόνιο του ΔΝΤ οι όροι βιωσιμότητας
του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης εκτίθενται σε συνάρτηση με τη
βιωσιμότητα εξυπηρέτησης των δημοσιονομικών στόχων και του χρέους.
Το πρόβλημα δεν αφορά το μέλλον των συντάξεων. Αν δεν βρεθεί σταθερή
λύση, το αναλογικό τμήμα των συντάξεων που θα απομείνει μετά τη σταθερή
συνεισφορά του κράτους (360 ευρώ) θα υπόκειται από την 1.1.2015 σε
διαδοχικές μειώσεις, με αναπόφευκτη την όλο και μεγαλύτερη συρρίκνωσή
τους. Αυτό που αποκρύπτεται από την κυβερνητική επικοινωνία καταγράφεται
πολύ καθαρά στην τελευταία έκθεση αξιολόγησης του ΔΝΤ για την πορεία
του προγράμματος προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας. Ολες οι
υποδείξεις για την εφαρμογή νομοθεσίας η οποία θα πρέπει να εφαρμοστεί
από την 1.1.2015 οδηγεί στο συμπέρασμα πως και στο τμήμα των κύριων
συντάξεων θα πρέπει να εφαρμόζεται η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος (και
όχι μόνο των επικουρικών, όπως ισχύει από την 1.7.2014 και τα εφάπαξ).
Δηλαδή, εκτός από το κομμάτι της κρατικής συνεισφοράς, που θα
αντιστοιχεί στα 360 ευρώ, το υπόλοιπο αναλογικό τμήμα της σύνταξης
πρέπει να αντιστοιχεί στο ύψος των εισφορών που έχουν καταβληθεί σε όλο
τον ασφαλιστικό βίο.
Από την 1η Ιανουαρίου 2015 πάντως, επεκτείνεται η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος
και όλα τα επικουρικά ταμεία και τα ταμεία εφάπαξ θα προσαρμόζουν τις
παροχές προς τους ασφαλισμένους τους στα έσοδα του Ταμείου.Οι επικουρικέςήδη μειωθηκαν από τον Ιούλιο με την καθιέρωση ατομικών
μερίδων ασφάλισης και της ρήτρας «μηδενικού ελλείμματος» στα Ταμεία.
Στη συνέχεια, θα ακολουθήσουν περικοπές στις παροχές
μετοχικών ταμείων και φορέων πρόνοιας, ενώ από το φθινόπωρο θα
πραγματοποιηθούν αναλογιστικές μελέτες και θα θεσμοθετηθούν όσα μέτρα
κριθούν αναγκαία ώστε να ισχύσουν το 2015.
Οι αλλαγές αναμένεται να ολοκληρωθούν το φθινόπωρο και
προβλέπουν την ένταξη όλων των ασφαλισμένων στο ΙΚΑ, στον ΟΑΕΕ και στον
ΟΓΑ.
Στο ΙΚΑ θα ενταχθούν όλοι όσοι απασχολούνται με σχέση
μισθωτής εργασίας σε δημόσιο, ευρύτερο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, στον
ΟΑΕΕ οι ελεύθεροι επαγγελματίες και στον ΟΓΑ οι αγρότες. Την αυτονομία
του θα διατηρήσει μόνο το ΝΑΤ.
H λεγόμενη «ρήτρα μηδενικού ελλείμματος κρύβει και νέες μειώσεις
(πέραν του 5,2% από 1/7/2014), καθώς κάθε τρίμηνο το ύψος των συντάξεων
που αποδίδονται θα επανεξετάζεται με βάση αυτή τη ρήτρα.
Σύμφωνα
με το Βήμα, αποκαλύπτεται ότι κατά τη διάρκεια υπολογισμού της
πρόσφατης μείωσης στο ΕΤΕΑ και ενώ στις προθέσεις της ηγεσίας του
υπουργείου Εργασίας ήταν η μείωση να κυμαίνεται μεταξύ 5% και 8%, ο
συντελεστής βιωσιμότητας του Ταμείου υπολογίσθηκε με βάση τα έσοδα του
ΕΤΕΑ το πρώτο τετράμηνο του 2014.
Εάν λαμβάνονταν υπόψη για τον
καθορισμό του κρίσιμου συντελεστή τα έσοδα του Ταμείου το 2013, τότε η
μείωση θα έπρεπε να είναι σχεδόν τριπλάσια, φθάνοντας το 15%.
Σημειώνεται ότι με τον ίδιο τρόπο οι μειώσεις θα εφαρμοστούν και στα
υπόλοιπα επικουρικά ταμεία που δεν υπάγονται στο ΕΤΕΑ από την 1/1/2015.
Να σημειωθεί ότι για το 2014 το ΕΤΕΑ αναμένεται να εμφανίσει έλλειμμα
της τάξης των 170 εκατ. ευρώ. Με τη μείωση ύψους 5,2% στις συντάξεις θα
εξοικονομηθούν περί τα 70 εκατ. ευρώ (11 εκατ. ευρώ τον μήνα), ποσό που
δεν μηδενίζει το έλλειμμα και οδηγεί σε νέες περικοπές
Eπίσης και σύμφωνα με το ν. 4224/14 στο άρθρο 18 παράγραφος 2 του οποίου περιλαμβάνονται ρυθμίσεις, οι οποίες προβλέπουν, κατά περίπτωση, τα ακόλουθα: : Η διάταξη της περίπτωσης Β της παραγράφου 2 ορίζει ότι, από 1-1-2014,
οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται για κάθε ασφαλισμένο στους
φορείς - τομείς πρόνοιας τηρούνται σε ατομικές μερίδες. Επισημαίνεται
ότι, δικαιολογητικός λόγος των ρυθμίσεων των περιπτώσεων Α και Β είναι
το γεγονός ότι στο πλαίσιο εφαρμογής του ν. 4093/2012
(Α' 222), οι φορείς - τομείς πρόνοιας από 1-1-2014 υποχρεούνται να
εφαρμόζουν νέο τρόπο υπολογισμού των εφάπαξ παροχών με νέο μαθηματικό
τύπο, προκειμένου αφενός να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα των φορέων
πρόνοιας χωρίς νέα ελλείμματα και αφετέρου να εξασφαλισθεί η απρόσκοπτη
καταβολή των εφάπαξ παροχών στους δικαιούχους. Προς τούτο είναι
απαραίτητο, από 1-1-2014, οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται για
κάθε ασφαλισμένο στους εν λόγω φορείς να τηρούνται σε ατομικές μερίδες.
Η
Διοίκηση του κάθε φορέα πρόνοιας θα πρέπει άμεσα να μεριμνήσει και να
λάβει όλα τα αναγκαία και ενδεικνυόμενα μέτρα για την τήρηση των
ατομικών μερίδων των ασφαλισμένων τους.
Η διάταξη της
περίπτωσης Γ της παραγράφου 2 προσδιορίζει ότι το ποσό της εφάπαξ
παροχής, που χορηγείται σε δικαιούχους από 1.1.2014 και εφεξής,
υπολογίζεται:
α) για τους ασφαλισμένους σε φορείς - τομείς
πρόνοιας που αποχώρησαν από την υπηρεσία ή την εργασία ή το επάγγελμά
τους μέχρι 31-8-2013, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των οικείων
καταστατικών και τη γενικότερη νομοθεσία και
β) για ασφαλισμένους
που αποχώρησαν ή αποχωρούν από την υπηρεσία τους ή την εργασία τους ή
το επάγγελμά τους από 1-9-2013 και μετά, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην
υπουργική απόφαση Φ.80000/1093/26/10.2.2014 (Β' 313, ΑΔΑ: ΒΙΕ4Λ-ΖΤ5) που
εκδόθηκε κατ'εξουσιοδότηση του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης 7 της υποπαραγράφου ΙΑ. 5 της παραγράφου ΙΑ του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012 (Α' 222), όπως εκάστοτε ισχύει.
Επισημαίνεται
ότι, με τη διάταξη αυτή εξασφαλίζεται η χορήγηση του εφάπαξ βοηθήματος
με το παλαιό σύστημα υπολογισμού στους ασφαλισμένους που αποχώρησαν από
την υπηρεσία ή την εργασία ή το επάγγελμά τους μέχρι 31-8-2013, αφού στα
πρόσωπα αυτά η εφάπαξ παροχή τους θα υπολογίζεται σύμφωνα με τις
ισχύουσες διατάξεις των οικείων καταστατικών και τη γενικότερη
νομοθεσία.
Ενώ, για τους ασφαλισμένους που αποχώρησαν ή αποχωρούν
από την υπηρεσία τους ή την εργασία τους ή το επάγγελμά τους από
1-9-2013 και μετά, το ποσό της εφάπαξ παροχής υπολογίζεται σύμφωνα με τα
οριζόμενα κατά περίπτωση αναλυτικά στην προαναφερόμενη υπουργική και
συγκεκριμένα με τους μαθηματικούς τύπους που περιλαμβάνονται:
• στην πάγια διάταξη που αφορά τους ασφαλισμένους που έχουν πραγματοποιήσει χρόνο ασφάλισης από 1-1-2014 και εφεζής
•
στην μεταβατική διάταξη που αφορά τους ασφαλισμένους που έχουν
πραγματοποιήσει χρόνο ασφάλισης πριν ή πριν και μετά την 1.1.2014
• στην ειδική ρύθμιση για φορείς - τομείς πρόνοιας με οφειλόμενες υποχρεώσεις.
Η διάταξη της περίπτωσης Δ της παραγράφου 2 ορίζει ότι, όπου στην
κείμενη ισχύουσα νομοθεσία προβλέπεται επιστροφή εισφορών τα ποσά
επιστρέφονται στον δικαιούχο κατά την έκδοση της πράξης συνταξιοδότησης
του φορέα κύριας ασφάλισης. Για επιστροφή εισφορών χρόνου ασφάλισης έως
31-12-2013 η παροχή προκύπτει σύμφωνα με τις διατάξεις των οικείων
καταστατικών και τη γενικότερη νομοθεσία που ισχύουν μέχρι την
ημερομηνία αυτή. Για επιστροφή εισφορών χρονικών διαστημάτων από
1-1-2014 και μετά, το ύψος του ποσού της παροχής προκύπτει από τη
συσσωρευμένη αξία των εισφορών στην ατομική μερίδα.
Επειδή
σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία στους μη δικαιούμενους εφάπαξ
βοηθήματος επιστρέφονται οι ατομικές εισφορές τους κατά την αποχώρηση
τους από την εργασία ή το επάγγελμα για το οποίο ασφαλίστηκαν σε φορέα
πρόνοιας και όχι κατά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, με τη
διάταξη αυτή ρυθμίζεται το θέμα της επιστροφής των εισφορών, έτσι ώστε
τα ποσά των εισφορών να επιστρέφονται στον δικαιούχο κατά την έκδοση της
πράξης συνταξιοδότησης του φορέα κύριας ασφάλισης (είτε θετικής είτε
απορριπτικής απόφασης του κύριου φορέα).