Τις χειρότερες μέρες υποτέλειας και διεθνούς κηδεμονίας που έχει ζήσει η Ελλάδα, όταν συγκεκριμένα με τον περίφημο νόμο ΒΦΙΘ’ της 26ης Φεβρουαρίου 1898 επιβλήθηκε ο διεθνής οικονομικός έλεγχος «επί πασών των προσόδων του κράτους», θυμίζει ο νόμος για τη σύσταση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, που θα ξεκινήσει να εφαρμόζεται την 1η Ιανουαρίου 2017. Ο νόμος ψηφίστηκε την Κυριακή 22 Μαΐου 2016 κι ήταν από τα προαπαιτούμενα για να εγκριθεί την Άνοιξη η υποδόση των 7,5 δισ. ευρώ. Η κυβέρνηση επέλεξε η ενεργοποίηση αυτού του μέτρου όπως και πολλών άλλων που ψηφίστηκαν τότε, κυρίως φορολογικών, να συμπέσει με τον ερχομό του νέου έτους…
Του Λεωνίδα Βατικιώτη
Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων αντικαθιστά και αποτελεί μετεξέλιξη της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, η οποία θα καταργηθεί. Αντικείμενό της θα είναι «ο προσδιορισμός, η βεβαίωση και η είσπραξη των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών δημοσίων εσόδων» (άρθρο 1.1). Στην πράξη μετατρέπει τα δημόσια έσοδα σε «μαύρο κουτί» για την εκλεγμένη κυβέρνηση και τη νομοθετική εξουσία, την ίδια ώρα που παραδίνονται αυτούσια στους πιστωτές, καθώς ΕΕ και ΔΝΤ με θεσμικό-επίσημο τρόπο θα γνωρίζουν καλύτερα από κάθε έλληνα πολίτη και φορολογούμενο οποιαδήποτε σχετική λεπτομέρεια! Δεν πρόκειται για υπερβολή…
Η διοίκηση της νέας Ανεξάρτητης Αρχής θα ασκείται από το συμβούλιο Διοίκησης που θα είναι πενταμελές, αποτελούμενο από τον πρόεδρο και τέσσερα ακόμη τακτικά μέλη και τον διοικητή. Πλάι τους προστίθεται ένας ακόμη μανδαρίνος ο «Εμπειρογνώμονας». Αναφέρεται συγκεκριμένα: «Κατά τα πρώτα 5 έτη λειτουργίας της Αρχής, στο Συμβούλιο Διοίκησης θα παρέχει εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες, σε ζητήματα βέλτιστων διεθνών πρακτικών, Εμπειρογνώμονας, με εμπειρία σε ζητήματα φορολογικής διοίκησης που έχει αποκτηθεί στο εξωτερικό. Ο Εμπειρογνώμονας, ο οποίος δύναται να συμμετέχει στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Διοίκησης χωρίς δικαίωμα ψήφου, έχει τα ίδια δικαιώματα πρόσβασης στα έγγραφα και στοιχεία της αρχής με τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, καθώς και τις ίδιες υποχρεώσεις» (άρθρο 8.3).
Πριν δούμε καλύτερα την (προνομιακή) πρόσβαση του Εμπειρογνώμονα «στα έγγραφα και στοιχεία της αρχής» αξίζει να σταθούμε στην προέλευσή του, καθώς «ο Εμπειρογνώμονας ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, βάσει καταλόγου τριών υποψηφίων, τον οποίο καταρτίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή» (άρθρο 10.5). Επί της ουσίας δηλαδή θα αποφασίζουν οι Βρυξέλλες ποιος θα είναι ο Εμπειρογνώμονας της Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Και δε θα είναι ο μόνος για τον οποίο θα αποφασίζουν. «Αποκλειστικά για τα πρώτα επτά έτη λειτουργίας» αναφέρει ο νόμος, στην Επιτροπή Επιλογής που θα επιλέγει τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης θα συμμετέχουν και «δύο εκπρόσωποι που θα υποδεικνύονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή». Ομολογουμένως ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ απέφυγαν να αποτελείται η Επιτροπή «εξ ενός μέλους δι’ εκάστην των μεσολαβουσών Δυνάμεων» όπως προέβλεπε από το πρώτο του άρθρο ο νόμος για τη σύσταση του Διεθνούς Ελέγχου. Κι αυτό όμως που κατάφεραν δεν είναι λιγότερο απαξιωτικό για το κύρος μιας κυρίαρχης χώρας, όπως υποτίθεται είναι η Ελλάδα. Στην πράξη η Ελλάδα μετατρέπεται σε κράτος περιορισμένης κυριαρχίας, στο πλαίσιο ενός ιδιότυπου νεοαποικιακού υπερνεοφιλελεύθερου καθεστώτος.
Προς επίρρωση, οι ακρογωνιαίοι λίθοι αυτού του καθεστώτος που σε ό,τι αφορά την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων είναι η ασυδοσία κι ένας βαθύς αυταρχισμός που καταστρατηγεί βασικές δημοκρατικές ελευθερίες, οι οποίες διέπουν τη λειτουργία κάθε άλλης δημόσιας υπηερσίας. Ενδεικτικά: Ενώ «δύνανται να μεταβιβάζονται και να περιέρχονται στην Αρχή περαιτέρω αρμοδιότητες που κατά την κείμενη νομοθεσία ασκούνται από τον Υπουργό Οικονομικών ή τον αρμόδιο Αναπληρωτή Υπουργό ή Υφυπουργό Οικονομικών ή τους Προϊσταμένους των οργανικών μονάδων του Υπουργείου Οικονομικών», ταυτόχρονα όπως προβλέπεται σε άλλο άρθρο «οι αρμοδιότητες που περιέρχονται στην Αρχή ή στα όργανα αυτής καθώς και αυτές που έχουν ήδη μεταβιβασθεί δεν μπορούν να αναμεταβιβασθούν στον υπουργό Οικονομικών ή στον Αναπληρωτή Υπουργό ή στον Υφυπουργό Οικονομικών ή σε άλλα κυβερνητικά όργανα». Δημοσιονομικό Χότελ Καλιφόρνια η Αρχή Δημοσίων Εσόδων μπορεί μόνο να μεγεθύνεται, με βάση το νόμο που περισσότερο από το λιγότερο κράτος λατρεύει την Μεγάλη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Με αυτή την πρόβλεψη εξασφαλίζεται ο μη αντιστρεπτός χαρακτήρας του γιγαντισμού της. Έτσι, μια πιθανή αριστερή μελλοντική αντιμνημονιακή κυβέρνηση που θα θελήσει να ξηλώσει το μνημονιακό παρακράτος, κατά την προσφιλή έκφραση σημερινού υπουργού, θα αδυνατεί να αποδυναμώσει την Αρχή Δημοσίων Εσόδων και να επαναφέρει σε ένα καθεστώς δημόσιας λογοδοσίας τα φορολογικά έσοδα.
Πλέον, η μεταφορά των εσόδων που θα μαζεύουν οι εφορίες και τα τελωνεία στην Ασύδοτη Αρχή Δημοσίων Εσόδων συμπίπτει με το χτίσιμο ενός αδιαφανούς τείχους που απαγορεύει οποιοδήποτε έλεγχο. «Ο πρόεδρος, τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, ο Εμπειρογνώμονας και ο Διοικητής κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους… δεν υπόκεινται σε ιεραρχικό έλεγχο ούτε σε διοικητική εποπτεία από κυβερνητικά όργανα ή άλλες διοικητικές αρχές ή άλλον δημόσιο ή ιδιωτικό οργανισμό» (άρθρο 3). Στο εξής ο υπουργός θα είναι σε τόσο δυσχερή θέση έναντι της Αρχής ώστε δεν θα έχει καν πρόσβαση στο υλικό της, στο οποίο όμως θα έχουν απεριόριστη πρόσβαση τα στελέχη της. Αναφέρει ο νόμος: «Ο Υπουργός δεν δύναται, για συγκεκριμένες υποθέσεις ή περιπτώσεις, να υποβάλει προς την αρχή αίτημα παροχής πληροφοριών ή να παρέχει δεσμευτικές οδηγίες, του παρέχονται όμως υποχρεωτικά από αυτήν συγκεντρωτικά στοιχεία που απαιτούνται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του» (άρθρο 5.3). Με βάση τούτο το άρθρο ο υπουργός υποβαθμίζεται καθώς οι μοναδικές πληροφορίες που θα λαμβάνει θα είναι όσες φτάνουν σήμερα στα μέιλ των δημοσιογράφων με στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων από την επεξεργασία των ετήσιων φορολογικών δηλώσεων οι οποίες αφορούν στατιστικά με ποσοστά δηλωθέντος εισοδήματος κατά εισοδηματική ομάδα, φόρο ανά επαγγελματική κατηγορία, κ.α. Η ανυποληψία στην οποία περιέρχεται η κυβέρνηση είναι τέτοια ώστε σε περίπτωση διχογνωμίας μεταξύ του υπουργού και του επικεφαλής της Αρχής, νικάει πάντα η Αρχή. Αναφέρεται συγκεκριμένα: «Σε περίπτωση διαφωνίας του Υπουργού Οικονομικών με τον Διοικητή της Αρχής, σχετικά με την εφαρμογή της φορολογικής πολιτικής, το ζήτημα παραπέμπεται από τον Υπουργό Οικονομικών στο Συμβούλιο Διοίκησης της Αρχής» (άρθρο 5.4). Έτσι, ο υπουργός πάντα χάνει.
Ο αυταρχισμός που εισάγεται είναι πρωτοφανής, ακυρώνοντας θεσμοθετημένες διαδικασίες της δημόσιας διοίκησης που αν δεν εγγυώνται την αξιοκρατία, μετά βεβαιότητας περιορίζουν την ευνοιοκρατία. Προβλέπει για παράδειγμα ο νόμος ότι ο διοικητής (που μετατρέπεται σε μεσαιωνικό ηγεμόνα) «επιλέγει και τοποθετεί τους προϊσταμένους των οργανικών μονάδων κάθε επιπέδου της Αρχής και αποφασίζει την πρόωρη λήξη της θητείας τους και την απαλλαγή ή μετακίνησή τους» (14.3α). Επιπλέον «καθορίζει ή ανακαθορίζει τις ημέρες και ώρες εισόδου του κοινού στις υπηρεσίες της Αρχής, χωρίς να απαιτείται η προβλεπόμενη από τις κείμενες διατάξεις εξουσιοδότηση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, και κατά παρέκκλιση νομοθετικών διατάξεων που ορίζουν την χωρίς κανένα χρονικό ή άλλο περιορισμό είσοδο μελών συγκεκριμένων επαγγελματικών ομάδων στα δημόσια καταστήματα, κάθε εργάσιμη ημέρα και ώρα» (άρθρο 14.4δδ). Μεθερμηνευόμενο το τελευταίο σημαίνει πως η αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου ξεκίνησε με την δημιουργία ενός συνδικαλιστικού άβατου, δηλαδή την απαγόρευση εισόδου της ΑΔΕΔΥ ή άλλων συνδικαλιστών στην Αυθαίρετη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, όπου δεν θα ισχύει ό,τι ισχύει στο δημόσιο ενώ την ίδια ώρα τα ιδιωτικά συμφέροντα θα κάνουν πάρτι. Γιατί, ενώ για λόγους σύγκρουσης συμφέροντος απαγορεύεται να αναλάβει τη θέση του Διοικητή πολιτικός δεν απαγορεύεται ο Διοικητής να έχει περάσει από ιδιωτική εταιρεία που παρείχε λογιστικοελεγκτικές υπηρεσίες. Αναφέρει συγκεκριμένα ο νόμος ότι «δεν μπορεί να διοριστεί Διοικητής πρόσωπο, το οποίο είναι ή έχει διατελέσει μέλος του Ελληνικού ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της κυβέρνησης ή των εκτελεστικών οργάνων πολιτικού κόμματος, κατά την τρέχουσα ή την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο ή έχει ανακηρυχθεί υποψήφιος βουλευτής» (13.5), αποτρέποντας κατ’ αυτόν τον τρόπο επιστήμονες με υψηλό επίπεδο γνώσεων από την πολιτική δραστηριοποίηση που αυτομάτως θέτει εμπόδια στην καριέρα ενός επαγγελματία!
Την ίδια ώρα ο νόμος αφήνει ορθάνοιχτες τις πύλες στην άσκηση επιρροής καθώς «ο Διοικητής οφείλει, πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του να παύσει οποιαδήποτε έννομη σχέση με επιχείρηση/εταιρεία/νομική οντότητα, από την οποία μπορεί να προκληθεί σύγκρουση συμφέροντος» (13.6α). Τίποτε παραπάνω! Ωστόσο, αν ο νομοθέτης ήθελε να αποκλείσει το ενδεχόμενο ο Διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής να γίνει βαποράκι ιδιωτικών συμφερόντων, παραπέμποντας στις ελληνικές καλένδες αιτήματα ελέγχου μεγάλων εταιρειών για παράδειγμα, όφειλε να εξαιρέσει κάθε βιογραφικό με προϋπηρεσία σε παρεμφερή εταιρεία.
Συνολικά, η δημιουργία της Ασύδοτης Αρχής Δημοσίων Εσόδων προσθέτει ένα ακόμη λιθαράκι στο τείχος του αίσχους που ορθώνουν οι περίφημες ανεξάρτητες αρχές απέναντι στο δημόσιο έλεγχο, μετατρέποντας το κράτος σε πεδίο δόξης λαμπρό για τα ιδιωτικά συμφέροντα, τους δανειστές και τους διεθνείς οργανισμούς (ΕΕ, ΔΝΤ) και ταυτόχρονα σε απαγορευμένη ζώνη για το συνδικαλισμό ή τη διαφάνεια.
Η Ανεξέλεγκτη Αρχή Δημοσίων Εσόδων προστίθεται στις τουλάχιστον 7 μη συνταγματικά κατοχυρωμένες και τις άλλες 5 συνταγματικά κατοχυρωμένες ανεξάρτητες αρχές που συστηματικά αποσπούν από τον έλεγχο των πολιτών κρίσιμα πεδία της Πολιτικής, κατ’ εφαρμογήν μιας σκληρής νεοφιλελεύθερης αντίληψης που θεωρεί πως οι πολιτικοί πρέπει να μένουν μακριά από τις πιο νευραλγικές υποθέσεις του κράτους, οι οποίες πρέπει να ασκούνται από τεχνοκράτες, εν κρυπτώ! Ένα ακόμη κατόρθωμα του Τσίπρα που θα ζήλευε κι ο Παπαδήμος…