Με τη λήξη της μετενέργειας οι κανονιστικοί όροι των κλαδικών συμβάσεων παύουν να ισχύουν και διατηρείται μόνο ο βασικός κλαδικός μισθός, ενώ καταργούνται περίπου 70 επιδόματα. Διασώζονται, εφόσον υπάρχουν, τα επιδόματα ωρίμανσης, τέκνων, εκπαίδευσης και βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων.
Εκτός από τα ειδικά επιδόματα καταργούνται και άλλες παροχές, όπως οι παροχές σε είδος, ειδικές άδειες και πρόσθετες αργίες, οι οποίες συμπεριλαμβάνονταν στους όρους των κλαδικών συμβάσεων.
Οι μεταβολές αυτές συνεπάγονται μείωση των αμοιβών κατά 10% έως 15%. Μεγαλύτερη μείωση δεν μπορεί να γίνει χωρίς την υπογραφή νέας σύμβασης κλαδικής επιχειρησιακής ή ατομικής.
Τα συνδικάτα υποστηρίζουν, ότι οι περισσότεροι εργοδοτικοί φορείς εμφανίζονται απρόθυμοι για την υπογραφή νέων κλαδικών συμβάσεων, ενώ η υπογραφή επιχειρησιακών συμβάσεων είναι σχεδόν αδύνατη για το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών επιχειρήσεων, το 85% των οποίων απασχολεί μέχρι 5 εργαζόμενους.
Στελέχη του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας εκφράζουν φόβους ότι στην αγορά εργασίας θα επικρατήσουν κυρίως οι ατομικές συμβάσεις εργασίας, που μετά την ψήφιση του νέου νόμου, περιλαμβάνουν μειώσεις από 20% έως και 40%.
Σύμφωνα με το νέο νόμο, μετά την κατάργηση της μετενέργειας ο μισθός κάθε εργαζομένου, ανεξάρτητα με την προϋπηρεσία του, μπορεί με την υπογραφή ατομικής σύμβασης να επαναπροσδιοριστεί με σημείο εκκίνησης τον εκάστοτε κατώτατο μισθό που προβλέπει η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και όχι η πιο πρόσφατη κλαδική σύμβαση ή η ευνοϊκότερη επιχειρησιακή που έχει υπογραφεί στον κλάδο.
Η κατάργηση της μετενέργειας συμπαρασύρει 152 συμβάσεις που έχουν λήξει και καλύπτουν περίπου 2 εκατομμύρια εργαζόμενους. Παραμένουν ακόμη σε ισχύ 23 κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις, όπως των ξενοδοχοϋπαλλήλων και των εργαζομένων στα ΚΤΕΛ, των οποίων η μετενέργεια λήγει από τον Ιούνιο έως και τον Αύγουστο.