Προσφάτως, προκλήθηκε δημόσια συζήτηση περί της ανάγκης ύπαρξης Στρατιωτικών Σχολών Αξιωματικών Σωμάτων των Ενόπλων Δυνάμεων ή της κατάργησής τους και της κάλυψης των αντιστοίχων αναγκών από την «αγορά εργασίας». Τη σχετική συζήτηση προκάλεσαν κάποιες απόψεις που εκφράστηκαν στη διάρκεια συνέδριου επί θεμάτων εθνικής άμυνας, όπου, μάλιστα, μεταξύ των άλλων χαρακτηρίζονται οι απόψεις περί «στρατιωτικής νοοτροπίας» σαν «αγκυλώσεις»!
Θεωρήσαμε σκόπιμο και επιβεβλημένο να καταθέσουμε κάποιες θέσεις επί του προκειμένου.
Σε κάθε εργασιακό περιβάλλον, το ανθρώπινο δυναμικό αποτελεί συστατικό επιτυχίας και μια από τις βασικότερες αξίες του. Καμία ισχυρά ανταγωνιστική στρατηγική δεν μπορεί να υλοποιηθεί, χωρίς την ύπαρξη σταθερού, ικανού και άξιου «νοητικού κεφαλαίου». Η ιδιαιτερότητα του στρατιωτικού επαγγέλματος δεν επιτρέπει την ταύτιση του επαγγελματισμού με τη στείρα γνώση και τον απλό βιοπορισμό αλλά απαιτεί τη διαμόρφωση ηγετών στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων. Το ανάστημα κάθε ηγέτη καθορίζεται από τις απαιτήσεις και τους στόχους που θέτει η κοινωνία και τις αποφάσεις που λαμβάνονται σε πολιτικό επίπεδο.
Σε περιβάλλον ελαχιστοποιημένων απαιτήσεων, διευκολύνεται η επικράτηση μετριοτήτων ή σπιθαμιαίων αναστημάτων και ο απλώς επαρκής παίρνει διαστάσεις χαρισματικής εξαίρεσης. Η αποσυσχέτιση μερίδας αξιωματικών, από την παραδοσιακή διαδικασία επιλογής μέσω των παραγωγικών σχολών, ισοδυναμεί με «δημοσιοϋπαλληλοποίηση» των αξιωματικών αυτών και συνιστά παράμετρο πολιτικής αλογίας.
Οι Παραγωγικές Σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων από της ιδρύσεώς τους, στοχεύουν, εκτός από την παροχή αυστηρά εξειδικευμένων γνώσεων, και στην παροχή στρατιωτικής μόρφωσης ανώτατου επιπέδου, στρατιωτικής αγωγής, κοινωνικής και πολιτικής παιδείας, καθώς και στην καλλιέργεια των στρατιωτικών αρετών, που εκφράζονται ως αφοσίωση στο καθήκον, αγάπη προς την πατρίδα, σεβασμό της δημοκρατίας και ενδιαφέρον προς τον συνάδελφο.
Αποστολή της Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων (ΣΣΑΣ) είναι η παροχή αρμονικά συνδυασμένης, επιστημονικής και στρατιωτικής, εκπαίδευσης για την κατάρτιση μονίμων Αξιωματικών, οι οποίοι θα καλύπτουν τις ανάγκες και των τριών κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, στα γνωστικά πεδία των επιστημών υγείας και των οικονομικών και νομικών επιστημών. Η φοίτηση διαρκεί από 4 έως 6 έτη και υλοποιείται μέσω θεωρητικής και πρακτικής άσκησης επί στρατιωτικών, καθώς και ακαδημαϊκών αντικειμένων σε αντίστοιχες πανεπιστημιακές σχολές.
Αντίστοιχα, σκοπός της Σχολής Αξιωματικών Νοσηλευτικής (ΣΑΝ) είναι να καταρτίζει νοσηλευτές-νοσηλεύτριες με την ανάλογη επιστημονική και στρατιωτική εκπαίδευση για τις ανάγκες και των τριών κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων. Η φοίτηση διαρκεί 4 έτη και υλοποιείται μέσα από θεωρητικά μαθήματα, κλινική πρακτική άσκηση, στρατιωτική εκπαίδευση και κοινωνική παιδεία.
Το γεγονός, για παράδειγμα, ότι τα στρατιωτικά νοσοκομεία των τριών Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων είναι ζηλευτά και μακράν οι καλύτερες μονάδες παροχής υπηρεσιών υγείας σε όλη τη χώρα, δεν είναι ούτε τυχαίο ούτε ανεξήγητο. Οφείλεται στους αποφοίτους αυτών των Σχολών -ιατρούς και νοσηλευτές- οι οποίοι γαλουχημένοι (πέραν της επιστημονικής) και με στρατιωτική παιδεία, εργάζονται με αφοσίωση και αποτελεσματικότατα μέσα στο ιεραρχικά δομημένο και οργανωμένο σύστημα των Ενόπλων Δυνάμεων.
Απόψεις και θέσεις που στοχεύουν στην κατάργηση δύο στρατιωτικών παραγωγικών σχολών υψηλότατου επιπέδου, με το σκεπτικό της εξοικονόμησης χρημάτων σε μια περίοδο δημοσιονομικής εκτροπής για τη χώρα, στερείται κάθε λογικής. Τη στιγμή μάλιστα που λειτουργεί, ανά τη χώρα, ένα πλήθος σχολών ΑΕΙ και ΑΕΙ με χαμηλότατες βάσεις, υψηλό λειτουργικό κόστος και χωρίς προοπτική. Σημειώνεται ότι ο μέσος όρος εισαγωγής στις προαναφερθείσες στρατιωτικές σχολές είναι άνω των 19.000 μορίων (για παράδειγμα στη ΣΣΑΣ το ακαδημαϊκό έτος 2015/16 οι μαθητές έλαβαν την 1η, 2η, 3η, 6η, 7η, 8η, και 10η θέσεις). Αν λοιπόν χρειάζεται μεταρρύθμιση των κακώς κείμενων στην ανωτάτη εκπαίδευση και την παιδεία γενικότερα, δεν ξεκινάμε από αυτό που λειτουργεί σωστά και με επιτυχία!
Η κουλτούρα του Έλληνα Αξιωματικού πλάθεται σταδιακά, με το χρόνο και από μικρή ηλικία στις στρατιωτικές σχολές. Δεν μεταλαμπαδεύεται σε έτοιμους επαγγελματίες που έρχονται στο στρατό σε μεγάλη ηλικία, είτε λόγω της υψηλής ανεργίας, είτε επειδή απέτυχαν να καταξιωθούν επαγγελματικά στην ελεύθερη αγορά. Επίσης, άλλα είναι τα κίνητρα επιλογής επαγγέλματος ενός δεκαοκτάχρονου νέου και άλλα ενός ώριμου ενήλικα που έχει ήδη κάνει τις επιλογές του και λειτουργεί με γνώμονα τα ωφελιμιστικά κίνητρα.
Παράλληλα δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι η υλοποίηση παρόμοιας πρότασης το 1984 και επί μία δεκαετία, με κλείσιμο των Τμημάτων των Λοιπών Σωμάτων (πλην ιατρικού) της ΣΣΑΣ, οδήγησε, τουλάχιστον, σε μη αναμενόμενα αποτελέσματα και σε ποιοτική υποβάθμιση και εξανάγκασε το ΥΠΕΘΑ στην «άρον-άρον» επαναλειτουργία τους.
Καταλήγουμε, επισημαίνοντας ότι κάθε ορθολογική ενέργεια πρέπει να υπόκειται στη βασική σχέση «κόστους/οφέλους». Επ' αυτού, διερωτάται κανείς, ποιο το δημοσιονομικό όφελος για τη χώρα από τη μη εισαγωγή 69 μαθητών στη ΣΣΑΣ και 40 στη ΣΑΝ, από τις χιλιάδες των εισαγομένων στα ΑΕΙ και ΑΤΕΙ, και πως αποτιμώνται σε κόστος τα μη μετρήσιμα στοιχεία παροχής υπηρεσιών άμυνας;
(ΑΜΥΝΑ ΚΑΙ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ 04/04/2016)