Στην πραγματικότητα ήταν “τάγματα θανάτου”.
Επρόκειτο για καταναγκαστική εργασία κάτω από άθλιες, εξοντωτικές συνθήκες.
Οι κρατούμενοι εκτελούσαν δημόσια έργα, ως σύγχρονοι σκλάβοι που η ζωή τους δεν είχε καμιά αξία.
Στόχος ήταν η εξόντωση του χριστιανικού πληθυσμού.
Ουσιαστικά ήταν ένα μέσο γενοκτονίας.
Όλοι κρατάνε φτυάρια εκτός από τον προπάππο μου (κίτρινο βέλος) και τον Tούρκο επιστάτη με το φέσι. Ο προπάππος μου ήταν εύπορος. Προφανώς είχε τα χρήματα (40 λίρες, υπολογίζω πως αντιστοιχεί σε ένα καλό ετήσιο εισόδημα) για να εξαγοράσει την ελευθερία του, αλλά και την διάθεση για να παραγγείλει την εν λόγω φωτογραφία.*
Εξάλλου είναι και ο μόνος που διακρίνεις ένα ελαφρό μειδίαμα. Όλοι οι άλλοι είναι σκυθρωποί.
Ποιος ξέρει πόσοι από αυτούς κατάφεραν να επιζήσουν; εκτός από αυτούς που δραπέτευσαν.
Η μικρή φωτογραφία τραβήχτηκε στην Καλαμαριά (1935 περίπου). Ο προπαππούς, γέροντας πια, στη μέση. Ο “άρχοντας” της μεγάλης φωτογραφίας, όπως και όλη η ακμάζουσα αστική τάξη των Eλλήνων στη Μικρά Ασία και στον Πόντο έχασαν όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία τους. Μετά από διώξεις, εκτελέσεις, εκτοπισμούς και τέλος με προσφυγιά, όσοι γλύτωσαν ξεκίνησαν από την αρχή μια καινούρια ζωή στη νέα πατρίδα.
Λυκούργος Βιόπουλος
(αναδημοσίευση από διαδικτυακή ομάδα «Άγνωστη Θεσσαλονίκη»)
*Το αντίτιμο για την εξαγορά της στρατιωτικής θητείας λεγόταν «αντισήκωμα», Τουρκικά «bedel».