Στις τράπεζες «ψάχνει» τους φοροφυγάδες το υπουργείο Οικονομικών, διασταυρώνοντας καθημερινά τις καταθέσεις με τις φορολογικές δηλώσεις εισοδήματος χιλιάδων φορολογουμένων.
Συγκεκριμένα μέσα από τους τραπεζικούς λογαριασμούς καταθέσεων το υπουργείο Οικονομικών προσπαθεί να εντοπίσει τους φοροφυγάδες ώστε να εισρεύσουν χρήματα στα κρατικά ταμεία.
Εκατοντάδες είναι τα αιτήματα που φτάνουν καθημερινά στις τράπεζες, από το υπουργείο Οικονομικών, το ΣΔΟΕ, τις Εφορίες, με τα οποία ζητούν να πληροφορηθούν για συγκεκριμένους οφειλέτες, αν διατηρούν λογαριασμούς καταθέσεων, καθώς και το ύψος αυτών των καταθέσεων.
Στόχος είναι να διασταυρωθεί σε πρώτη φάση αν από το δηλωθέν εισόδημα δικαιολογείται το ύψος της κατάθεσης και σε δεύτερη φάση ελέγχεται η κίνηση των συγκεκριμένων λογαριασμών.
Οι έλεγχοι είναι εντατικοί και διαρκείς και αφορούν κυρίως φορολογούμενους που δηλώνουν χαμηλά εισοδήματα. Δηλαδή η έρευνα εστιάζει αρχικά σε συγκεκριμένες κατηγορίες φορολογουμένων όπως είναι οι ελεύθεροι επαγγελματίες (υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι, γιατροί, μηχανικοί, δικηγόροι).
Οι διαφορές
Στα επαγγέλματα αυτά εντοπίζονται οι μεγαλύτερες διαφορές ανάμεσα στις δηλώσεις εισοδήματος και στα περιουσιακά στοιχεία (ακίνητα, ΙΧ, καταθέσεις).
«Το κυνήγι των φοροφυγάδων ξεκίνησε», λένε χαρακτηριστικά, διευθυντές τραπεζικών καταστημάτων και παραδέχονται ότι ζητείται καθημερινά η συνδρομή τους από τις αρμόδιες υπηρεσίες στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Οι τράπεζες δέχονται καθημερινά δεκάδες λίστες με ονόματα φορολογουμένων. Και η κάθε λίστα συνήθως περιλαμβάνει περισσότερα από ένα ονόματα. Οι αρμόδιες υπηρεσίες ζητούν να πληροφορηθούν:
Το ύψος των καταθέσεων που διατηρεί ο φορολογούμενος στις τράπεζες. Αν οι λογαριασμοί είναι ονομαστικοί ή κοινοί (με περισσότερους του ενός δικαιούχους), αν είναι λογαριασμοί ταμιευτηρίου, τρεχούμενοι ή προθεσμίας. Καθώς και τις κινήσεις που εμφανίζουν.
Ας σημειωθεί ότι η Εφορία δίνει περιθώριο μέχρι 15 ημέρες στον φορολογούμενο να εμφανιστεί στη Δ.Ο.Υ. του για να δικαιολογήσει τις καταθέσεις του, με βάση πάντα τα δηλωθέντα εισοδήματά του.
Σύμφωνα με διευθυντή κεντρικού τραπεζικού καταστήματος μεγάλης εμπορικής τράπεζας, «μαύρα Χριστούγεννα πέρασαν αρκετοί πολίτες, οι οποίοι ενημερώθηκαν από την τράπεζά τους πως ελέγχονται οι καταθέσεις τους».
Εξάλλου τα τραπεζικά στελέχη, που γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα τις... οικονομίες των πελατών τους, παραδέχονται πως «είναι δυνατό ένας για παράδειγμα υδραυλικός ή ηλεκτρολόγος, που δηλώνει ετήσιο εισόδημα 5.000 ευρώ, να έχει λογαριασμό κατάθεσης με υπόλοιπο 200.000 ευρώ».
Οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες εκ του νόμου -στο πλαίσιο πάταξης της φοροδιαφυγής και της καταπολέμησης εσόδων από μαύρο χρήμα- να δώσουν τις πληροφορίες που τους ζητούνται από τις αρμόδιες αρχές.
Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να ενημερώσουν τον πελάτη τους ότι ελέγχεται.
Επίσης πρόβλημα αναμένεται να αντιμετωπίσουν και όλοι όσοι αγόρασαν ακίνητα -στο πρόσφατο παρελθόν-, πληρώνοντας τοις μετρητοίς, χωρίς να είναι σε θέση να δικαιολογήσουν αυτήν τη ρευστότητα, με την οποία απέκτησαν τα περιουσιακά στοιχεία.
Εγγύηση
Αντίθετα στα μαλακά θα πέσουν, αρχικά, όσοι αγόρασαν ακίνητο με δάνειο, για το οποίο όμως είχαν βάλει ως εγγύηση τις καταθέσεις τους.
Σημειώνουμε ότι ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2011 ο κ. Βενιζέλος ως υπουργός Οικονομικών είχε επιχειρήσει τη χαρτογράφηση του χρήματος που παρέμενε αδήλωτο. Και είχε ζητήσει, «το εισόδημα που τυχόν αποταμιεύεται θα πρέπει επίσης να δηλώνεται (καταθέσεις, τίτλοι, ακίνητα κ.ο.κ.)». Ο στόχος ήταν από τότε να πιαστεί η φοροδιαφυγή.
Μάλιστα στελέχη της αγοράς αναφέρουν ότι η δήλωση της κατάθεσης μπορεί να αποδειχθεί σωτήρια για πολλούς φορολογούμενους και φέρνουν το εξής παράδειγμα: έστω ότι κάποιος δήλωσε το 2009 80.000 ευρώ ετήσιο οικογενειακό εισόδημα, ο ίδιος είχε δύο ακίνητα και καταθέσεις ύψους 200.000 ευρώ. Το 2010 δήλωσε επίσης 80.000 ευρώ εισόδημα, τρία ακίνητα και καταθέσεις 50.000 ευρώ. Από τη διασταύρωση των στοιχείων του δικαιολογείται η απόκτηση του τρίτου ακινήτου.
Αν, όμως, στη φορολογική δήλωση του 2010 είχε δηλώσει 80.000 ευρώ εισόδημα, τρία ακίνητα και καταθέσεις 2000.000 ευρώ, εύλογα θα πρέπει να αποδείξει το πόθεν έσχες των χρημάτων με τα οποία αγόρασε το τρίτο ακίνητο.
Ειδικοί αναλυτές
Στα 12 δισ. ευρώ τον χρόνο οι απώλειες από τη φοροδιαφυγή
Στο ιλιγγιώδες ποσό των 12 δισ. ευρώ ετησίως ανέρχονται οι απώλειες του Δημοσίου από το όργιο της φοροδιαφυγής και της διακίνησης μαύρου χρήματος, σύμφωνα με εκθέσεις ειδικών αναλυτών. Μάλιστα οι αναλυτές εκτιμούν ότι η φοροδιαφυγή έχει διογκωθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς δεν είναι λίγοι οι επιτήδειοι που «ρεφάρουν» ζημιές από την οικονομική κρίση με τη μη απόδοση φόρων στο Δημόσιο και την κλοπή.
Σύμφωνα με μελέτη της Alpha Bank, μια ικανοποιητική μείωση της φοροδιαφυγής θα απέφερε στα δημόσια ταμεία πρόσθετα έσοδα 7,5 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι αναλυτές της Εθνικής Τράπεζας, που υπολογίζουν τις απώλειες εσόδων σε 9 δισ., ποσό που θα επαρκούσε για να καλύψει περισσότερο από το 1/3 της συνολικής δημοσιονομικής προσαρμογής που απαιτείται για την περίοδο 2010-2014.
Οι αναλυτές της Alpha Bank εκτιμούν ότι συνολικά η εμφανής φοροδιαφυγή και απώλεια εσόδων σε ετήσια βάση από τον ΦΠΑ και τους φόρους εισοδήματος και περιουσίας υπερβαίνει τα 12 δισ. ευρώ (5 δισ. ευρώ από τον ΦΠΑ και 7 δισ. ευρώ από τον φόρο εισοδήματος και περιουσίας) και συμπεραίνουν ότι με μια ικανοποιητική σταδιακή μείωση της φοροδιαφυγής μέχρι το 2014 θα επιτυγχάνετο σωρευτική μείωση του ελλείμματος της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ.
Σε μελέτη της Εθνικής τράπεζας επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, ότι τα συνολικά φορολογικά έσοδα στην Ελλάδα υστερούν κατά περίπου 5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ του μέσου όρου της Ευρωζώνης (21% έναντι 26% του ΑΕΠ για την Ευρωζώνη, κατά μέσον όρο, την τελευταία δεκαετία, μη συμπεριλαμβανομένων των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης), με την υστέρηση να είναι περισσότερο αισθητή στο σκέλος των εσόδων από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων. Η διαφορά αυτή είναι αποτέλεσμα τόσο της φοροδιαφυγής όσο και άλλων διαρθρωτικών χαρακτηριστικών της ελληνικής οικονομίας και του εγχώριου φορολογικού συστήματος.