Στη διάρκεια τηλεδιάσκεψης μετά την απόφαση του Εκτελεστικού Συμβουλίου για τη συμμετοχή του Ταμείου στη νέα δανειακή συμφωνία στήριξης της Ελλάδας, τόσο ο κ. Τόμσεν, όσο και ο Μαρκ Φλάναγκαν ζήτησαν μεγαλύτερη δημοσιονομική προσαρμογή και πιστή εφαρμογή του προγράμματος.
Υποστήριξαν επίσης, ότι απαιτούνται "δύσκολες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις" και ότι υπάρχει "κενό ανταγωνιστικότητας", ενώ τόνισαν πως χρειάζεται "εσωτερική υποτίμηση".
Ο κ. Τόμσεν υπογράμμισε χαρακτηριστικά ότι "αποτυχία επίτευξης των οικονομικών στόχων, θα οδηγήσει σε μη διατηρήσιμη δυναμική του προγράμματος", προσθέτοντας "δεν υπάρχει κανένα περιθώριο απόκλισης".
Παράλληλα, επανέλαβε την ανάγκη να κλείσουν ζημιογόνες δημόσιες επιχειρήσεις, να υπάρξουν περαιτέρω περικοπές στο δημόσιο, να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο η παραγωγικότητα, να μπουν κανόνες και να εισαχθούν μέτρα στην αγορά εργασίας και να προχωρήσουν χωρίς καθυστερήσεις η απελευθέρωση των επαγγελμάτων και η βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Ο κ. Τόμσεν επανέλαβε ότι το ΔΝΤ θα στηρίζει οικονομικά την Ελλάδα μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2016, με βάση το νέο τετραετές πρόγραμμα του Ταμείου, εκφράζοντας τη βεβαιότητα ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει στις αγορές έως το 2020, αν και δεν προσδιόρισε ακριβώς ποτέ μπορεί να γίνει αυτό.
Όσον αφορά στην εσωτερική κατάσταση της χώρας, τα στελέχη του ΔΝΤ εμφανίστηκαν αισιόδοξα επειδή, όπως είπαν, τα δυο μεγάλα κόμματα στηρίζουν το πρόγραμμα, όπως και οι εταίροι της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, επισημαίνοντας ότι δεν βλέπουν πρόβλημα με τις πρόωρες εκλογές, γιατί ευελπιστούν ότι "τα συμφωνηθέντα θα εφαρμοστούν".