Η κυβέρνηση του Βελγίου προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο του Διεθνούς δικαίου, που είχε ιδρύσει η Κοινωνία των Εθνών, κατηγορώντας την Ελλάδα ότι αθετεί τις διεθνείς της υποχρεώσεις. Η Ελλάδα απάντησε ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις δανειακές της υποχρεώσεις, διότι δεν μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την κατάσταση του Λαού και της χώρας!
Στο υπόμνημά της, η Ελληνική κυβέρνηση έλεγε: "Η Κυβέρνηση της Ελλάδος, ανήσυχη για τα ζωτικά συμφέροντα του Ελληνικού λαού και για τη διοίκηση, την οικονομική ζωή, την κατάσταση της υγείας και την εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια της χώρας, δεν θα μπορούσε να προβεί σε άλλη επιλογή. Όποια κυβέρνηση κι αν ήταν στην θέση της, θα έκανε το ίδιο" Το επιστέγασμα ήρθε με το υπόμνημα που κατέθεσε στο Διεθνές Δικαστήριο ο νομικός εκπρόσωπος της Ελληνικής κυβέρνησης το 1938, όπου τόνισε τα αυτονόητα:
«…Ενίοτε μπορεί να υπάρξει μια έκτακτη κατάσταση, η οποία κάνει αδύνατο για τις Κυβερνήσεις να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς τους δανειστές και προς τον Λαό τους. Οι πόροι της χώρας είναι ανεπαρκείς για να εκπληρώσουν και τις δύο υποχρεώσεις ταυτόχρονα. Είναι αδύνατον να πληρώσει μια Κυβέρνηση το χρέος, και την ίδια στιγμή να παρασχεθεί στον λαό η κατάλληλη διοίκηση και οι εγγυημένες συνθήκες για την ηθική, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στα δύο.
Και φυσικά, το καθήκον του Κράτους να εξασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία των βασικών δημοσίων υπηρεσιών, ΥΠΕΡΤΕΡΕΙ έναντι της πληρωμής των χρεών της. Από κανένα κράτος δεν απαιτείται να εκπληρώσει, μερικά ή ολικά, τις χρηματικές του υποχρεώσεις, αν αυτό ΘΕΤΕΙ ΣΕ ΚΙΝΔΥΝΟ τη λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών του, κι έχει σαν αποτέλεσμα την αποδιοργάνωση της διοίκησης της χώρας (σας θυμίζει κάτι;…). Στην περίπτωση που η αποπληρωμή των χρεών θέτει σε κίνδυνο την οικονομική ζωή και τη διοίκηση, η Κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να διακόψει ή και να μειώσει την εξυπηρέτηση του χρέους…». (βλέπε Yearbook of the International Law Commission, 1980,v.l.,page 158 - παρατίθεται)
19. The Societe Commerciale de Belgique case {ibid.,
paras. 28-31) had been brought before the Permanent
Court of International Justice. By the terms of two
arbitral awards, Greece had been required to pay a
sum of money to the Belgian company in repayment of
a debt contracted with the company. The Greek
Government had not contested the existence of its
obligations, but had argued that it had been under an
"imperative necessity" to "suspend compliance with
the awards having the force of res judicata" (ibid.,
para. 29), maintaining that a State had a duty not to
execute an international obligation if public order and
social tranquillity might be disturbed by carrying out
the award or if the normal functioning of public
services might be jeopardized thereby. The entire
discussion had then centred on whether or not such an
"imperative necessity" had in fact existed. In the end,
the two parties themselves and the Court had
recognized the principle that, in international law, a
duly established state of necessity constituted a
circumstance precluding the wrongfulness of State
conduct not in conformity with an international
financial obligation.
Με αυτά τα επιχειρήματα λοιπόν, το Διεθνές δικαστήριο δικαίωσε την Ελλάδα, δημιουργώντας νομικό προηγούμενο, στο οποίο μάλιστα το 2003 στηρίχθηκε η Αργεντινή και ο αείμνηστος πρόεδρος της, Νέστωρ Κίχνερ, ο οποίος επέλεξε να διαγράψει μονομερώς το μεγαλύτερο μέρος του δημοσίου χρέους της χώρα του, αντί να την υποδουλώσει στο ΔΝΤ!