Στο γράφημα η Ελλάδα είναι πρώτη-πρώτη.
Έχουν περάσει 4 χρόνια, 6 μήνες και οκτώ ημέρες από τη στιγμή που ο τότε πρωθυπουργός βγήκε με τη μοβ γραβάτα και ανακοίνωσε στο Καστελόριζο ότι η Ελλάδα μπαίνει σε μηχανισμό στήριξης επειδή μόνη της δεν τα βγάζει πέρα, ή αλλιώς 236 εβδομάδες, ή 1652 ημέρες, ή σχεδόν 39.648 ώρες, ή 2.378.800 λεπτά από τότε.
Και μοιάζουμε να μην έχουμε καταλάβει τίποτε.
Η Ελλάδα πτώχευσε επειδή για πάρα πολλά χρόνια ξόδευε πολύ περισσότερα από όσα παρήγαγε, και κάποια στιγμή σταμάτησαν να της δανείζουν. Έκτοτε έγινε πολύ μεγάλη προσπάθεια, ομολογουμένως. Τα τελευταία χρόνια ήταν βάναυσα. Αλλά η προσπάθεια δεν ήταν και πάρα πολύ προς την κατεύθυνση της μείωσης του κόστους (πολλά εμπόδια), και δεν ήταν καθόλου μα καθόλου προς την κατεύθυνση της τόνωσης της παραγωγής. Αυξήθηκαν μόνο οι φόροι. Μειώθηκαν λίγο τα κόστη και αυξήθηκαν πολύ οι φόροι. Έτσι μπαλώθηκε, τεχνητά και όπως όπως, το χάσμα. Ωστόσο η Ελλάδα παραμένει μια ανάπηρη οικονομία η οποία παράγει ελάχιστα. Και τις τελευταίες 1652 ημέρες δεν έχει γίνει σχεδόν τίποτα για να αλλάξει αυτό. Σε κάποιες περιπτώσεις, τα πράγματα έχουν γίνει ακόμη χειρότερα.
Σύμφωνα με την έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, το να διευθετηθεί μια επιχειρηματική διαφορά στα Ελληνικά δικαστήρια -ένα πολύ σημαντικό θέμα για όποιον θέλει να ανοίξει επιχείρηση στη χώρα- χρειάζεται πλέον πάνω από τέσσερα χρόνια. 1580 ημέρες. Σχεδόν όσες έχουν περάσει από το Καστελόριζο. Τα ακούει αυτά ο υποψήφιος επενδυτής -ή, εδώ που τα λέμε, και ο ντόπιος που φιλοδοξεί να φτιάξει επιχείρηση- και φεύγει τρέχοντας.
Θα πει κανείς, και τι πειράζει που δυσκολεύουμε τη ζωή στους επιχειρηματίες περισσότερο από ό,τι οι ξένοι, που τρώγαν βελανίδια; Εμείς θα κάνουμε ανάπτυξη αλλιώς, με το κράτος, ή όπως αλλιώς φαντάζονται οι κυβερνώντες οι νυν και οι μελλοντικοί. Ωστόσο, επιτρέψτε μου να σας επισημάνω μια κατά τη γνώμη μου σημαντική ασυμμετρία.
Η Ελλάδα είναι η 40η πλουσιότερη χώρα του κόσμου (ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2013), αλλά στον κατάλογο ετούτης της έκθεσης που συζητάμε εδώ είναι 61η. Η Λευκορωσία, ο Παναμάς, η Ρουάντα, η Νότια Αφρική, το Μαυροβούνιο και η Λετονία είναι ανάμεσα στις χώρες που είναι πιο φιλικές προς την επιχειρηματικότητα. Και είναι όλες πιο φτωχιές από τη δικιά μας. Αν όμως μια χώρα δεν παράγει, δεν μπορεί να έχει πλούσιους πολίτες. Αν δεν έχει εταιρείες που ευημερούν, εξάγουν, δίνουν δουλειές και πληρώνουν φόρους, δεν μπορεί να έχει υψηλά έσοδα. Τα χαράτσια σε ένα αποσβολωμένο εργατικό δυναμικό που ζει από τα έτοιμα μόνο πρόσκαιρα μπορούν να κρατήσουν την ψευδαίσθηση των “πλεονασμάτων”. Θεωρητικά, η 40η πλουσιότερη χώρα του κόσμου θα έπρεπε να είναι πάνω-κάτω 40η και στο “doing business”. Η Ιρλανδία, ας πούμε, είναι 13η στη λίστα της Παγκόσμιας Τράπεζας, και 18η στην άλλη, με τις πλουσιότερες. H συμπτωχευμένη Ισπανία είναι 33η και 32η αντίστοιχα.Όταν υπάρχει ασυμμετρία, δε, έχει σημασία το προς τα πού βρίσκεται η ασυμμετρία. Η επίσης συμπτωχευμένη Πορτογαλία είναι 39η πλουσιότερη χώρα του κόσμου, αλλά στη λίστα της Παγκόσμιας Τράπεζας είναι στο νούμερο 25. Πράγμα που σημαίνει ότι διευκολύνει την επιχειρηματικότητα, κι άρα έχει προοπτικές να αποκτήσει κερδοφόρες και υγιείς επιχειρήσεις. Εμείς είμαστε ανάποδα. Και, ως εκ τούτου, στο μέλλον είναι πιο πιθανό να κατρακυλήσουμε προς τα κάτω στη λάθος λίστα, παρά να σκαρφαλώσουμε προς τα πάνω στη σωστή.
Σπασμωδικές κινήσεις, βεβαίως, γίνονται. Το παράδειγμα της δικαιοσύνης είναι σχετικά ακραίο -σ’ αυτό το συγκεκριμένο τομέα η Ελλάδα είναι κοντά στον απόλυτο πάτο της λίστας, 155η. Η Υεμένη, η Σιέρα Λεόνε και η Γκαμπόν έχουν δικαιοσύνη που προστατεύει τις επιχειρήσεις πιο αξιόπιστα από ό,τι η δικιά μας. Στις άλλες κατηγορίες είμαστε σχετικά καλύτερα (όχι ότι σημαίνει πολλά αυτό), αλλά υπάρχουν και μικρές βελτιώσεις. Είμαστε 116οι στην ευκολία κατοχύρωσης ιδιοκτησίας από μια επιχείρηση, αλλά πέρυσι ήμασταν 170οι σ’ αυτό τον τομέα. Στη συνολική λίστα φέτος η Ελλάδα ανέβηκε τέσσερις θέσεις.
Αλλά για να φτάσουμε στο σημείο να ελπίζουμε ότι κάποια στιγμή η παραγωγή αυτής εδώ της οικονομίας θα αρκεί για να μην χρειάζεται να δανειζόμαστε δισεκατομμύρια που ποτέ δεν θα γυρίσουμε πίσω, πρέπει να γίνουν πολλά μεγάλα άλματα. Όπως δείχνει και η έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, τις τελευταίες 1652 ημέρες δεν έχουν γίνει παρά λίγα δειλά βήματα. Μερικά εκ των οποίων προς τα πίσω.