Η ελληνική οικονομία είναι παγιδευμένη σε φαύλους κύκλους και η έξοδος στις αγορές δεν σημαίνει πως η Ελλάδα έχει βγει από την κρίση εκτιμά σε έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.
«Η δημοσιονομική προσαρμογή και οι μεταρρυθμίσεις πραγματοποιούνται σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο διεθνές κι ευρωπαϊκό περιβάλλον, σαν να είναι "πάνω σε κινούμενη άμμο"» σημειώνει στο εισαγωγικό της σημείωμα η τριμηνιαία έκθεση, περιόδου Ιουλίου - Σεπτεμβρίου 2014, που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα το Γραφείο Προϋπολογισμού του κράτους, της Βουλής.Όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά στην ίδια έκθεση, «συμπτωματικό της ρευστής κατάστασης είναι, επίσης, ότι δεν έχει ακόμα διαμορφωθεί ένα εθνικό πρόγραμμα για την εποχή μετά το τρέχον "μνημόνιο" (που τελειώνει το 2014)».
Αυτές είναι: η ρύθμιση του δημοσίου χρέους, η ποιότητα των μεταρρυθμίσεων που πρέπει να γίνουν, η πολιτική σταθερότητα και οι τυχόν απότομες εξωτερικές διακυμάνσεις.
Στην έκθεση διαπιστώνεται μεταξύ άλλων ότι:
- η δημοσιονομική προσαρμογή και οι μεταρρυθμίσεις πραγματοποιούνται σε ένα μεταβαλλόμενο διεθνές και εξωτερικό περιβάλλον σαν να είναι «πάνω σε κινούμενη άμμο».
- η κατάσταση στην ελληνική οικονομία είναι ρευστή όπως δείχνει και το γεγονός ότι ακόμη δεν έχει διαμορφωθεί και ανακοινωθεί ένα εθνικό πρόγραμμα για την εποχή μετά το μνημόνιο.
- με τον τρόπο που έχει τεθεί το θέμα της εξόδου από το μνημόνιο στη δημόσια συζήτηση, δίνεται εσφαλμένα η εντύπωση ότι από το 2015 η ελληνική οικονομία δεν θα υπόκειται σε κάποιες δεσμεύσεις ενώ προκαλούνται ανεδαφικές προσδοκίες για ικανοποίηση των πάσης φύσεως απαιτήσεων και τροφοδοτείται επίσης ( εσφαλμένα) η εντύπωση ότι έγινε ως τώρα ήταν λάθος.
Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, «το μείζον σήμερα είναι η ανάπτυξη που εστιάζει στην καινοτομία και παραγωγικότητα και, συναφώς στην αναδιάρθρωση της παραγωγής και όχι στη δημιουργία θέσεων εργασίας σε καταστήματα εστίασης κλπ».
Στο πλαίσιο αυτό, στην έκθεση σημειώνεται: «Κάθε σχέδιο ανάπτυξης προϋποθέτει ένα σαφές σχέδιο διανομής κι επομένως, μέτρα αναδιανομής αυτόν το σκοπό πρέπει να υπηρετούν. Αναδιανομή για την ανάπτυξη επιβάλλει μια βαθιά φορολογική μεταρρύθμιση, όπως άλλωστε έχουν αναγνωρίσει οι μεγαλύτερες πολιτικές δυνάμεις. Επίσης, κοινωνική πολιτική σε σαθρά οικονομικά θεμέλια δεν γίνεται».
Όπως επισημαίνεται, «στο ζήτημα της ανάπτυξης προβάλλονται διαφορετικές αντιλήψεις, που όμως, δεν εξηγούνται ούτε τεκμηριώνονται επαρκώς. Έτσι, από τη μια μεριά, η έμφαση στον ρόλο των ιδιωτικών επενδύσεων τείνει να παραβλέψει τη σημασία σταθερών κανόνων του παιχνιδιού, ποιοτικής "διακυβέρνησης" και καλά επιλεγμένων κρατικών επενδύσεων σε υποδομές και από την άλλη, η πεποίθηση ότι το κράτος είναι η λύση, παραβλέπει τις ιστορικές εμπειρίες εδώ και αλλού.
Κατά τη γνώμη μας κάθε κυβέρνηση, επιζητώντας την κατάλληλη ισορροπία ανάμεσα σε κράτος και αγορά θα πρέπει να λάβει υπόψη
(α) τις διεθνείς και ευρωπαϊκές εμπειρίες
(β) τον μη αμφισβητούμενο πυρήνα της εξελισσόμενης συναίνεσης στην Ευρώπη και
(γ) τις ιδιαιτερότητες μιας οικονομίας, όπως η ελληνική, που είναι παγιδευμένη σε φαύλους κύκλους.
Σε διαφορετική διατύπωση: το τέλος του "μνημονίου" και η έξοδος στις αγορές για δανεισμό δε σημαίνει ότι η ελληνική οικονομία δε βαρύνεται από σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα ούτε ότι δεν υπάρχει εξίσου μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα. Όλα αυτά πρέπει να αντιμετωπισθούν με την εφαρμογή ενός πειστικού αναπτυξιακού προγράμματος, που όμως δεν υπάρχει ή δεν έχει ανακοινωθεί».
Όπως τονίζεται στην ίδια έκθεση, «σε ένα τέτοιο πλαίσιο εθνικών πρωτοβουλιών την περίοδο μετάβασης από τη σταθεροποίηση στην διατηρήσιμη ανάπτυξη εκτιμούμε, ότι η συνεργασία με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς είναι απολύτως απαραίτητη.
Ένα νέο πρόγραμμα που θα στόχευε στην ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης θα έπρεπε πρωτίστως να είναι δική μας υπόθεση. Ωστόσο, η σύνταξη ενός αξιόπιστου αναπτυξιακού προγράμματος πρέπει να στηρίζεται σε φθηνούς πόρους που προέρχονται από τον ΕΜΣ, ΕΚΤ και άλλους ευρωπαϊκούς θεσμούς».
Η έκθεση διαπιστώνει ότι υπάρχουν αβεβαιότητες ως προς την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 2,4% του ΑΕΠ το 2014 (με στόχο 1,5% του ΑΕΠ) ενώ χαρακτηρίζεται αισιόδοξη η πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης 2,9% το 2015.
Η έκθεση εκτιμά επίσης ότι η επιτευχθείσα μακροοικονομική ισορροπία είναι εύθραυστη και ότι αν δεν θεραπευτούν έγκαιρα τα κοινωνικά προβλήματα (ανεργία, φτώχεια κα) θα απειλήσουν την όποια οικονομική πρόοδο έχει επιτευχθεί.
Σε ό,τι αφορά τη ρύθμιση του χρέους σημειώνεται ότι «ανοικτό μένει το ερώτημα αν θα έπρεπε να προηγηθεί της εξόδου στις αγορές η αναδιάρθρωση του χρέους» με την έννοια ότι κάτι τέτοιο θα βελτίωνε τις προοπτικές της χώρας, την πιστοληπτική αξιολόγηση και θα οδηγούσε σε μείωση των επιτοκίων.
Για τις μεταρρυθμίσεις σημειώνεται ότι ο τρόπος με τον οποίο τίθενται άμεσα ή έμμεσα αναδιανεμητικά ζητήματα (εφαρμογή δικαστικών αποφάσεων για αναδρομικές αυξήσεις μισθών, η αύξηση συντάξεων, η φοροδιαφυγή η ολική σεισάχθεια) σε συνδυασμό με μεταρρυθμιστικές υστερήσεις δεν συμβάλει λόγω των αβεβαιοτήτων που προκαλεί στη δημιουργία συνθηκών διατηρήσιμης ανάπτυξης.
Για το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών με αφορμή την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας σημειώνεται ότι ωθεί τη χώρα σε μια μακρά προεκλογική περίοδο.
Τέλος αναφέρεται ότι όποια λύση και αν επιλεγεί, η έξοδος στις αγορές ή το αγκυροβόλιο του ΕΜΣ (πχ μέσω μια προληπτικής γραμμής πίστωσης ή με απευθείας δανεισμό) θα συνοδεύεται από στενή εποπτεία της ελληνικής οικονομικής πολιτικής.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ