Τα στοιχεία της έκθεσης, που παρουσίασε ο μέχρι πρότινος επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ Σάββας Ρομπόλης, καταδεικνύουν τη συνέχιση του αδιεξόδου για την ελληνική οικονομία και καταρρίπτουν το success story της κυβέρνησης...
Κρίσιμο έτος για το ασφαλιστικό θα είναι το 2024 οπότε και θα υπάρξει «έκρηξη συνταξιοδοτήσεων», χωρίς αναπλήρωση των θέσεων εργασίας που θα χαθούν.
Χαρακτηριστικά ο κ. Ρομπόλης ανέφερε ότι τα πράγματα «σκουραίνουν» περαιτέρω μετά το 2023, καθώς στην περίοδο που ξεκινά το συγκεκριμένο έτος και ολοκληρώνεται το 2028 αναμένεται να συνταξιοδοτηθούν περίπου 380.000 «baby boomers» (σ.σ.: η γενιά των γεννηθέντων μεταξύ 1946 και αρχών της δεκαετίας του '60), που θα προστεθούν στα 3 εκατ. συνταξιούχων.
Τα αποτελέσματα των στοιχείων που επεξεργάστηκε η επιστημονική ομάδα του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ είναι απογοητευτικά και δείχνουν ότι:
1. Οι μειώσεις του μέσου πραγματικού μισθού και της απασχόλησης συρρίκνωσαν το διαθέσιμο πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών μειώνοντας τις αποδοχές εργασίας μισθωτών και αυτοαπασχολουμένων την περίοδο 2010-2013 κατά 41 δισ. ευρώ. Εως το τέλος του 2014 η μείωση θα είναι επιπλέον 2 δισ. ευρώ.
2. Η αγοραστική δύναμη παρουσιάζει καθίζηση και είναι χαμηλότερη από εκείνη του 1984.
3. Οσον αφορά στην ανεργία για το 2014 η εκτίμηση είναι ότι θα παρουσιάσει οριακή αποκλιμάκωση (λιγότεροι περίπου 80.000 άνεργοι), η οποία όμως κατά κύριο λόγο οφείλεται όχι στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας αλλά στη μείωση του εργατικού δυναμικού και στην προσωρινή και επιδοτούμενη απασχόληση. Η εκτίμηση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ είναι ότι το 2020 η ανεργία θα κινείται στο 22-23% του εργατικού δυναμικού (1.150.000 άτομα) με ό,τι αυτό αρνητικό συνεπάγεται για την ελληνική οικονομία, τον κρατικό προϋπολογισμό και τη χρηματοδότηση της κοινωνικής ασφάλισης.
5. Δυσμενείς επίσης εξελίξεις προβλέπονται στη ρευστότητα και τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, οι οποίες σηματοδοτούν την «ώρα μηδέν» για το Ασφαλιστικό. Το οριακό έτος στην εξέλιξη των αποθεματικών του ΣΚΑ (ασφαλιστικού συστήματος) είναι το 2016, γεγονός που αναδεικνύει την αναγκαιότητα ενός νέου πλαισίου χρηματοδότησης του συνταξιοδοτικού συστήματος με την ανεύρεση νέων πόρων εκτός κρατικού προϋπολογισμού.
6. Το ΑΕΠ ανά κάτοικο σε σταθερές τιμές, δηλαδή ως αγοραστική δύναμη, θα παραμείνει κατά το 2014 στα επίπεδα του 2000.
7. Οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου σε σταθερές τιμές παρουσίασαν κάμψη από το 2008, η οποία συνεχίστηκε την πενταετία 2009-2013 και προβλέπεται ότι θα συνεχιστεί και το 2014. Εάν επαληθευτεί αυτή η πρόβλεψη στο τέλος του 2014 οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, σε σταθερές τιμές, θα έχουν επιστρέψει στο σημείο όπου βρίσκονταν ακριβώς είκοσι χρόνια πριν, δηλαδή στα επίπεδα του 1994.
8. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών δεν παρουσιάζουν κάποιο ιδιαίτερο δυναμισμό. Ο δείκτης εξαγωγικών επιδόσεων επιδεινώθηκε σοβαρά. Η κατακόρυφη πτώση των εισαγωγών, που οφείλεται στη δραματική μείωση της εγχώριας ζήτησης για καταναλωτικά και επενδυτικά αγαθά, έχει οδηγήσει σε θεαματική βελτίωση του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών ως ποσοστό του ΑΕΠ από το -14% περίπου κατά το 2008 σε -2,2% κατά το 2013. Αυτή η βελτίωση του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών, που θα οφείλεται στον περιορισμό της δαπάνης για εισαγωγές, δεν αντανακλά, βέβαια, βελτίωση του επιπέδου ανταγωνιστικότητας αλλά αποτελεί δείκτη συρρίκνωσης της οικονομίας.
9. Η μείωση του όγκου της εγχώριας ζήτησης κατά την πενταετία 2009-2013 κατά το 1/3, συνέβαλε στην υποχώρησή του κατά 14 χρόνια, δηλαδή στα επίπεδα του 1998. Η μείωση αυτή στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε σε μία περίοδο κατά την οποία η αντίστοιχη ζήτηση στις 37 πιο αναπτυγμένες χώρες παρέμεινε περίπου σταθερή. Ως αποτέλεσμα, κατά την πενταετία 2009-2013 η μείωση που παρουσίασε η εγχώρια ζήτηση στην Ελλάδα έναντι των 37 κυριότερων ανταγωνιστριών χωρών ανήλθε σε 32,4% επαναφέροντας τον σχετικό δείκτη σε επίπεδα χαμηλότερα από τα αντίστοιχα του 1990.
10. Η αύξηση του ποσοστού ανεργίας κατά την περίοδο 2010-2013, σε συνδυασμό με τη διοικητική μείωση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων και τις διαρθρωτικές αλλαγές στην αγορά εργασίας, έχει προκαλέσει μείωση του μέσου πραγματικού μισθού κατά 21% έναντι του 2009.
11. Οι μειώσεις του μέσου πραγματικού μισθού και της απασχόλησης συρρικνώνουν το διαθέσιμο πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών που προέρχεται από εργασία. Στη διάρκεια των ετών 2010-2013, σε τρέχουσες τιμές, οι αποδοχές εργασίας μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων μειώθηκαν κατά 41 δισ. ευρώ και πρόκειται να μειωθούν κατά περίπου 2 επιπλέον δισ. ευρώ το 2014.
12. Μέχρι το 2009 οι μέσες αποδοχές των εργαζομένων ανέρχονταν σε μονάδες αγοραστικής δύναμης στο 81% της μέσης αγοραστικής δύναμης των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης των «15». Κατά την πενταετία 2010-2014 η ανοδική πορεία της σύγκλισης των αποδοχών έχει αντιστραφεί και ο δείκτης μειώθηκε στο 65% του μέσου όρου της Ε.Ε.-15. Ετσι, η απόκλιση των πραγματικών μισθών έναντι του μέσου όρου της Ε.Ε.-15 έχει αυξηθεί τόσο ώστε να είναι συγκρίσιμη με την αντίστοιχη απόκλιση της δεκαετίας του 1980.
13. Η αγοραστική δύναμη των μέσων αποδοχών ανά μισθωτό κατά την πενταετία 2010-2014 μειώθηκε κατά 23%, με αποτέλεσμα στο τέλος του 2014 να επιστρέψει στα επίπεδα του έτους 1995.
14. Οι μισθοί μειώθηκαν κατά 30 δισ. ευρώ, από τα περίπου 85 δισ. ευρώ το 2009 σε 56 δισ. ευρώ το 2014 (προ φόρων και χωρίς να γίνει η διόρθωση για το 5% των υψηλών μισθών που αφορούν σε διευθυντές των οποίων οι αμοιβές δεν μειώθηκαν).
15. Το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στην Ελλάδα για το σύνολο της οικονομίας υπολογισμένο σε δολάρια και συγκρινόμενο με το αντίστοιχο μέγεθος των 37 άλλων ανεπτυγμένων χωρών μειώθηκε στη διάρκεια της περιόδου 2009-2013 κατά 20%. Η Ελλάδα έχει πλέον κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος χαμηλότερο από τις άλλες 14 πιο ανεπτυγμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, από την Κύπρο και τη Σλοβενία. Είναι η χώρα με το χαμηλότερο μοναδιαίο κόστος εργασίας μετά από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
16. Οι μέσες ετήσιες μεικτές (ακαθάριστος μισθός και εισφορές εργοδότη) αποδοχές σε ευρώ στην Ελλάδα ανά απασχολούμενο κατά το 2014 είναι μικρότερες από αυτές της Σλοβενίας και της Κύπρου (όπου επίσης έχει μειωθεί ο πραγματικός μισθός) και ανέρχονται σε 21.930 ευρώ.
17. Κατά την περίοδο 2010-2013 οι κατώτατες συμβατικές κλαδικές πραγματικές αποδοχές υποχωρούν σημαντικά και μειώνονται κατά 18,8% στα ξενοδοχεία, 9,8% στο εμπόριο, 8,2% στις τράπεζες, 6,6% στην τσιμεντοβιομηχανία και 4,5% στη σιδηροβιομηχανία.
18. Παρά τη σημαντική αύξηση του αριθμού των ανέργων κατά την περίοδο 2010-2014, ο αριθμός των επιδοτούμενων ανέργων μειώνεται εξίσου σημαντικά, ιδιαίτερα το τελευταίο έτος, με αποτέλεσμα οι επιδοτούμενοι άνεργοι να αντίστοιχούν από το 1/3 τον Ιανουάριο του 2010, στο 10,3% των ανέργων τον Απρίλιο του 2014, ως αποτέλεσμα, κυρίως, της μείωσης του αριθμού των επιδοτούμενων ανέργων οι οποίοι ομαδοποιούνται στην κατηγορία των «κοινών κ.λπ. ανέργων» αλλά και των αλλαγών των προϋποθέσεων για τη λήψη του επιδόματος ανεργίας στους εποχικά απασχολούμενους.