Όλη τη Μεγάλη Βδομάδα η διακόσμηση των ναών μετατρεπόταν σε πένθιμη. Μαύρα τούλια, μωβ κορδέλες, τα γέλια και τα τραγούδια έπαυαν στους δρόμους και η ωδική στα σχολεία σταματούσε (καθώς τα σχολεία δεν έκλειναν για τόσο μεγάλο διάστημα όπως συμβαίνει σήμερα εδώ, αλλά έκαναν παύση μόνο από τη Μεγάλη Τετάρτη ως τη Τετάρτη του Πάσχα). Η θρησκευτική μεγαλοπρέπεια έφτανε στο κατακόρυφο τη Μεγάλη Παρασκευή με κορίτσια, γυναίκες και παιδιά να τρέχουν στην εκκλησία με πούλουδα (= λουλούδια) , στα οποία υπερτερούσαν τα εκατόφυλλα τριαντάφυλλα για τον στολισμό του κουβουκλίου. Τη μέρα εκείνη περνούσαν κάτω από το στολισμένο Ιερό Κουβούκλιο όχι μόνο οι μικροί αλλά και οι μεγάλοι καθώς θεωρείτο καλό για τη γερωσύνη τους. Καλλίφωνες γυναίκες έψαλλαν ένα δραματικό μοιρολόι το οποίο διεύθυνε η πιο καλλίφωνη της περιοχής και το οποίο προκαλούσε συγκίνηση, ρίγη και κλάμα. Σε όλα τα παράθυρα και στα πεζούλια των σπιτιών κάπνιζαν πήλινα και μπρούτζινα θυμιατά ενώ οι γυναίκες έραιναν έξω στους δρόμους τους διερχόμενους επιτάφιους με χιώτικο ανθόνερο, καθώς θλιβερά, σπαραχτικά κλάματα ακούγονταν από τα μισόκλειστα παράθυρα κάποιων σπιτιών που θρηνούσαν κάποιο αγαπημένο πρόσωπο που είχαν πρόσφατα χάσει.
Η πρώτη Ανάσταση γινόταν τις πρωινές ώρες (και όχι τα μεσάνυχτα όπως σήμερα συνηθίζεται), σαν πύρινα ποτάμια έμοιαζαν τα κεράκια των πιστών που επέστρεφαν στα σπίτια τους για να κάνουν τον καθιερωμένο σταυρό στα κατώφλια. Το απόγευμα του Πάσχα έκαιγαν στην αυλή τον “Εβραίο” (τότε γνωστό πανελλήνιο έθιμο) που κρεμούσαν ψηλά από ένα σύρμα μεταξύ καμπαναριού και σχολείου. Επρόκειτο για ένα ομοίωμα που έμοιαζε σαν Εβραίος της παλιάς εποχής καμωμένο από τσουβάλια, γεμάτα άχυρο το οποίο έκαιγαν. Έθιμο πάρα πολύ βάρβαρο αλλά επιβεβλημένο εκείνη την εποχή. Ήταν η εποχή βέβαια που στην Αθήνα σκοτώνονταν με τους πυροβολισμούς του Πάσχα.
Τη Τρίτη ημέρα του Πάσχα την ονόμαζαν «Νιότριτο» , δηλαδή καινούργια Τρίτη. Ενώ όλη η εβδομάδα του Πάσχα ονομαζόταν «Διακαινήσιμος» που σήμαινε καινούργια εβδομάδα. Το Νιότριτο λοιπόν γινόταν περιφορά των εικόνων στη κάθε ενορία, η οποία δε συναντάτε αλλού στην Ελλάδα. Πριν τη περιφορά γινόταν μια δημοπρασία μεταξύ των καραβοκύρηδων και όποιος έδινε τα πιο πολλά εκείνος θα σήκωνε την κάθε εικόνα, με αυτό τον τρόπο ενισχύονταν οικονομικά οι ναοί. Τη Παρασκευή του Πάσχα τιμούσαν σε μια λαμπρή ατμόσφαιρα τη γιορτή του Καθεδρικού Ναού, συγκεντρωμένοι όλοι στο περίβολο της εκκλησίας με τα βεγγαλικά να φωτίζουν τον νυχτερινό ουρανό και μόλις αυτά έπαυαν ξεκινούσε η αγρυπνία.
Αυτή ήταν η λατρευτική παράδοση του Πάσχα στην Αγία Παρασκευή (σημερινό Κιόστε) της Μικράς Ασίας, της μικράς και όμορφης, γαλάζιας Ιωνίας.