2.Σε ποιους ασφαλιστικούς οργανισμούς
εφαρμόζονται οι διατάξεις της διαδοχικής
ασφάλισης;
3.Πως εφαρμόζονται οι διατάξεις της
διαδοχικής ασφάλισης στους οργανισμούς που
χορηγούν εφάπαξ παροχές;
4.Ποιοι θεωρούνται οργανισμοί
επικουρικής ασφάλισης για την εφαρμογή των
διατάξεων της διαδοχικής ασφάλισης;
5.Εφαρμόζονται οι διατάξεις της
διαδοχικής ασφάλισης και στους δημοσίους
υπαλλήλους;
6.Τι ισχύει για τους δημοσίους
υπαλλήλους που έχουν διοριστεί στο δημόσιο μέχρι
31-12-1982 και έχουν ασφαλιστεί πριν το διορισμό τους
σε οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης;
7.Πώς εφαρμόζεται η διαδοχική ασφάλιση
στον Ο.Γ.Α.;
8.Τι ισχύει όταν υπάρχει παράλληλη
ασφάλιση;
9.Ποιος ασφαλιστικός οργανισμός είναι
αρμόδιος για την κρίση του συνταξιοδοτικού
δικαιώματος και την απονομή της σύνταξης των
διαδοχικά ασφαλισμένων κατά την επέλευση του
ασφαλιστικού κινδύνου ( γήρας • αναπηρία • θάνατος
);
10.Ποιοι είναι οι τρόποι υπολογισμού του
ποσού της σύνταξης;
11.Σε ποιούς ασφαλισμένους εφαρμόζονται
οι ανωτέρω τρόποι υπολογισμού της σύνταξης.
12.Σε ποιες αποδοχές υπολογίζεται το
ποσό της σύνταξης;
13.Πότε επιβαρύνονται οι συμμετέχοντες
οργανισμοί με τη δαπάνη της σύνταξης;
14.Προσμετράται ο χρόνος ασφάλισης που
πραγματοποιήθηκε μετά τη συνταξιοδότηση από
συνταξιούχο γήρατος;
15.Είναι δυνατός ο αποχωρισμός του
χρόνου διαδοχικής ασφάλισης, που
χρησιμοποιήθηκε για τη λήψη σύνταξης με τις
διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης;
16.Πώς εφαρμόζονται οι διατάξεις της
διαδοχικής ασφάλισης με κράτη μέλη της Ε.Ε. και
κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει Διμερείς
Συμβάσεις;
1.Είναι
υποχρεωτική η εφαρμογή των διατάξεων της
διαδοχικής ασφάλισης;
Οι διατάξεις περί διαδοχικής
ασφάλισης (ν.δ.4202/61) προβλέπουν το
συνυπολογισμό ολοκλήρου του χρόνου της
διαδοχικής ασφάλισης του ασφαλισμένου .Στην
περίπτωση όμως, που ένας ασφαλισμένος
έχει μεγαλύτερη προστασία χωρίς την
εφαρμογή των διατάξεων της διαδοχικής
ασφάλισης, η εφαρμογή των διατάξεων αυτών
δεν είναι υποχρεωτική. Διαφορετικά δεν θα
ήταν δυνατή η εκπλήρωση του σκοπού του
νόμου , που σε τελευταία ανάλυση, είναι η
προστασία του ασφαλισμένου από την
απώλεια του συνταξιοδοτικού δικαιώματος
λόγω αλλαγής ασφαλιστικού οργανισμού.
2. Σε ποιους ασφαλιστικούς
οργανισμούς εφαρμόζονται οι διατάξεις
της διαδοχικής ασφάλισης;
Εφαρμόζονται μεταξύ ομοειδών οργανισμών,
δηλαδή:
α. μεταξύ
οργανισμών κύριας ασφάλισης
β. μεταξύ
οργανισμών επικουρικής ασφάλισης
γ. μεταξύ
οργανισμών χορήγησης εφάπαξ παροχής
Με τις διατάξεις
της παρ. 3 του άρθρου 12 του ν. 1405/83 ,
εφαρμόζονται οι διατάξεις της διαδοχικής
ασφάλισης και στους οργανισμούς που
χορηγούν εφάπαξ παροχές ( Ταμεία Πρόνοιας )
ανεξάρτητα από την ονομασία και τη νομική
μορφή τους.
Ο κάθε
οργανισμός καταβάλλει στο δικαιούχο το
ποσό του εφάπαξ βοηθήματος που βαρύνει
αυτόν, ανάλογα με το χρόνο ασφάλισης που
είχε στην ασφάλιση του, εφόσον ο
ασφαλισμένος θεμελιώνει δικαίωμα για
τη χορήγηση της εφάπαξ παροχής , με το
σύνολο του χρόνου που διανύθηκε σε όλους
τους οργανισμούς , κατά την επέλευση του
ασφαλιστικού κινδύνου και με την υποβολή
αντίστοιχων αιτήσεων σε κάθε φορέα
ξεχωριστά.
To ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά 8% για κάθε
χρόνο από τη διακοπή της ασφάλισης από
κάθε φορέα Πρόνοιας και μέχρι την
οριστική αποχώρηση του ασφαλισμένου από
τον τελευταίο φορέα ασφάλισης Πρόνοιας (
άρθρο 18 του ν. 2079/92 ).
Οργανισμοί
επικουρικής ασφάλισης θεωρούνται τα Νομικά
Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, που χορηγούν
περιοδικές παροχές, βοηθήματα ή μρερίσματα
ανεξάρτητα από το Υπουργείο που
υπάγονται καθώς και τα Νομικά Πρόσωπα
Ιδιωτικού Δικαίου, εφόσον τα έσοδά τους από
εργοδοτικές εισφορές, κοινωνικούς πόρους ή
άλλη επιχορήγηση είναι μεγαλύτερα από
τα έσοδά τους από τις εισφορές των
ασφαλισμένων.
Ο θεσμός της
διαδοχικής ασφάλισης που ισχύει για τους
εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα
καθιερώνεται με τις διατάξεις της παρ. 3 του
άρθρου 17 και του εδαφ. δ.΄της παρ. 4 του
άρθρου 20 του ν. 2084/92 και για όσους
διορίστηκαν από 1-1-1983 και μετά στο Δημόσιο,
σε Ν.Π.Δ.Δ. ή ΟΤΑ.
Ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 1-6
του ν. 1405/83, οι οποίες προβλέπουν την
αναγνώριση του χρόνου ασφάλισης σε
ασφαλιστικούς οργανισμούς από το Δημόσιο
και το αντίστροφο, κατόπιν εξαγοράς.
Σύμφωνα με τις
διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 2458/97 οι
διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης
εφαρμόζονται μεταξύ του Κλάδου Κύριας
Ασφάλισης Αγροτών και των άλλων φορέων
Κύριας Ασφάλισης.
Οι διατάξεις της
διαδοχικής ασφάλισης επιτρέπουν να
συνυπολογιστεί μόνο μια φορά ο χρόνος της
παράλληλης ασφάλισης, ο δε ασφαλισμένος
έχει δικαίωμα να επιλέξει τον οργανισμό του
οποίου θα προσμετρήσει το χρόνο ασφάλισης .
διαδοχικά
ασφαλισμένων κατά την επέλευση του
ασφαλιστικού κινδύνου ( γήρας – αναπηρία
– θάνατος );
α Αρμόδιος για την κρίση
του συνταξιοδοτικού δικαιώματος είναι ο
τελευταίος οργανισμός, όταν επέλθει ο
ασφαλιστικός κίνδυνος ( γήρας , αναπηρία ή
θάνατος ), εφόσον ο ασφαλισμένος έχει
πραγματοποιήσει αποκλειστικά στην
ασφάλισή του τις απαιτούμενες ημέρες για
την κρίση της αρμοδιότητας, δηλαδή 1500
ημέρες εργασίας, από τις οποίες 500 κατά
την τελευταία πενταετία, πριν τη διακοπή
της ασφάλισης ή την ημερομηνία υποβολής
της αίτησης για τη συνταξιοδότηση, και
εφόσον έχει τις απαιτούμενες κατά
περίπτωση ασφαλιστικού κινδύνου
προϋποθέσεις της νομοθεσίας του για τη
θεμελίωση του συνταξιοδοτικού
δικαιώματος, δηλ. όριο ηλικίας, ποσοστό
αναπηρίας ή επέλευση θανάτου καθώς και το
χρόνο ασφάλισης με το συνυπολογισμό
ολοκλήρου του χρόνου της διαδοχικής
ασφάλισης.
β. Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν
στον τελευταίο οι προϋποθέσεις για την
κρίση της αρμοδιότητας, (δηλ. 1500-500 Η.Ε.), ή ο
ασφαλισμένος δεν πληρεί τις προϋποθέσεις
της νομοθεσίας του τελευταίου οργανισμού,
αρμόδιος καθίσταται ο οργανισμός στην
ασφάλιση του οποίου έχουν
πραγματοποιηθεί οι περισσότερες ημέρες
ασφάλισης, εφόσον ο ασφαλισμένος πληρεί
τις προϋποθέσεις της νομοθεσίας του για
τη θεμελίωση δικαιώματος γήρατος
αναπηρίας ή θανάτου.
γ. Εάν ο ασφαλισμένος δεν πληρεί
τις προϋποθέσεις της νομοθεσίας του
οργανισμού με τις περισσότερες ημέρες,
αρμόδιοι καθίστανται οι κατά φθίνουσα
σειρά ημερών εργασίας ασφαλιστικοί
οργανισμοί, εφόσον ο ασφαλισμένος πληρεί
τις προϋποθέσεις της νομοθεσίας τους.
δ. Εάν ο ασφαλισμένος δεν έχει
θεμελιώσει δικαίωμα σε κανένα από τους
προηγούμενους οργανισμούς, αρμόδιος για
την κρίση του συνταξιοδοτικού
δικαιώματος καθίσταται και πάλι ο
τελευταίος οργανισμός, εφόσον ο
ασφαλισμένος έχει πραγματοποιήσει στην
ασφάλιση του αποκλειστικά 1000 Η.Ε., εκ των
οποίων 300 την τελευταία πενταετία πριν
τη διακοπή της απασχόλησης ή την υποβολή
της αίτησης, για την κρίση του
συνταξιοδοτικού δικαιώματος γήρατος και
αναπηρίας και για το θάνατο 300 Η.Ε.
οποτεδήποτε, καθώς και τις προϋποθέσεις
της νομοθεσίας του για τη θεμελίωση του
συνταξιοδοτικού δικαιώματος.
Υπάρχουν δύο
τρόποι υπολογισμού του ποσού της
σύνταξης των διαδοχικά ασφαλισμένων, οι
οποίοι ορίζονται από τις διατάξεις του
άρθρου 11 του ν. 1405/83.
α.
Ο υπολογισμός του ποσού της σύνταξης με
το καθεστώς του άρθρου 10 του ν. 1405/83,
γίνεται σύμφωνα με τη νομοθεσία του
οργανισμού που θα απονείμει τη σύνταξη,
θεωρώντας ότι όλος χρόνος διαδοχικής
ασφάλισης διανύθηκε στην ασφάλιση του..
Δηλαδή, ο οργανισμός που απονέμει την
σύνταξη θεωρεί ότι ο χρόνος ασφάλισης σ'
αυτόν και στους άλλους οργανισμούς,
διανύθηκε στην ασφάλισή του, υπολογίζει
το ποσό της σύνταξης σύμφωνα με την
νομοθεσία του και το καταβάλλει ολόκληρο
στο δικαιούχο μαζί με τις προσαυξήσεις.
β.
Ο υπολογισμός του ποσού της σύνταξης με
το καθεστώς του άρθρου 15 του ν. 1902/90,
κατά τον οποίο υπολογίζονται τμηματικά
ποσά σύνταξης σύμφωνα με τη νομοθεσία του
κάθε οργανισμού και ανάλογα με το
χρόνο ασφάλισης που έχει διανυθεί στον
καθένα, το άθροισμα των οποίων καταβάλλει
ο απονέμων τη σύνταξη οργανισμός
Δηλαδή, το ποσό
της σύνταξης του δικαιούχου είναι το
άθροισμα των τμημάτων του ποσού της
σύνταξης που καθορίζει ο κάθε οργανισμός
(απονέμων & συμμετέχων) στην ασφάλιση
του οποίου διανύθηκε ο χρόνος ασφάλισης,
σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας
του.
Οι
διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 11 του ν.1405/83
όπως αντικαταστάθηκαν με την 3 του άρθρου
18 του ν.2079/82, ορίζουν ότι οι διατάξεις του
άρ.5 του Ν.Δ/τος 4202/61 όπως αντικαταστάθηκαν
με το άρθρο 10 του ν.1405/83, δεν έχουν
εφαρμογή:
αα) στους
ασφαλισμένους που υπάχθηκαν διαδοχικά
από την ασφάλιση φορέα που ασφαλίζει
αυτοτελώς απασχολουμένους στην ασφάλιση
φορέα που ασφαλίζει μισθωτούς και
αντίστροφα και
ββ)
στους ασφαλισμένους για πρώτη φορά από
1/1/79 και μετά ασφαλίσθηκαν διαδοχικά σε
οποιοδήποτε φορέα ασφάλισης εκτός αυτών
που ασφαλίσθηκαν μεν διαδοχικά για πρώτη
φορά από 1/1/79 και μετά από φορέα ασφάλισης
μισθωτών παρέμειναν όμως απασχολούμενοι
στον ίδιο εργοδότη (παρ.3 άρ.18 του ν.2079/92).
α) σε
ασφαλισμένους, οι οποίοι μέχρι και την
31/12/78 είχαν υπαχθεί διαδοχικά στην
ασφάλιση δύο ή περισσοτέρων οργανισμών
που ασφαλίζουν μισθωτούς π.χ.ΙΚΑ-ΤΑΠ-ΟΤΕ
β) σε
ασφαλισμένους, οι οποίοι μέχρι και την
31/12/78 είχαν υπαχθεί διαδοχικά στην
ασφάλιση δύο οργανισμών που ασφαλίζουν
αυτοτελώς απασχολουμένους π.χ. ΤΕΒΕ-ΤΑΕ
γ)
σε ασφαλισμένους, οι οποίοι μέχρι και την
31/12/78 είχαν ασφαλισθεί σε έναν φορέα
μισθωτών και υπήχθησαν διαδοχικά για
πρώτη φορά μετά την 1/1/79 σε άλλο φορέα
μισθωτών, παρέμειναν όμως στον ίδιο
εργοδότη
(Σημειώνεται
ότι, η διάταξη αυτή ισχύει αναδρομικά από
1/1/79 και αφορά όσους ασφαλισμένους έχουν
υπαχθεί διαδοχικά και παρέμειναν στον
ίδιο εργοδότη μέχρι τις 24-12-1997 ( άρθρο 15,
παρ. 2
τουν.2556/97).
α) στους
ασφαλισμένους που υπήχθησαν διαδοχικά
από την ασφάλιση φορέα που ασφαλίζει
αυτοτελώς απασχολούμενα πρόσωπα, στην
ασφάλιση φορέα που ασφαλίζει μισθωτούς ή
αντίστροφα, π.χ. ΤΕΒΕ - ΙΚΑ και
β) στους ασφαλισμένους που για πρώτη
φορά από 1/1/79 και μετά ασφαλίσθηκαν
διαδοχικά σε οποιονδήποτε φορέα
ασφάλισης.
Σύμφωνα
με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του
άρθρου 5 του ν.δ. 4202/61, ο οργανισμός που
απονέμει τη σύνταξη υπολογίζει το ποσό
της σύνταξης σύμφωνα με τη νομοθεσία του.
Επίσης
και οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 11
του ν. 1405/83 ορίζουν ότι καθένας οργανισμός
μεταξύ των οποίων και αυτός που απονέμει
τη σύνταξη υπολογίζει το ποσό της
σύνταξης σύμφωνα με τη νομοθεσία του.
Συνεπώς,
είτε με τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν.δ.
4202/61 είτε με τις διατάξεις του άρθρου 11
του ν. 1405/83, απονέμεται η σύνταξη, ο
οργανισμός που την απονέμει υπολογίζει
το ποσό της σύμφωνα με τη νομοθεσία του.
Οι οργανισμοί που
ασφαλίζουν μισθωτούς, λαμβάνουν υπ΄όψη
τους για τον υπολογισμό του ποσού της
σύνταξης , τις αποδοχές ορισμένων
χρονικών περιόδων της τελευταίας
απασχόλησης του ασφαλισμένου.
Επειδή από τις γενικές
διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης δεν
ορίζεται ποιες αποδοχές λαμβάνονται υπ’
όψη για τον υπολογισμό του ποσού της
σύνταξης, όταν ο απονέμων δεν είναι ο
τελευταίος οργανισμός, ή όταν κάθε
προηγούμενος οργανισμός καθορίζει το
ποσό της επιβάρυνσής του, με τις
διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 1902/90, σύμφωνα
με τη νομοθεσία του, και εφ‘ όσον από τη
νομοθεσία του δεν υπάρχουν διατάξεις
περί αναπροσαρμογής , λαμβάνονται υπ’
όψιν οι αποδοχές που ελάμβανε ο
ασφαλισμένος κατά τον τελευταίο μήνα της
ασφάλισης του στον οργανισμό που
απονέμει τη σύνταξη ή καθορίζει το ποσό
της συμμετοχής του και όχι στον τελευταίο
οργανισμό, διότι αν οι ανωτέρω διατάξεις
είχαν σκοπό να λαμβάνονται υπόψη οι
αποδοχές της απασχόλησης του
ασφαλισμένου για την οποία ασφαλίσθηκε
στον τελευταίο οργανισμό, θα το όριζαν
ρητώς.
α.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 69 του
ν. 2084/92, που προστέθηκαν στο τέλος της παρ.
3 του άρθρου 15 του ν. 1902/90 και αφορούν μόνο
τις ασφαλιστικές περιπτώσεις γήρατος,
των οποίων το ποσό της σύνταξης
υπολογίζεται με τις διατάξεις του άρθρου
15 του ν. 1902/90 ( τμηματικός τρόπος
υπολογισμού του ποσού της σύνταξης ), ο
συμμετέχων οργανισμός επιβαρύνεται με τη
δαπάνη συνταξιοδότησης, όταν ο
ασφαλισμένος συμπληρώσει το όριο ηλικίας
του συμμετέχοντα, οπότε και καταβάλλεται
από τον απονέμοντα οργανισμό στον
ενδιαφερόμενο το άθροισμα των τμήμάτων
της σύνταξης κάθε οργανισμού και γίνεται
η απόδοση της σχετικής επιβάρυνσης από
τους συμμετέχοντες οργανισμούς προς τον
απονέμοντα τη σύνταξη οργανισμό.
β. Όταν
ο απονέμων οργανισμός χορηγεί τη
σύνταξη γήρατος σε ηλικία μικρότερη από
αυτή που προβλέπεται για τη
συνταξιοδότηση των ασφαλισμένων του ΙΚΑ,
που υπάγονται στον Κανονισμό των Βαρέων
και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων ( ηλικία:
άνδρες 60 ετών και γυναίκες 55 ετών ), τότε ο
συμμετέχων οργανισμός θα επιβαρυνθεί με
το ποσό που του αναλογεί, για το χρόνο που
διανύθηκε στην ασφάλισή του, από τη
χρονική στιγμή που ο ασφαλισμένος θα
συμπληρώσει το 60ο έτος της ηλικίας του
και η ασφαλισμένη το 55ο έτος.
Με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 9 του
ν. 1405/83 δίδεται το δικαίωμα στο
συνταξιούχο λόγω γήρατος, ο οποίος με την
ιδιότητα αυτή παρέσχε εργασία ή άσκησε
επάγγελμα για το οποίο ασφαλίσθηκε σε
άλλο ομοειδή οργανισμό, να ζητήσει από
τον οργανισμό, από τον οποίο
συνταξιοδοτείται, να προσμετρήσει και
τον χρόνο αυτόν για την προσαύξηση της
σύνταξης.
Σύμφωνα όμως με την παρ. 4 του άρθρου 63 του
ν. 2676/99 προϋπόθεση για την αξιοποίηση
εκ μέρους των συνταξιούχων γήρατος του
χρόνου εργασίας και ασφάλισης τους (
δηλαδή να χρησιμοποιηθεί είτε για
προσαύξηση της σύνταξης είτε για
θεμελίωση νέού συνταξιοδοτικού
δικαιώματος σε άλλο φορέα ) είναι να
έχει ανασταλεί η σύνταξη ( είτε από τον
ασφαλιστικό οργανισμό ή κατόπιν σχετικής
δήλωσης των ιδίων συνταξιούχων. ).
Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, ο χρόνος
της απασχόλησης ως συνταξιούχου , δεν
συνυπολογίζεται ως συντάξιμος ούτε για
την προσαύξηση της σύνταξής με τις
διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 1405/83, εάν ο
συνταξιούχος δεν έχει ζητήσει την
αναστολή καταβολής της σύνταξης
από τον φορέα που τον συνταξιοδοτεί..
Από
την ημέρα που χορηγήθηκε η σύνταξη στον
διαδοχικά ασφαλισμένο , ο ασφαλισμένος
ακολουθεί την τύχη των συνταξιούχων του
οργανισμού που χορήγησε τη σύνταξη και
έχει τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες
υποχρεώσεις του οργανισμού αυτού.
Από
την ημέρα αυτή δεν είναι πλέον δυνατή η
αποδέσμευση του χρόνου που διανύθηκε
στην ασφάλιση των συμμετεχόντων
οργανισμών ( Παρ. 7 του άρθρου 5 του ν.δ.
4202/61, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 του
ν. 1405/83 και την παράγραφο 2 του άρθρου 4 του
ν. 1539/85 ).
Οι
διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης εκτός
από τους φορείς του εσωτερικού της χώρας,
έχουν εφαρμογή και σε κράτη-μέλη της Ε.Ε. ή
σε κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει
Διμερείς Συμβάσεις Κοινωνικής Ασφάλειας.
Επισημαίνεται ότι οι Διμερείς Συμβάσεις
δεν καλύπτουν τους ναυτικούς.
Η εφαρμογή όμως των ανωτέρω διατάξεων
ρυθμίζεται κατά διαφορετικό τρόπο και
εισάγονται παρεκκλίσεις από τις γενικές
διατάξεις του Ν.Δ.4202/61.
Σύμφωνα με το Φ.ΕΟΚ/1033/10-7-95 έγγραφο της
Διεύθυνσης Διακρατικής Κοινωνικής
Ασφάλισης, κατά την εφαρμογή των
διατάξεων της ελληνικής νομοθεσίας περί
διαδοχικής ασφάλισης σε συνδυασμό με τις
αντίστοιχες διατάξεις των Κανονισμών ΕΟΚ
1408/71 και 574/72 και των διμερών συμβάσεων
Κοινωνικής Ασφάλισης, η πρώτη ενέργεια
που πρέπει να γίνει είναι η εξεύρεση,
σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 14 του
Ν.1902/90, του απονέμοντα φορέα με βάση μόνο
τον ελληνικό χρόνο ασφάλισης.
Εφόσον εξευρεθεί απονέμων φορέας,
τότε αυτός διεξάγει και την αλληλογραφία
με τους ξένους φορείς και
στέλνει τα σχετικά έντυπα
(Ε 202, Ε 203, Ε 204, Ε 205GR της Ε.Ε. ή τα αντίστοιχα
των διμερών Συμβάσεων) και
δικαιολογητικά, ζητώντας το χρόνο του
άλλου κράτους.
Εάν δεν εξευρεθεί απονέμων φορέας, τότε ο
τελευταίος ελληνικός φορέας υποχρεούται
να προβεί στη σχετική αλληλογραφία. Στη
συνέχεια και αφού σταλεί από το φορέα του
άλλου κράτους ο χρόνος ασφάλισης, ο
τελευταίος φορέας αρχίζει εκ νέου τη
διαδικασία εξεύρεσης του απονέμοντα
φορέα.
Επισημαίνεται ότι οι ειδικές
προϋποθέσεις των 1.500 ημερών (εκ των οποίων
500 στην τελευταία πενταετία) ή των 1000
ημερών (εκ των οποίων 300 στην τελευταία
πενταετία) για τον προσδιορισμό του
αρμόδιου φορέα συμπληρώνονται μόνο με
ελληνικό χρόνο ασφάλισης. Ο αλλοδαπός
χρόνος χρησιμοποιείται μόνο για τη
συμπλήρωση των χρονικών προϋποθέσεων
προκειμένου να εξευρεθεί ο απονέμων
φορέας.