Η αποζημίωση που επιδικάστηκε, τώρα, από το Γ΄ Τμήμα σε δικηγόρο αφορά την ηθική βλάβη που υπέστη καθώς η απόφαση που περίμενε και αφορούσε στο επαγγελματικό του μέλλον, εκδόθηκε έπειτα από 100 μήνες και αφού είχαν μεσολαβήσει 10 αναβολές (!) τις οποίες δεν είχε ζητήσει ο ίδιος. Ο δικηγόρος είχε καταθέσει την προσφυγή του στο ΣτΕ στις 30.6.2003 και αυτή συζητήθηκε τελικά στο Γ’ Τμήμα του ΣτΕ στις 5.2.2009. Η απόφαση δημοσιεύθηκε στις 20.10.2011 και καθαρογράφτηκε στις 17.1.2012.
Το ΣτΕ αναγνώρισε την τραγική καθυστέρηση και έκρινε με απόφασή τους (4467/2012) ότι ο δικηγόρος δεν συνέβαλε σε αυτή καθώς οι πολυάριθμες αναβολές συζήτησης της υπόθεσής του δόθηκαν είτε αυτεπαγγέλτως είτε από την πλευρά των αντιδίκων. Μάλιστα, στην απόφαση επισημαίνεται πως η υπό εκδίκαση υπόθεση δεν ήταν και ιδιαίτερα περίπλοκη νομικά για να απαιτεί τόσο χρόνο και ότι το ζητήματα το οποίο έθετε ο δικηγόρος με την προσφυγή του έχει λυθεί με προηγούμενη νομολογία του ΣτΕ.
Ακόμη, το ΣτΕ σημειώνει στην απόφασή του ότι οι 100 μήνες που απαιτήθηκαν για την έκδοση της απόφασης δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις της εύλογης διάρκειας της δίκης κατά την έννοια του Ν. 4055/2012 και η καθυστέρηση αυτή «προκάλεσε πράγματι στον δικηγόρο ηθική βλάβη, συνιστάμενη στην αγωνία, την ταλαιπωρία και την αβεβαιότητα που υπέστη ο δικηγόρος». Το ΣτΕ έκρινε δικαιολογημένη την επιδίκαση εύλογου χρηματικού ποσού ως δίκαιη ικανοποίηση του δικηγόρου.
Η υπόθεση
Ο δικηγόρος είχε καταθέσει στο ΣτΕ τον Ιούνιο του 2003 αίτησης για ακύρωση της απόφασης του πρυτανικού συμβουλίου του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, με την οποία επελέγη για τη θέση του νομικού συμβούλου άλλη συνάδελφός του και όχι ο ίδιος. Τελικά πήρε την απόφαση της Δικαιοσύνης στα χέρια τον Ιανουάριο του 2012.
Με την έκδοση της απόφασης, μετά την πάροδο δηλαδή 8 ετών και πλέον ετών, ο δικηγόρος προσέφυγε εκ νέου στο ΣτΕ ζητώντας αποζημίωση αρχικά για την ηθική βλάβη που υπέστη λόγω υπέρβασης της εύλογης διάρκειας της δίκης ύψους 30.000 ευρώ. Στην προσφυγή του επικαλούνταν τον Ν. 4055/2012 και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) που έχει επικυρωθεί από τη χώρα μας με τον Ν.Δ. 53/1974. Τα δύο αυτά νομοθετήματα προβλέπουν ότι οι δίκες πρέπει να γίνονται μέσα σε λογική προθεσμία και εάν υπάρξει υπέρβαση της εύλογης διάρκειας της δίκης, ο πολίτης δικαιούται να στραφεί κατά του υπουργού Οικονομικών που εκπροσωπεί το Ελληνικό Δημόσιο και να ζητήσει εύλογη αποζημίωση για αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το Δημοσίου που παραστάθηκε στη συζήτηση της προσφυγής προέβαλλε ως επιχείρημα ότι υπάρχει κλονισμός της δημοσιονομικής ισορροπίας του ελληνικού κράτους λόγω της οικονομικής κρίσης και για τον λόγο αυτό ζήτησε να επιδικαστεί στον δικηγόρο το ποσό των 1.500 ευρώ.