Η αλήθεια είναι ότι οι τρεις αρχηγοί των κυβερνητικών κομμάτων, ο πρωθυπουργός κ. Αντώνης Σαμαράς, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κ. Ευάγγελος Βενιζέλος και ο επικεφαλής της Δημοκρατικής Αριστεράς κ. Φώτης Κουβέλης εξεπλάγησαν αρνητικά με την επιμονή της τρόικας να ζητά σκληρά μέτρα, που επιβαρύνουν τους πιο ασθενείς της κοινωνίας.
Ήλπιζαν ότι η βελτίωση του διεθνούς κλίματος για την Ελλάδα και τα εύσημα από ευρωπαίους ηγέτες και παράγοντες, θα αποτυπώνονταν πρακτικά και στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα. Προσδοκούσαν δε ότι το πακέτο των μέτρων και ορισμένες παράπλευρες κινήσεις στήριξης της κυβερνητικής προσπάθειας, όπως η επιμήκυνση θα καθορίζονταν από την πολιτική βούληση των ξένων ηγετών και όχι από την «αριθμολαγνεία» των τεχνοκρατών της τρόικας.
Στην πραγματικότητα με την καθυστέρηση στην οριστικοποίηση των μέτρων πραγματοποιείται εκ των πραγμάτων μία ιδιότυπη πολιτική διαπραγμάτευση με τους δανειστές, ώστε να βρεθεί μία χρυσή τομή.
Βέβαια κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος εάν πρόκειται για πραγματική δυστοκία στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα και πολιτικό αδιέξοδο ή για έναν επικοινωνιακό χειρισμό προκειμένου να μην επιβαρυνθούν τα τρία κυβερνητικά κόμματα με υπέρμετρο πολιτικό κόστος.
Είναι γεγονός όμως ότι για μία ακόμη εβδομάδα δεν έκλεισε το περιβόητο πακέτο μέτρων, με την εκκρεμότητα να σέρνεται για άγνωστο ακόμη καιρό, ενώ η συνοχή τουλάχιστον της Δημοκρατικής Αριστεράς και του ΠΑΣΟΚ να δοκιμάζονται -η ΝΔ φαίνεται να αντιμετωπίζει προς το παρόν λιγότερα εσωτερικά προβλήματα. Αλλά και η ίδια η συνεργασία μεταξύ των κομμάτων δεν διάγει την καλύτερη περίοδό της, κυρίως αυτή ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ.
Η Ιπποκράτους κατηγορεί ανοιχτά πλέον τη ΝΔ ότι εξαπατά τον ελληνικό λαό, όσο δεν υλοποιεί τις προεκλογικές της υποσχέσεις περί επαναδιαπραγμάτευσης και εύρεσης ισοδυνάμων μέτρων, ενώ το Μέγαρο Μαξίμου μόλις που συγκρατείται για να μην σπάσει η συνεργασία. Διαφαίνεται ότι μεταξύ των τριών κομμάτων αναπτύσσονται και στρατηγικές ποιος θα επιρρίψει στον άλλο την κύρια πολιτική ευθύνη για τα επώδυνα μέτρα.
Το ενδεχόμενο πάντως να εκδηλωθεί κυβερνητική κρίση και να εμφανιστεί άλυτο πολιτικό πρόβλημα δεν είναι ιδιαιτέρως πιθανό, παρά τις έντονες ζυμώσεις και τις συγκρούσεις. Τα περιθώρια είναι ασφυκτικά και οι επιλογές των ηγεσιών, αλλά και των βουλευτών ουσιαστικά οδηγούν στο μονόδρομο της υπερψήφισης των μέτρων.
Έχει όμως τεράστια σημασία το ποια θα είναι η τελική δοσολογία στο πακέτο των μέτρων, καθώς θα εξαρτηθεί το εύρος και η οξύτητα των κοινωνικών αντιδράσεων, αλλά και τα πολιτικά και χρονικά περιθώρια, που θα έχει πλέον στη διάθεσή της η κυβέρνηση για να συνεχίσει.
Το μεγάλο στοίχημα θα κριθεί το επόμενο δίμηνο: Θα καταφέρει η κυβέρνηση να βγει σχετικά αλώβητη από την ψήφιση των μέτρων και να σταθεροποιήσει στο διεθνές περιβάλλον τη θέση της χώρας, ώστε στη συνέχεια να προσμένει στη διάθεση χρήματος στην αγορά, που θα οδηγήσει σε μερική έστω επανεκκίνηση της οικονομίας; Και θα επιτύχει γρήγορα την περίφημη επιμήκυνση της δημοσιονομικής προσαρμογής, που θα επιτρέψει μία πιο ήπια εφαρμογή των μέτρων;
Ή θα προλάβουν οι απεργίες, οι κινητοποιήσεις και οι διαδηλώσεις σχεδόν σε όλο το κοινωνικό μέτωπο να τη φέρουν σε αδιέξοδο, σε συνδυασμό ίσως και με τους εσωτερικούς τριγμούς στα τρία κυβερνητικά κόμματα, που ενδεχομένως μειώσουν σημαντικά την κοινοβουλευτική της δύναμη; Μήπως και η κυβέρνηση Σαμαρά έχει την ίδια τύχη τελικά με εκείνες των Παπανδρέου και Παπαδήμου, που δεν κατάφεραν υπό το βάρος της κοινωνικής πίεσης να συνεχίσουν;
Το τεράστιο πρόβλημα και η φθορά που έχουν τα τρία κόμματα αρχίζουν να καταγράφονται πλέον και στις δημοσκοπήσεις, όπου βλέπουν τα ποσοστά τους να μειώνονται, με τη Χρυσή Αυγή να κερδίζει δυνάμεις και τον ΣΥΡΙΖΑ να πλησιάζει τη ΝΔ, αν και δεν φαίνεται να κερδίζει το ρεύμα δυσαρέσκειας στην κοινή γνώμη.
Ωστόσο, η Κουμουνδούρου ελπίζει στις μεγάλες κοινωνικές κινητοποιήσεις που έρχονται για να αποτελέσει το κόμμα υποδοχής όσων θέλουν ανατροπή αυτής της πολιτικής από τα αριστερά.