Όπως αναφέρουν μεταξύ άλλων στην επιστολή του, οι δικαστές τονίζουν ότι είναι: «ιδιαίτερα ανήσυχοι όχι μόνον για την κρισιμότητα της οικονομικής κατάστασης της χώρας μας, αλλά και για την μεγάλη κοινωνική αναταραχή που επικρατεί το τελευταίο διάστημα, σε όλους τους χώρους και μάλιστα ακόμα και σε κατηγορίες και κλάδους, οι οποίοι αποτελούν τον πυρήνα λειτουργίας της κρατικής μηχανής, όπως είναι οι κατηγορίες των ειδικών μισθολογίων.
Οι δαπάνες των ισότιμων με τους δικαστές μελών του Κοινοβουλίου (διατήρηση γραφείου, computer, δαπάνης διαμονής στην Αθήνα των βουλευτών της περιφέρειας, κ.λπ.) καλύπτονται από τον προϋπολογισμό της Βουλής, από τον οποίον καλύπτονται, επίσης και πολλά άλλα «προνόμια» των βουλευτών (μίσθωμα αυτοκινήτου με σύμβαση leasing, τέσσερις σταθερές τηλεφωνικές συνδέσεις και μία κινητού τηλεφώνου, παροχή εισιτηρίων αεροπορικών και ακτοπλοϊκών κ.λπ.) ιδιαίτερη αμοιβή, εκ ποσού 150 ευρώ ανά συνεδρίαση, για την συμμετοχή τους σε επιτροπές.
Οι βουλευτές έχουν και φορολογικές απαλλαγές, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα ο μεν ισότιμος με εκείνον αρεοπαγίτης να έχει παρακράτηση φόρου κατά μήνα 1.533 ευρώ, ο δε βουλευτής, παρακράτηση φόρου κατά μήνα 325 ευρώ».
Την επιστολή υπογράφουν οι πρόεδροι των Ενώσεων: 1) Δικαστών και Εισαγγελέων, 2) Δικαστικών Λειτουργών Συμβουλίου Επικρατείας, 3) Διοικητικών Δικαστών. 4) Εισαγγελέων Ελλάδος, 5) Δικαστικών Λειτουργών Ελεγκτικού Συνεδρίου και 6) Μελών Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.