Αμβλυνση και στρέβλωση της δημοκρατικής συνείδησης, σύγχυση για το τι σημαίνει (ή δεν σημαίνει) «δημοκρατία»: Είναι το δραματικό επακόλουθο, ο καρπός ο «εις θάνατον», από την εγκατάλειψη της Παιδείας στον έλεγχο του συντεχνιακού «αποδομισμού» τα τελευταία τριάντα έξι χρόνια.
Πρόκειται για έμπρακτη καθολικευμένη ανοχή του ολοκληρωτισμού: Η ελλαδική κοινωνία όχι απλώς δεν αντιδρά, δεν οργίζεται, δεν ανησυχεί, αλλά θεωρεί πια αυτονόητες τις μεθόδους και πρακτικές της παρανομίας και αυθαιρεσίας, αυτονόητη τη βία που ασκούν τα οργανωμένα συμφέροντα.
Το μεγάλο κατόρθωμα των πιο μεγάλων από τα μεγάλα συμφέροντα είναι ότι έχουν εξασφαλίσει την αποκλειστικότητα σφετερισμού των σφραγίδων και των θυρεών της Αριστεράς, έτσι ώστε να μπορούν να λανσάρουν ωμό φασισμό σε «προοδευτική» συσκευασία χωρίς καμιά κοινωνική αντίδραση. Αφιόνισαν τη μεταπολιτευτική ελλαδική κοινωνία με την αυτονόητη βεβαιότητα ότι η απειλή του ολοκληρωτισμού έρχεται μόνο σαν επανάληψη του παρελθόντος, μόνο από μια πατριδοκάπηλη Δεξιά, αποκλείεται ο φασισμός να παραμονεύει στη βουλιμική ιδιοτέλεια των καπήλων της Αριστεράς.
Μπορεί λοιπόν να αγανακτούσαν οι έμποροι, οι μεταφορείς και οι ξενοδόχοι με τις φάλαγγες τεθωρακισμένων του εγχώριου «στρατού κατοχής» που κρατούσαν σε ομηρεία, για τόσες μέρες, τη χώρα. Αλλά τα κόμματα, ο Τύπος, τα κανάλια ούτε που διενοούντο να ψελλίσουν τη λέξη «φασισμός». Μάλλον έδιναν δίκιο στους ιδιοκτήτες των πανάκριβων τρακτέρ, μάλλον θεωρούσαν αυτονόητο δικαίωμα των διαμαρτυρομένων να καταργούν σαν κουρελόχαρτο το Σύνταγμα, να βάζουν ατιμώρητα τη χώρα στον «γύψο». Σύσσωμη η υπερευαίσθητη στην προάσπιση των «δημοκρατικών ελευθεριών», διανόηση δικαίωνε τον γκανγκστερικό εκβιασμό σαν μορφή «πάλης» – όπως εξωράισε και την ποδηγετημένη κτηνωδία του «Δεκέμβρη των κρυστάλλων», πέρυσι, σαν εκπληκτική αποκάλυψη της «ωριμότητας» των νέων.
Η ηδονή να καταστρέφεις οτιδήποτε ανήκει σε άλλον, προκειμένου να εκδικηθείς που δεν είναι όλα υποταγμένα στο εγώ σου, γεννιέται σαν σαδιστική απαίτηση όταν η συλλογικότητα, συνειδητά ή ανεπίγνωστα, έχει υιοθετήσει την αλογία στον καταμερισμό του κοινωνικού πλούτου. Δεν μπορεί να υπάρξει δημοκρατία (συνύπαρξη ως άθλημα σχέσεων κοινωνίας), αν δεν μπορεί ο πολίτης να έχει προφανή την απάντηση στο ερώτημα: γιατί ο άλλος και όχι εγώ. Σε αυτή την απάντηση στοχεύουν οι προσπάθειες (όπου και όταν αναλαμβάνονται) για αξιοκρατία, έλεγχο της ποιότητας, καταξίωση της άμιλλας.
Στην Ελλάδα τη μεταπολιτευτική, οι πολιτικοί μας άρχοντες έχουν επίσημα υιοθετήσει την άρνηση των προϋποθέσεων της δημοκρατίας: την αλογία στην κατανομή του πλούτου, την αρχή της επιβολής του ισχυροτέρου. Ισχυρότερος σήμερα είναι όποιος μπορεί να εκβιάσει τον σύνολο πληθυσμό: Να διαθέτει θηριώδες τρακτέρ, κομματικό μηχανισμό με καλοπληρωμένα επαγγελματικά στελέχη, αδίστακτη συντεχνιακή στρατηγική εκβιασμών.
Η ισχύς δεν ελέγχεται από τη λειτουργία θεσμών, από αρχές «κοινωνικού συμβολαίου». Μετριέται η ισχύς (και ομαδοποιείται για να διαβαθμιστεί) με μέτρο το ατομικό εισόδημα. Και το εισόδημα στο Ελλαδιστάν είναι, κατά κανόνα, άσχετο με την παραγωγικότητα, τη δημιουργική ικανότητα, την εργατικότητα, την ευσυνειδησία – δεν είναι οι απολαβές συνάρτηση των ταλέντων, της καλλιέργειας, της κατακτημένης ποιότητας. Η οικονομική ισχύς εξαρτάται από τη διαπλοκή με κομματικούς μηχανισμούς, την εκμετάλλευση της ψηφοθηρικής ιδιοτέλειας επαγγελματιών της πολιτικής, τη μετοχή σε συνδικάτα υψηλής ικανότητας εκβιασμών.
Ο διεθνής εξευτελισμός που ζούμε αυτές τις ημέρες, η διαπόμπευση της Ελλάδας σε πλανητικό επίπεδο, έχει απλώς αφορμή την οικονομική χρεοκοπία της χώρας, τον παράφρονα επί δεκαετίες υπερδανεισμό που μαγνήτισε τους κερδοσκόπους. Πραγματική αιτία, εξόφθαλμη, είναι η αλογία και ανομία στον δημόσιο βίο, το κοινωνικό μπάχαλο που δημιούργησε το ολοκληρωτικό καθεστώς της κομματοκρατίας, η κατάργηση της δημοκρατίας από τα κόμματα. Στην οικονομική χρεοκοπία (που μοιάζει αυτή τη φορά εντελώς αδιέξοδη) μας οδήγησε η εξάλειψη κάθε αξιοκρατίας, το ανεξέλεγκτο των συμπεριφορών και της ποιότητας, δηλαδή: ο αμοραλισμός των «κομμάτων εξουσίας», ο φασισμός των καπήλων της Αριστεράς.
Τι εξωφρενικότερο θέλουμε να δούμε; Σε μια χώρα όπου το μέγιστο των δημόσιων εσόδων προέρχεται από τη φορολόγηση μισθωτών και συνταξιούχων και το ολίγιστο από τη φορολόγηση επιχειρηματιών και ελεύθερων επαγγελματιών, η «σοσιαλιστική» κυβέρνηση ξεκινάει την «ανάταξη» της οικονομίας με «πάγωμα» μισθών και συντάξεων, μαζί με αύξηση της έμμεσης φορολογίας! Επιτέλους, για τις φοροαπαλλαγές των οικονομικά ισχυρών μπορούν να επικαλούνται τη λογική της εύνοιας προς τους παραγωγούς πλούτου απαραίτητου για την ανάπτυξη. Αλλά για την ωμή, ιταμή, αδικαιολόγητη ανισότητα αμοιβών στον δημόσιο τομέα ποια λογική μπορούν να επικαλεστούν; Αυτή είναι το κυρίως σκάνδαλο που εξωθεί την κοινωνία να σταθεί ενεργά αντίπαλη σε μέτρα προκλητικής προχειρότητας για «ανάταξη» της οικονομίας.
Οι δεκαέξι (16) κατ’ έτος μισθοί των υπαλλήλων της Βουλής. Οι εξωφρενικές οικονομικές «εξασφαλίσεις» όσων εργάζονταν στην πρώην «Ολυμπιακή». Οι μυθικές μισθολογικές προνομίες των διορισμένων σε οργανισμούς λιμένων και σιδηροδρόμων. Οι ιλιγγιώδεις αποδοχές των κομματικών παρακεντέδων στην ΕΡΤ, στα διοικητικά συμβούλια των αναρίθμητων εταιρειών του Δημοσίου, σε θέσεις «ειδικών συμβούλων» στα υπουργεία. Οι μισθοί των δικαστικών καθορισμένοι ετσιθελικά από τους ίδιους. Οι ληστρικές «προμήθειες» από τις αγορές ιατροφαρμακευτικού υλικού στα νοσοκομεία. Τα αστρονομικά κονδύλια για την ενίσχυση των πολιτικών κομμάτων και των επαγγελματικών ποδοσφαιρικών ομάδων. Και άλλες, πάμπολλες, ανάλογες περιπτώσεις συνιστούν την αλογία και ανομία που αν δεν εξαλειφθούν με συνέπεια, η απαιτούμενη για την οικονομική ανάκαμψη κοινωνική συνοχή θα παραμείνει ανέφικτη.
Αυτή την ώρα, ο αμοραλισμός ή ο φασισμός της κομματικής ιδιοτέλειας είναι το πρώτο και επείγον πρόβλημα. Το φάσμα της απειλής να αρχίσουν οι λεηλασίες καταστημάτων και σπιτιών έρχεται δεύτερο.
Tου Χρηστου Γιανναρα