Είναι το κομμάτι από τα «Ελληνικά» του Ξενοφώντα (Β, ΙΙ, 10 Μετάφραση του Ρόδη Ρούφου. Εκδόσεις «Γαλαξίας» 1971), που περιγράφει τι συνέβη στην Αθήνα το 405 – 404 π.Χ., μετά την καταστροφή στους Αιγός Ποταμούς, η οποία σύντομα οδήγησε στη συνολική ήττα και στη νίκη της Σπάρτης, κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Αυτό το κομμάτι στριφογυρίζει στο μυαλό μου βδομάδες τώρα, μετά τις διαδοχικές ήττες του Ολυμπιακού από την ΑΕΚ, τον Άρη και τον ΠΑΟΚ. Και στριφογυρίζει, γιατί διαβάζοντας τα σχόλια εκατοντάδων φίλων στο δικό μας και σε άλλα μπλογκ, βλέπω αυτό ακριβώς.
Όπως και οι Αθηναίοι μετά τους Αιγός Ποταμούς, σχεδόν δυόμιση χιλιάδες χρόνια πριν, έτσι και οι οπαδοί του Ολυμπιακού τώρα φοβούνται ότι θα πάθουν αυτά που κάνανε τόσα χρόνια στους άλλους. Σε τόσα ματς ο Ολυμπιακός πήρε νίκες που δεν άξιζε, ταπεινώνοντας τους αντιπάλους του, όπως οι αρχαίοι Αθηναίοι έσφαζαν κι εξανδραπόδιζαν τους κατοίκους των παραπάνω πόλεων. Ξέρουν και οι ίδιοι οι Ολυμπιακοί ότι δεν αξίζανε αληθινά και τα 12 πρωταθλήματα που πήρανε. Ανύπαρκτα πέναλτι, αποβολές αντιπάλων, εύκολα σφυριγμένα φάουλ έξω από τις αντίπαλες περιοχές (που έφερναν εύκολα γκολ), ευνοϊκά οφσάιντ, ασυλία από τους διατητές, ετσιθελικές νίκες (με τον Παναθηναϊκό στο ΟΑΚΑ 4-2 το 1998), άκοπες νίκες σε φιλικές έδρες με ή χωρίς ανταλλάγματα, τρομοκρατία (Ριζούπολη) και αδικοκερδισμένοι στα χαρτιά βαθμοί (Βάλνερ): όλα αυτά έδωσαν στον Ολυμπιακό, μερικά ανάξια πρωταθλήματα. Ναι, ο Ολυμπιακός υπήρξε συνολικά η καλύτερη ομάδα τα τελευταία χρόνια (όποιος δεν το βλέπει αυτό είναι μυωπικός οπαδός με γυαλιά στο χρώμα της ομάδας του) και σίγουρα του αξίζανε τα συγκριτικά περισσότερα πρωταθλήματα από οποιαδήποτε άλλη ομάδα. 5, 7, 8. Όχι όμως 12.
Δεν ήταν για 12 στα 13. Αυτό φάνηκε, πρώτο, στις παρουσίες της ομάδας στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, που ήταν σε γενικές γραμμές αξιοθρήνητες. Φάνηκε, δεύτερο, στη συγκριτικά πολύ καλύτερη ευρωπαϊκή πορεία των άλλων ομάδων, στα χρόνια αυτά. Φάνηκε, τρίτο. στο ότι οι αντίπαλοί του (ιδίως ΑΕΚ, Παναθηναϊκός) και όχι ο Ολυμπιακός ήταν οι αιμοδότες της εθνικής ομάδας παλιότερα στο Γιούρο της Πορτογαλίας και τώρα στο μουντιάλ της Ν. Αφρικής. Και φάνηκε, τέταρτο, γιατί την αντίστοιχη εσωτερική μονοκρατορία του στο μπάσκετ, ο Παναθηναϊκός την εχει συμπληρώσει με εξαιρετικές πανευρωπαϊκές πρωτιές.
Ο Κόκκαλης έφερε βεβαίως στην ομάδα του ορισμένους σημαντικούς παίκτες (Τζόρτζεβιτς, Καραπιάλης, Καρεμπέ, Αλεξανδρής, Λουτσιάνο, Τουρέ, Ζιοβάνι, Ριβάλντο, Νικοπολίδης Τοροσίδης, κλπ) και έδρεψε, δικαιότατα, τους καρπούς αυτών των μετεγγραφών (π.χ. 4-1 στη Λεωφόρο για το Κύπελλο το 2001). Ωστόσο, η απληστία και η υπεροψία του υπήρξαν απροσμέτρητες. Έδρασε ως Βαρδινογιάννης και Σταματελάτος και Ψωμιάδης μαζί, στο τετράγωνο. Απαγόρεψε να πάρουν πρωταθλήματα και οι άλλοι, ακόμα κι όταν έπαιζαν καλύτερη μπάλα. Δεν αναγνώρισε τίποτα στους αντιπάλους του, δεν άφησε χώρο (Ακόμα και το μοναδικό πρωτάθλημα, 1 στα 13, που δεν το πήρε, έχει περάσει στη συνείδηση των φίλων του Ολυμπιακού ως «πρωτάθλημα του Δούρου», της διαιτησίας. Και το είπε αυτό ο ίδιος ο Κόκκαλης!) Ξεπέρασε το μέτρο, διέπραξε ύβρη με την αρχαία έννοια. Με τη διαβόητη «παράγκα», κατάφερε να τον μισήσουν όχι μόνο οι φίλαθλοι των λεγόμενων μεγάλων ομάδων, μα όλη η ουδέτερη Ελλάδα. Όλος ο κόσμος ήξερε ότι, παίζοντας με τον Ολυμπιακό, είχε χάσει από χέρι. Σε μια πρόσφατη συνέντευξή του, ο Μετίν της Λάρισας το είπε: «Δεν είναι πρωτάθλημα αυτό, να ξέρετε από πριν, τόσα χρόνια, ποιος θα το πάρει. Δεν σας είναι βαρετό;». Και θυμάμαι παλιότερα κάποιον, νομίζω τον Σκόρδα του Άρη, να λέει μετά από μια άδικη ήττα στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» πέρίπου τα εξής: «Ας παίρνει ο Ολυμπιακός το πρωτάθλημα δίχως αγώνες, κι ας παίζουμε εμείς για τις άλλες θέσεις». Κάποτε όμως η απληστία τιμωρείται. Όντως δημιουργήθηκε αντιολυμπιακό μέτωπο όλων των άλλων. Αλλά υπεύθυνος γι΄αυτό υπήρξε ο ίδιος ο Ολυμπιακός. Γι΄ αυτό, τώρα που άρχισε η πτώση, όλοι οι άλλοι δεν χαίρονται απλά, αλλά χαιρεκακούν. Και ο θεσμός των πλέι οφ, που τον καθιέρωσε ουσιαστικά ο Ολυμπιακός για να λοιδορεί τους αντιπάλους του (που τους αποκαλούσε βολικότατα «στερημένους»), θα στραφεί τώρα, κατά πάσα πιθανότητα, εναντίον του.
(Ανοίγω μια παρένθεση για να πω ότι η ιστορία με τον Σκόκο της ΑΕΚ ξετυλίγεται με τον τρόπο που ξετυλίγεται από κεκτημένη ταχύτητα, ως μια κίνηση που έρχεται από το παρελθόν. Ο Ολυμπιακός προσπαθεί να υφαρπάξει τον παίκτη με το «έτσι το θέλω», ενάμιση χρόνο πριν λήξει το συμβόλαιό του, δελεάζοντάς το με χρήμα που δεν έχει η ΑΕΚ, υπονομεύοντας έτσι με ύβρη και ανηθικότητα τη σχέση του Σκόκο με την ομάδα του, χωρίς να έχει καταλάβει ότι το σύστημα Κόκκαλη καταρρέει και οι εποχές έχουν αλλάξει. Στο θέμα «Σκόκο», ο Ολυμπιακός συνεχίζει να φέρεται σαν να μη βρισκόμαστε στο 2010. Τόσο όμως στο θέμα αυτό, όσο και γενικότερα, εφόσον η κατάρρευση συνεχιστεί, ο Ολυμπιακός θα δει πόσο εύκολα και γρήγορα οι φοβισμένοι περιφερειακοί σύμμαχοι θα τον εγκαταλείψουν, προκειμένουν να τα έχουν καλά με την όποια επόμενη κατάσταση).
Τώρα οι Ολυμπιακοί βλέπουν ότι ο Κόκκαλης, και για γενικότερους αντικειμενικούς λόγους (π.χ. πολιτικοί) και για δικούς του υποκειμενικούς (που πιθανόν να σκάσουν στο αμέσως επόμενο διάστημα), αδυνατεί να τα ελέγξει όλα. Βλέπουν ότι η διαιτησία, στην μετα – Γκαγκάτσεια ΕΠΟ, δεν τους αβαντάρει, καθώς είχαν συνηθίσει τόσα χρόνια, και δε νιώθουν την «αόρατη σιγουριά» της. Βλέπουν ότι οι άλλες ομάδες έχουν δυναμώσει, ενώ η δική τους αποδυναμώνεται, δυο χρόνια τώρα, από αποχωρήσεις, παρατεταμένους τραυματισμούς και γεράματα (Τζόρτζεβιτς, Κοβάσεβιτς, Άντζας, Λέτο, Ντάρμπισιρ, Τοροσίδης, Γκαλέτι, Νικοπολίδης, Μπράβο κλπ). Βλέπουν ότι οι διαιτητές είτε αβαντάρουν κι άλλες ομάδες (εξίσου απαράδεκτο αυτό!) είτε διαπράττουν μοιρασμένα τα φυσιολογιά λάθη που σε κάθε παιχνίδι γίνονται.
Και συνακόλουθα, οι ερυθρόλευκοι φίλαθλοι φοβούνται, όπως φοβόντουσαν οι Αθηναίοι τότε, το 405 - 404 π.Χ. Φοβούνται ότι τώρα οι άλλοι θα τους αναταποδώσουν, αγωνιστικά και εξωαγωνιστικά, ό,τι διέπρατταν οι ίδιοι τόσα χρόνια. Φοβούνται ότι η δύναμη των πολλών (γιατί όντως ο Ολυμπιακός έχει τους πιο ολλούς φιλάθλους στην Ελλάδα) δεν είναι πια αρκετή ως σκιάχτρο, όπως δεν ήταν αρκετά τα πολλά και αγέρωχα αθηναϊκά πλοία τότε. Φοβούνται ότι δε θέλει και πολύ να γυρίσουν τα πράγματα εναντίον τους και να τους πάρουν ακόμα και οι διαιτητές στο ψιλό. Φοβούνται και τους εαυτούς τους: νομίζω ότι δεν έχουν ξανασπάσει καθίσματα στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» όπως προχτές. Φοβούνται, γιατί, αυτή τη στιγμή, ο ΠΑΟΚ, ο Άρης, ο Παναθηναϊκός, η ΑΕΚ, πιθανώς και ο Αστέρας, ο Ατρόμητος ή η Καβάλα, παίζουν καλύτερο ποδόσφαιρο από τον Ολυμπιακό. Και οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού βλέπουν ότι όσο το θέμα μένει μόνο στο επίπεδο του αγωνιστικού χώρου, δεν έχουν μέλλον, με τέτοια ομάδα. Οι πιο σοφοί ερυθρόλευκοι σχολιαστές στα μπλογκ γράφουν «Τέτοιοι είμαστε, τέτοια μας αξίζουν». Πολλών άλλων, όμως, δε μοιάζει να ιδρώνει τ΄ αφτί τους από την κατάσταση: δεν θα είχαν πρόβλημα να είναι ο Ολυμπιακός πρώτος με πέτσινους βαθμούς, αν και δεν παίζει καλή μπάλα, όπως αρκετές φορές τον παλιό «καλό» καιρό. Αυτοί είναι κολλημένοι στην παλιά κατάσταση, «διαπαιδαγωγημένοι» στο «πρωτάθλημα με κάθε μέσο», χαρούμενοι που βρίκσονται πάντα στην πλευρά των δυνατών / νικητών.
Αλλά θα είναι μεγάλο λάθος να μιμηθούν οι επόμενοι πρωταθλητές αυτούς τους τελευταίους. Η στιγμή είναι κρίσιμη για το ποδόσφαιρό μας. Τώρα χρειάζεται η μεγαλοψυχία και η αξιοπρέπεια των αντιπάλων. Αυτά που φοβόντουσαν οι αρχαίοι Αθηναίοι έγιναν πράξη: υπέστησαν όντως τα χειρότερα μετά την ήττα από τους εχθρούς τους, που εγκατέστησαν στην πόλη μέχρι και φιλοσπαρτιατική κυβέρνηση. Θα είναι απαράδεκτο αν ο Παναθηναϊκός, μόνος του ή σε συνεργασία με τους Σαλονικιούς και την ΑΕΚ, επιβάλει έναν «αντιολυμπιακό κανόνα», αποδίδοντας τα ίδια στον Ολυμπιακό. Μια «πράσινη», γενικότερα μια νέου τύπου «παράγκα», αντιολυμπιακή αυτή τη φορά, θα γύριζε το ήδη ανυπόληπτο ποδόσφαιρό μας ακόμα πιο πίσω. Ο Ολυμπιακός έχει πολύ μεγάλη βαρύτητα στο εσωτερικό ποδοσφαιρικό στερέωμα της Ελλάδας. Χωρίς τον Ολυμπιακό υγιή και ισότιμο, το πρωτάθλημά μας θα είναι της πλάκας. Ίσως και περισσότερο της πλάκας απ΄ όσο ήτανε με τον - αιώνιο - από - χέρι - μονοκράτορα - Ολυμπιακό.
Δεν έχει νόημα να καταρρεύσει μια αυτοκρατορία, μόνο και μόνο για να εγκαθιδρυθεί μια άλλη στη θέση της: οι αυτοκρατορίες είναι εξ ορισμού ανήθικες, βουτηγμένες στην καταπίεση και στην ανισότητα. Δημοκρατία μάς χρειάζεται και στο ποδόσφαιρο, όπως παντού. Κι ούτε έχει νόημα ένα διευρυμένο «διευθυντήριο» τριών, τεσσάρων ή πέντε ομάδων, με όλες τις άλλες να μην είναι παρά ριγμένοι κομπάρσοι και να τις σφάζουν οι διαιτητές. Είναι άρα ευκαιρία, εφόσον όντως καταρρεύσει το σύστημα Κόκκαλη, να ξαναχτιστούν τα πάντα από την αρχή στο ποδόσφαιρό μας.
Δεν θα γίνουμε άνθρωποι, στην ποδοσφαιρική Ελλάδα, αν δεν δεχτούμε την αθλητική ισοτιμία, δηλαδή το αξίωμα «οι κανονισμοί ισχύουν το ίδιο για όλους και να κερδίζει ο κάθε φορά καλύτερος στο γήπεδο». Και το γράφω αυτό γιατί διάφοροι ανεγκέφαλοι Παναθηναϊκοί ήδη αναπαράγουν (και εδώ στον sportdog) το έωλο σύνθημα «Ποτέ ξανά – ποτέ ξανά – πρωτάθλημα στον Πειραιά». Αυτά είναι γελοιότητες. Και στον Πειραιά και στην Κομοτηνή και στη Ρόδο και στα Κράβαρα και παντού αλλού να μπορεί να πάει το πρωτάθλημα, εφόσον παίζεται στα ίσα. Θυμίζω ότι κάποιος άλλος (όνομα και μη χωριό) έλεγε ότι θα «φυλάκιζε» το κύπελλο του πρωταθλητή στην Παιανία. Αυτά μόλις δεκαπέντε χρόνια πριν. Τη συνέχεια την είδαμε.