Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΗΣ ΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΜΑΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ
Ο πατέρας Ιωσήφ μονάζει απο την αρχή της δεκαετίας 1980 στο Άγιον Όρος. Απο το 1989 έχει αποσυρθεί στο ησυχαστήριό του, στην άκρη... του πουθενά πάνω στα βράχια του Ακρωτηρίου Άκραθως, πάνω απο ένα γκρεμό βάθους 300 μέτρων . Μόνος με το Θεό... Διαβάζει, κάνει χειρωνακτικές εργασίες και σώζει την ψυχή του.
"Είναι ένας Άγιος άνθρωπος, μια βιβλική μορφή, που όποιος τον γνωρίσει έχει ανοίξει ένα παράθυρο στον κόσμο της καλοσύνης και της αγάπης" είπε στον "Ρress Τime" ο πιλότος Γιώργος Βαζούρας που τον επισκέπτεται συχνά.
Ο πατέρας Ιωσήφ, ερημίτης του Αγίου Όρους, παρακολουθεί τις αερομαχίες στο Αιγαίο και ευλογεί τους πιλοτους των μαχητικών μας.
Απο το 1990 περίπου όλοι οι Έλληνες πιλότοι ύστερα απο κάθε εμπλοκή με τους Τούρκους πετάνε πάνω απο το Άγιο Όρος για να πάρουν την ευχή του σεβάσμιου γέροντα.
"Κάθε μέρα, όταν ακούω τον θόρυβο των αεροπλάνων, πετιέμαι απο το κελί μου. Βγαίνω έξω και κυματίζω την Ελληνική σημαία. Δακρύζω απο συγκίνηση, καθώς αυτά τα νέα παιδιά έρχονται πάντα ύστερα απο οποιαδήποτε αποστολή στο Αιγαίο να με χαιρετίσουν και να τους δώσω την ευχή μου".
Τα τέσσερα τουρκικά F-16 τρύπησαν σαν βέλη τα πυκνά σύννεφα και ξεχύθηκαν στον ουρανό του Αιγαίου. Μόλις πέρασαν στον Ελληνικό εναέριο χώρο, χωρίστηκαν σε ζευγάρια. Το πρώτο έστριψε δεξιά και κατευθύνθηκε προς τη Θάσο και τη Σαμοθράκη. Το δεύτερο συνέχισε σε ευθεία οριζόντια για τις Βόρειες Κυκλάδες (Άνδρο-Τήνο-Μύκονο). Στο Αρχηγείο Τακτικής Αεροπορίας στη Λάρισα είχε σημάνει ήδη συναγερμός. Απο την Αγχίαλο σηκώθηκαν τέσσερα Ελληνικά μαχητικά με κυβερνήτες έμπειρους σμηναγούς και υποσμηναγούς. Το καθημερινό... πανηγύρι μόλις άρχιζε.
Οι Τούρκοι αεροπόροι όταν αντιλήφθηκαν ότι οι διώκτες τους πλησίαζαν, ενώθηκαν στο βόρειο Αιγαίο μεταξύ της Λήμνου, του Αγίου Όρους και της Μυτιλήνης. Δεν ήθελαν απλώς να «παίξουν» αλλά να προκαλέσουν, αφου τα μαχητικά με την ημισέληνο στον ουρά ήταν οπλισμένα. Λίγα λεπτά αργότερα, στο θαλάσσιο χώρο νότια του Αγίου Όρους άρχιζε μια εικονική αερομαχία. Οι Έλληνες χειριστές, με αριστοτεχνικό τρόπο, «πήρε» ο καθένας απο έναν Τούρκο και πολύ σύντομα απέκτησαν επιχειρησιακό πλεονέκτημα. Δηλαδή, κατάφεραν να βρίσκονται πίσω τους σπρώχνοντάς τους ταυτόχρονα προς τα παράλια της Τουρκίας. Σε χαμηλό ύψος πάνω απο τη θάλασσα, με επικίνδυνους ελιγμούς και με τις μηχανές σε μέγιστη ισχύ, εξελίχθηκαν εντυπωσιακές «αερομαχίες», κλειστές στροφές και σφιξίματα που έμοιαζαν με τανάλιες.
Τα VHF με τη Λάρισα είχαν ανάψει. Εντολές και οδηγίες έδιναν κι έπαιρναν, και απο το ραντάρ του Χορτιάτη και της Λήμνου οι επιτελικοί αξιωματικοί της Πολεμικής Αεροπορίας χαμογελούσαν με ικανοποίηση, καθώς έβλεπαν τους Τούρκους να χάνουν σιγά-σιγα τη μάχη και να παίρνουν το δρόμο προς τις ακτές της Τουρκίας.
Τα τέσσερα Ελληνικά F-16, πρίν επιστρέψουν στη βάση τους, έκαναν ότι κάνουν τα τελευταία 13 χρόνια όλοι οι Ελληνες αεροπόροι... Πήγαν να πάρουν την ευχή απο τον προστάτη τους! Τον γέροντα Ιωσήφ, που απο το ησυχαστήριό του, στους γκρεμούς του Αγίου Όρους, παρακολουθούσε την αερομαχία με δάκρυα στα μάτια. Επικεφαλής του σχηματισμού ο αρχαιότερος σμηναγός και απο πίσω του τα υπόλοιπα 3 μαχητικά.
Ο μοναχός Ιωσήφ, σκαρφαλωμένος στα βράχια του ακρωτηρίου Άκραθος, με τον επικίνδυνο γκρεμό να χάσκει κάτω απο τα πόδια του, το?ς περίμενε. Στα χέρια του κρατούσε δύο τεράστιες σημαίες, τη γαλανόλευκη κι εκείνη του Βυζαντίου. Σε πολύ χαμηλό ύψος, τα Ελληνικά αεροπλάνα πέρασαν πάνω απο τον γκρεμό κουνώντας τα φτερά τους.. Η φωνή του μοναχού χάθηκε απο το μουγκρητό των κινητήρων:
"Να έχετε την ευχή μου! Γυρίστε πίσω υγιείς και πάντα νικητές...". Οι σημαίες ανέμιζαν στον παγωμένο αέρα του Αιγαίου κι ο ερημίτης μοναχός έμεινε πάνω στα βράχια μέχρις ότου τα αεροπλάνα έγιναν κουκίδες και χάθηκαν στον ορίζοντα.
"Τους αγαπώ όλους σαν παιδιά μου. Κάποιους τους έχω γνωρίσει κι απο κοντά", μας είπε ο ερημίτης Ιωσήφ σε συνομιλία που είχαμε μαζί του. «Κάθε μέρα, όταν ακούσω το θόρυβο των αροπλάνων πετιέμαι απο το κελλί μου. Εδώ, στην ερημιά και την ησυχία του Άθω, οι θόρυβοι έρχονται απο πολύ μακριά. Βγαίνω έξω και κυματίζω την ελληνική σημαία. Δακρύζω απο συγκίνηση, καθώς αυτά τα νέα παιδιά έρχονται πάντα ύστερα απο οποιαδήποτε αποστολή στο Αιγαίο να με χαιρετίσουν και να τους δώσω την ευχή μου. Έχω παρακολουθήσει πάρα πολλές αερομαχίες. Έχω νιώσει φόβο και υπερηφάνια. Αλλά το συναίσθημα, έπειτα απο κάθε εμπλοκή να περνάνε πάνω απο το ησυχαστήριο μου για να με χαιρετίσουν, δεν περιγράφεται... Κάποιοι απο τους πιλότους ήρθαν ως εδω και με βρήκαν. Αγκαλιαστήκαμε, μιλήσαμε, μου άνοιξαν την καρδιά τους. Μου αποκάλυψαν τα προβλήματα τους. Νιώθω ότι με τα λόγια μου, που είναι λόγια του Θεού, θα γίνουν ακόμα πιο γενναίοι για να υπερασπίζονται πάντα την Ελλάδα μας».
Ο αρχηγός της Αεροπορίας, πτέραρχος Γιώργος Αυλωνίτης, είναι ένας απο τους αξιωματικούς που έχει συναντήσει τον μοναχό Ιωσήφ. Και όπως και οι υπόλοιποι, έχει εντυπωσιαστεί απο τον γαλήνιο χαρακτήρα του και τη σοφία των λόγων του. Οι πιλότοι απο όλες τις πολεμικές μοίρες έχουν στείλει στο ησυχαστήριο του ερημίτη ευχές, αναμνηστικα δώρα, αλλα πάνω απο όλα την αγάπη τους, γιατί ξέρουν ότι έπειτα απο μια δύσκολη πτήση με οποιονδήποτε καιρό πάνω απο το Αρχιπέλαγος, Ο σύγχρονος «προστάτης» τους θα βρίσκεται εκεί, πάνω στα βράχια, για να τους ευλογήσει και να τους εμψυχώσει...
Ὁ Μοναχὸς Ἰωσὴφ καὶ οἱ Ἰπτάμενοι τοῦ Αἰγαίου
Φάρος τηλαυγὴς τὸ Ἁγιότατον Ὄρος καὶ μετερίζι ἀπόρθητο γιὰ τὰ στίφη τῶν βαρβάρων. Ἐπὶ αἰῶνες κρατάει ψηλὰ τὸ κλέος τοῦ γένους καὶ τῆς τρέχουσας θρησκείας τῶν Ἑλλήνων. Δύο σημαίες, ἡ γαλάζια τῶν λευκῶν κυμάτων μὲ τὸ σταυρὸ καὶ ἡ κίτρινη μὲ τὸ δικέφαλο ἀετὸ τοῦ Βυζαντίου, κυματίζουν ἐπηρμένες στὸ ἀνατολικὸ ἀκρωτήρι τῆς χερσονήσου, στὸν Ἄκραθω. Κάτω, στὰ διακόσια πενήντα μέτρα, μὲ ἕνα κατακόρυφο ἴλιγγο, τὸ Αἰγαῖο σὲ ἔλκει μὲ μυστηριώδεις δυνάμεις, πρῶτα νὰ αἰωρηθεῖς καὶ μετὰ νὰ ἐφορμήσεις, καὶ σχίζοντας τὰ ἱερὰ νερά, νὰ ἑνωθεῖς μαζί του σὲ μιὰ αἰώνια σύζευξη. Πάνω ἀπὸ τὸ ἀκρωτήρι, ἄλλα χίλια ἑπτακόσια τόσα μέτρα, ὁ κῶνος τῆς Ἀθωνικῆς ὀροσειρᾶς, ἀκροτελεύτιο βουνὸ τοῦ ἑλληνικοῦ ὀροπανθέου, παραστέκει στὸν ἀγῶνα τῶν κατοίκων του, ἐπισκοπώντας τὸ θαλάσσιο ὄριο τῶν δύο ἠπείρων.
Ἐδῶ, στὴν ἐσχατιὰ τῆς Μοναστικῆς Πολιτείας, στὴ Βίγλα, εἶναι κτισμένο πέτρα-πέτρα, σὰν φωλιὰ θαλασσαετῶν, τὸ Ἱερὸ Ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ.. Ὁ μοναχὸς Ἰωσήφ, ποὺ ἦρθε ἀπὸ τῆς Κορινθίας τὰ μέρη, ἀεικίνητος καὶ συνηθισμένος στὶς ἐπισκέψεις τῶν τολμηρῶν προσκυνητῶν, σὲ κοιτάζει μὲ τὰ φωτεινὰ γαλανά του μάτια καὶ τὸ ξανθὸ χαμόγελο, καθὼς σὲ ξεναγεῖ στὸ μικρὸ μοναστηράκι του. Εἶναι ὅλο κι ὅλο μιὰ ἐκκλησούλα, ἕνα ἀρχονταρίκι μὲ πολλὰ βιβλία καὶ μιὰ κουζίνα, καὶ σὲ φιλεύει μὲ τὰ καθιερωμένα ἂν τύχεις στρατοκόπος προσκυνητής. Ἔχεις φθάσει μέχρι τὸ ἀκρωτήρι ὁδοιπόρος ἤ μὲ ἕνα ἀνθεκτικὸ ὄχημα, διασχίζοντας τὴ βόρειο-ἀνατολικὴ ἀκτὴ τῆς χερσονήσου καὶ θαῤῥεῖς ἔτσι πῶς κατέληξες στὸ πέρας τῆς γῆς. Κι ὅμως ἐδῶ ἀρχίζει τὸ σημαντικότερο μέρος τῆς πατρίδας γιατὶ σ΄αὐτὴ τὴν ἑσχατιὰ τοῦ Ἁγιοτάτου Ὄρους ἑνώνεται ἡ γῆ μὲ τὸν θαλάσσιο καὶ τὸν οὐράνιο πόντο τῆς Ἑλλάδος. Μὲ τὸ γλαυκὸ Αἰγαῖο καὶ τὴν ἱερὴ σκέπη του.
Ὁ Ἁγιορείτης Ἰωσήφ, ὅπως τώρα ἐπιβεβαιώνονται οἱ φῆμες ποὺ μᾶς ἔφεραν ἐδῶ, δὲν «ἀνῆκει» ἱερατικὰ στὶς ταξιαρχίες τῶν ἑξαπτέρυγων Σεραφεὶμ ἢ στὰ ἄλλα οὐράνια ἀγγελικὰ σώματα. Ἔχει «καταχωρηθεῖ», εἰκονικὰ μὲν ἀλλὰ οὐσιαστικά, στὶς πτέρυγες μάχης τῶν ἀεροπορικῶν βάσεων τῆς πατρίδας μας, ἐθελοντικὰ καὶ αὐθόρμητα.«Περιλαμβάνεται» λοιπὸν στὸ προσωπικὸ ἐδάφους τῆς πολεμικῆς ἀεροπορίας, καὶ συμπαρίσταται στοὺς ἱπτάμενους μαχητές, ὑπηρετώντας τους ἀπὸ τὸ Ἱερὸ Ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ. Ἐδὼ, στἠν ἀπόκρημνη ἄκρη τῆς Ἀθωνικῆς πολιτείας.
Ἡ ἱστορία του, ὄπως ἄρχισε νὰ μᾶς τὴν ἐξιστορεῖ ἐνῶ καθόμαστε στὸ μικροσκοπικὸ ἀρχονταρίκι, ἦταν μιὰ σειρὰ συμπτώσεων. Ὁ μακαριστὸς ἡγούμενος Φίλιππος τῆς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας, στὴν ὁποῖα ἀνήκει καὶ τὸ Ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ, ἔπεισε πρὶν μερικὰ χρόνια τὸν Ἰωσὴφ νὰ ταξιδέψει γιὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, στὴ Σκύρο. Δὲν ἤθελε νὰ πάει. Εἶχε τόσες δουλειές-πάντα στὴν προσευχή του ζητᾶ νὰ μὴν τελειώνουν- νὰ βγάζει πέτρα τὴ πέτρα ἀπὸ τοὺς βράχους, καὶ σὰν μάστορας στὶς ξερολιθιὲς νὰ περιχαρακώνει μὲ αὐτὲς τὴν ἀετοφωλιὰ καὶ νὰ μοχθεῖ γιὰ νὰ ἀνακαινίσει τὸ μοναστηράκι του. Ἀλλὰ ἔκανε ὑπακοή.
Ἐκεῖ στὴ Σκύρο, μετὰ τὸ πανηγύρι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἐπισκέφθηκε τὴν ἀεροπορικὴ βάση ὄπου τὸν ξενάγησαν. Σ΄αὐτὴ ἦταν ἕνας ἰπτάμενος ἀξιωματικὸς ποὺ τὸν πλησίασε καὶ τοῦ εἶπε πὼς σὲ μιὰ ἐξόρμησή του στὸ Αἰγαῖο πέρασε δίπλα ἀπὸ τὸ ἀκρωτήρι καὶ τὸν εἶδε ἀστραπιαῖα στὸ μοναστηράκι μὲ δύο πολίτες. Ἤσουν ἐσύ, τοῦ εἶπε, ἄλλος ἕνας κύριος καὶ μία κυρία. Θὰ ἦταν γυναῖκα αὐτὴ, γιατὶ εἶχε μακριὰ μαλλιά. Ὁ Ἰωσὴφ γέλασε. Ἤμαρτον Κύριε. Ἦταν ἕνας μακρυμάλλης ποὺ ἔγινε μάλιστα μοναχός, τοῦ ἐξήγησε. Τὸ ἄβατον δὲν ἐπιτρέπει οὔτε κἄν ἁμαρτωλὲς σκέψεις περὶ τοῦ ἄλλου φύλου. Ὁ ἀεροπόρος, μιὰ ποὺ γνωρίστηκαν, σκέφθηκε ὅταν περνᾶ ἀπὸ τὸ «σημεῖο στροφῆς» πάνω ἀπὸ τὸν Ἅγιο Μηνᾶ, στὶς περιπολίες καὶ ἀναχαιτίσεις νὰ τοῦ στέλνει ἕνα χαιρετισμό. Καὶ δὲν παρέλειψε ἀπὸ τότε, σὲ κάθε του ἐξόρμηση, νὰ χαμηλώνει τὸ ὕψος καὶ νὰ κόβει ταχύτητα. Ὁ Ἰωσὴφ τὸν χαιρετοῦσε. Ἦσαν ἤδη γνώριμοι. Αὐτὸς στὸν ἀέρα κι ἐκεῖνος μὲ τὸ μαῦρο ράσο στὴ γῆ.
Ἡ ἱστορία μαθεύτηκε ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀεροπόρους ποὺ πετοῦσαν καὶ αὐτοὶ πάνω ἀπὸ τὸ ἀκρωτήρι. Ἀφοῦ ἔκαναν τὸ σταυρό τους βάζοντας τὶς μηχανὲς μπροστὰ γιὰ τὴν περιπολία στὸ Αἰγαῖο ἀντίκρυζαν γιὰ λίγο τὸ Ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ. Ἔτσι μιὰ μέρα ποὺ περνοῦσαν τὰ μεταλλικὰ πουλιὰ μὲ τὶς ὑπερηχητικὲς ταχύτητες, ὁ Ἰωσὴφ σκέφθηκε πὼς τὸ ἱερὸ σύμβολο τῆς πατρίδας θὰ ἦταν ὁ καλλίτερος χαιρετισμὸς σ΄αὐτοὺς ποὺ διαβαίνουν γιὰ νὰ δώσουν τὶς στιγμιαῖες εἰκονικὲς μάχες πάνω ἀπὸ τὸ γαλανὸ Αἰγαῖο. Πῆρε μιὰ σημαῖα κι ἀνεβαίνοντας σὲ ψηλὸ σημεῖο τὴν ἀνέμιζε δεξιά-ἀριστερά. Εἶχε ὅμως βάλει, σὰν ἀπὸ θεία φώτιση πρὶν δύο χρόνια, μία ἑλληνικὴ καὶ μία βυζαντινὴ σημαῖα σὲ δύο πανύψηλους ἱστούς. Ἡ δεύτερη, κίτρινη μὲ τὸ δικέφαλο ἀετό, ἦταν σὰν εὐλογία ἀπὸ τὸ χιλιόχρονο προπύργιο τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἔτσι ἀπὸ τότε, ὅταν οἱ ἱπτάμενοι φύλακες τῆς πατρίδας ἐξορμοῦν γιὰ τὴν ἀναχαίτιση τῶν προκλήσεων ἀπὸ τοὺς ἀπέναντι γείτονες, ἀντικρύζουν σὰν τελευταῖο χαιρετισμὸ στὸ ἔσχατο σημεῖο τῆς ἱερᾶς χερσονήσου, τὶς δύο σημαῖες. Καὶ σὰν πρῶτο πάλι σημάδι μὲ ἀνακούφιση τὶς χαιρετοῦν, ὅταν ἐπιστρέφουν ἀπὸ τὶς ἐπιχειρήσεις τῶν συχρόνων ἀψιμαχιῶν. Νοιώθουν, ὅπως ἐκμυστηρεύονται, σὰ νὰ τοὺς διαπερνᾶ μιὰ ἱερὴ αὔρα, ὅταν γιὰ λίγα δευτερόλεπτα διασχίζουν τὸν οὐρανὸ τοῦ Ὄρους.
Αὐτὲς οἱ φευγαλέες συναντήσεις τῶν μαχητικῶν ἀεροσκαφῶν μὲ τὸ μοναστηράκι τοῦ Ἀκράθωνα δημιούργησαν ἀκατάλυτους δεσμοὺς στοὺς ἱπτάμενους τῆς σύγχρονης τεχνολογίας μὲ τὸν ταπεινὸ ὑπηρέτη τοῦ μοναχισμοῦ. Ἡ ταύτιση τῆς χιλιόχρονης πορείας τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τὶς μηχανὲς τοῦ 21ου αἰῶνα στὸ διαρκὴ ἀγῶνα τῆς φυλῆς ὑπῆρξε ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα αὐτονόητη. Τὸν κάλεσαν στὴν ἀεροπορικὴ βάση στὴ Λάρισα κι ὁ Ἰωσὴφ ἔγινε ὁ πνευματικός τους ἀδελφός. Ἦρθαν καὶ τὸν ἐπισκέφθηκαν στὸν Ἅγιο Μηνᾶ. Τὸ ἀρχονταρίκι του πλέον κοσμοῦν ὁμοιώματα πολεμικῶν ἀεροσκαφῶν καὶ μιὰ φωτογραφία ἑνὸς νέου μὲ στολή. Ἦταν ὁ Δημήτρης Κωστόπουλος ἀπὸ τὸ Βόλο, μᾶς εἶπε. Σκοτώθηκε σὲ μία ἐξόρμηση. Κι ἐπρόκειτο νὰ παντρευτεῖ σὲ λίγο καιρὸ μιὰ καλὴ κοπέλα, τὴ Δήμητρα. Ὁ Ἰωσὴφ ἤδη τοὺς συμπαραστεκόταν. Εἶχαν τελευταῖα κι οἱ δυό τους ἀποκτήσει βαθιὰ πίστη.
Ὁ Δημήτρης -εἶναι σίγουρος γι΄αὐτὸ ὁ Ἰωσήφ- ὑπηρετεῖ τώρα στὶς ἀγγελικὲς δυνάμεις τῶν ἀσωμάτων. Ὅταν καὶ αὐτὲς βγαίνουν γιὰ περιπολία στὸν αἰθέρα τοῦ Αἰγαίου, ἐκεῖνος, μὲ τὰ διάσημα τῆς ἐπίγειας ὑπηρεσίας του, φωτεινὸς μὲ τὴν ἀθωότητα μιᾶς ἐφηβείας, μὲ τὰ ὁλοκαίνουρια φτερὰ τῆς αἰωνιότητας, σταματᾶ γιὰ λίγο πάνω ἀπὸ τὸν Ἅγιο Μηνᾶ. Ὑπεριπτάμενος, δίνει τὸ χέρι στὸν πνευματικό του Ἰωσήφ, ποὺ τὸν περιμένει ἀνεβασμένος στὸν τροῦλο τὴς ἐκκλησούλας, ὅταν στὸν ὄρθρο του τὸν μνημονεύει «ὑπὲρ ἀναπαύσεως». Ὅμως ὁ Δημήτρης τοῦ τὸ ἔχει ἐξηγήσει. Οἱ σκιὲς τῶν ἀεροπόρων μας δὲν «ἀναπαύονται». Ἀδιαλείπτως περιπολοῦν στὸν οὐράνιο πόντο τοῦ Αἰγαίου.