Η γυναίκα που ο εισαγγελέας χαρακτήρισε "πιο επικίνδυνη από τον Ρωχάμη". Δεν μετάνιωσε ποτέ, για τη δηλητηρίαση δύο οικογενειών
Το απόγευμα του Σαββάτου
18 Ιανουαρίου 1992, εφτά άτομα στον Πειραιά μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο
σε κρίσιμη κατάσταση, λόγω βαρύτατης τροφικής δηλητηρίασης. Και οι επτά
είχαν δοκιμάσει τηγανόψωμα και ψωμί από την ίδια ζύμη, την οποία είχε
προσφέρει ως «δώρο» στις οικογένειες Μουστοπούλου και Κληματσά, η
γειτόνισσά τους Μαρία Σαμπανιώτη, 56 ετών.
Ο έλεγχος από το Τοξικολογικό Εργαστήριο του Πανεπιστημίου Αθηνών σε υπολείμματα της ζύμης, στο ψημένο ψωμί και τα τηγανόψωμα, έδειξε ότι είχαν δηλητηριαστεί με παραθείο που χρησιμοποιούνταν σε γεωργικά φάρμακα και εντομοκτόνα. Αντίθετα, το αλεύρι στο σπίτι της, με το οποίο είχε φτιάξει ψωμί για τη δική της οικογένεια, ήταν καθαρό χωρίς δηλητήριο. Τρεις ημέρες μετά, η Σαμπανιώτη είπε στους αστυνομικούς ότι δεν είχε ιδέα πως βρέθηκε το δηλητήριο στη ζύμη.
«Δεν είμαι νέα νοικοκυρά.
Δεν μπορώ να μπερδέψω το αλάτι με το δηλητήριο. Πήγα να κάνω ένα καλό
και πως μπλέχτηκα έτσι, Θεέ μου!». Απογευματινή (23 Ιανουαρίου 1992).
Δηλητηριασμένοι ήταν ο 60χρονος Θόδωρου Μουστόπουλου, η σύζυγος του
Ελένη και 33χρονος γιος τους Κώστας. Επίσης δηλητηριάστηκαν η 46χρονη
Ειρήνη Κληματσά και ο 24χρονος γιος της Αντώνης. Σε κρίσιμη κατάσταση
μεταφέρθηκαν επίσης δύο αλλοδαποί γείτονες: οι Γιάννης και Σουλτάν
Μουραπτάνγιεφ. Η αστυνομική έρευνα κατέληξε ότι η Σαμπανιώτη είχε
κίνητρο. Ήθελε να παντρέψει τις κόρες της με τον Κώστα Μουστόπουλο και
τον Αντώνη Κληματσά. Εκείνοι αρνήθηκαν και δηλητηρίασε τις οικογένειες
για να εκδικηθεί. Οι αλλοδαποί έτυχε να είναι φιλοξενούμενοι και έφαγαν
από τη μοιραία ζύμη.Ο έλεγχος από το Τοξικολογικό Εργαστήριο του Πανεπιστημίου Αθηνών σε υπολείμματα της ζύμης, στο ψημένο ψωμί και τα τηγανόψωμα, έδειξε ότι είχαν δηλητηριαστεί με παραθείο που χρησιμοποιούνταν σε γεωργικά φάρμακα και εντομοκτόνα. Αντίθετα, το αλεύρι στο σπίτι της, με το οποίο είχε φτιάξει ψωμί για τη δική της οικογένεια, ήταν καθαρό χωρίς δηλητήριο. Τρεις ημέρες μετά, η Σαμπανιώτη είπε στους αστυνομικούς ότι δεν είχε ιδέα πως βρέθηκε το δηλητήριο στη ζύμη.
Η Σαμπανιώτη αρνήθηκε τις κατηγορίες και υποστήριξε ότι κάποιος είχε «βάλει στο μάτι» την οικογένειά της και έριξε το δηλητήριο στη ζύμη, όταν έλειπε για ψώνια στο σούπερ μάρκετ. «Η κόρη μου, μου ζήτησε να πάμε στα μαγαζιά. Για να μη χαλάσει το ζυμάρι το πήγα εγώ στην οικογενειακή μας φίλη Ελένη Μουστοπούλου και το υπόλοιπο ζυμάρι το πήγα στην Ειρήνη Κληματσά, για να φτιάξει κι εκείνη ψωμί», ισχυρίστηκε. Υπέδειξε μάλιστα ως ύποπτη τη γειτόνισσά της Αγάπη Κοασίδου, η οποία εκείνη τη μέρα βρισκόταν στην Κόρινθο. Άφησε όμως υπαινιγμούς και για την κόρη της, Ελισάβετ!
Πρώτος υπέκυψε ο Θόδωρος Μουστόπουλος. Στις 6 Μαίου η Ειρήνη Κληματσά και στις 7 Ιουνίου ο 24χρονος γιος της Αντώνης, ομογενείς από το Καζακστάν που είχαν έρθει πριν από δέκα μήνες στην Ελλάδα. Η δίκη ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1993 και ο εισαγγελέας Σταύρος Μαντακιοζίδης, που την αποκάλεσε «νέα Φραγκογιαννού» (από τη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη), ήταν καταπέλτης:
«Μέσα στην ψυχή της έκρυβε μεγάλο μίσος. […] Προσπάθησε να εξολοθρεύσει -και το έκανε- δύο οικογένειες. Φαινομενικά μοιάζει αθώα. Αν αφεθεί ελεύθερη, όμως, θα αποτελέσει μεγαλύτερο κίνδυνο και από τον Ρωχάμη!» Στις 3 Μαίου το δικαστήριο την έκρινε ένοχη και την καταδίκασε σε τρεις φορές ισόβια και επιπλέον 25 χρόνια κάθειρξη. Η Σαμπανιώτη ξέσπασε σε λυγμούς, φωνάζοντας: «Δεν έχω κάνει τίποτα, Καν΄τε μου τον ορό της αλήθειας».
«Εγώ με τη συνείδησή μου είμαι καλά. Δεν έχω κάνει κάτι για να μετανιώσω. Δεν ήμουν εγώ αυτή που έβαλε το δηλητήριο μέσα στα τηγανόψωμα».