Επισημαίνοντας ότι όσοι λένε πως η Ελλάδα δεν έχει σημειώσει πρόοδο πλανώνται οικτρά, ο επικεφαλής της αποστολής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ελλάδα, Πολ Τόμσεν, προβαίνει και σε αυτοκριτική για το πρώτο Μνημόνιο.
"Σίγουρα υπάρχουν πράγματα που θα είχα κάνει διαφορετικά, κοιτώντας τα εκ των υστέρων", σημειώνει στο "Βήμα της Κυριακής" ερωτηθείς αν φέρει ευθύνες για τις ανεπάρκειες του πρώτου προγράμματος.
Εντοπίζει ένα από τα λάθη στο γεγονός ότι το πρόγραμμα βασίστηκε υπερβολικά στην αύξηση των φορολογικών συντελεστών, τονίζοντας ότι θα έπρεπε να επιμείνουν περισσότερο στη μείωση των δαπανών.
"Παρ' όλα αυτά, είμαι πεπεισμένος ότι ο κύριος λόγος που το πρόγραμμα δεν έχει ανταποκριθεί πλήρως στις προσδοκίες είναι ότι οι μεταρρυθμίσεις απώλεσαν τη δυναμική τους το 2011 ύστερα από ένα καλό ξεκίνημα", συμπληρώνει.
Ερωτηθείς αν αποκλείονται οι απολύσεις στο Δημόσιο απάντησε αρνητικά. "Αν υπάρχουν τμήματα του δημόσιου τομέα με υπεράριθμο προσωπικό ή τμήματα τα οποία παράγουν υπηρεσίες που δεν είναι πια αναγκαίες, γιατί θα πρέπει να υποχρεώνεται ο φορολογούμενος να συνεχίσει να πληρώνει υπηρεσίες εργαζομένων που είναι περιττές;", διερωτάται.
"Η δια βίου εγγύηση της απασχόλησης στον δημόσιο τομέα είναι ένας αναχρονισμός. Οι σύγχρονες δυναμικές οικονομίες τις οποίες η Ελλάδα θα χρειαστεί να ανταγωνιστεί δεν διαθέτουν πλέον τέτοιες διασφαλίσεις της απασχόλησης στον δημόσιο τομέα", υπογραμμίζει.
Υπερασπίζεται ακόμα τις περικοπές στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα, σημειώνοντας πως η μη προσαρμογή των μισθών είναι ο κύριος λόγος για την υψηλή ανεργία.
"Ελπίζουμε ότι οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας θα διευκολύνουν την εκ νέου ευθυγράμμιση των μισθών με την παραγωγικότητα σε επίπεδο επιχείρησης, ενθαρρύνοντας τις εταιρείες να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας. Αν οι μεταρρυθμίσεις αυτές πετύχουν, δεν θα υπάρξει στο μέλλον ανάγκη παρέμβασης στους μισθούς, όπως η αναστολή του 13ου και του 14ου μισθού που ήταν υπό συζήτηση", επισήμανε.