Η ΔΙΟΙΚΟΥΣΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΟΥ IIF ΖΗΤΕΙ 8%, ΤΟ ΔΝΤ ΑΝΤΙΠΡΟΤΕΙΝΕΙ 4,5%, Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΑΡΙΣΤΑΤΑΙ
Δύο δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο, περίπου, «χωρίζουν» τους τραπεζίτες από αυτό που κατ' ευφημισμόν αποκαλείται ελληνική εκδοχή του σχεδίου ανταλλαγής των ομολόγων (του περίφημου PSI +).Οι τραπεζίτες ζητούν τα επιτόκια των νέων ομολόγων που θα λάβουν να κυμαίνονται μεταξύ 7% και 8%, ενώ η ελληνική πλευρά λειτουργώντας σαν ιμάντας του εναλλακτικού σχεδίου που έχει επεξεργαστεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προσφέρει επιτόκιο 4,5%.
Το σχέδιο των τραπεζών, αν γίνει αποδεκτό, προκαλεί ετησίως μία επιβάρυνση σε τόκους περίπου 2 δισ. ευρώ. Οι δύο πλευρές την προηγούμενη εβδομάδα συμφώνησαν ότι «διαφωνούν» ανανεώνοντας το ραντεβού τους γι' αυτή την εβδομάδα.
Σφίγγα ο Παπαδήμος
Η ελληνική πλευρά που μετέχει στις διαπραγματεύσεις επείγεται για να κλείσει το θέμα της ανταλλαγής των ομολόγων το ταχύτερο. Από την άλλη πλευρά και ο ίδιος ο πρωθυπουργός Λ. Παπαδήμος αναγνώρισε, μιλώντας την Παρασκευή στη Βουλή, ότι πρόκειται για περίπλοκο ζήτημα, συμπληρώνοντας ότι η κάθε πλευρά προσέρχεται στο διάλογο διαθέτοντας κάποιες αρχικές θέσεις. Δεν αποσαφήνισε ωστόσο ποιες είναι αυτές οι «πλευρές».
Για τη μία δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για την πλευρά των τραπεζών, η οποία εκπροσωπείται από τη διοικούσα επιτροπή που σχηματίστηκε για το σκοπό αυτόν εντός του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF).
Για την άλλη πλευρά, όμως, φαίνεται ότι υπάρχει ασάφεια κατά πόσο οι εκπρόσωποι του Ελληνικού Δημοσίου διαθέτουν πραγματική διαπραγματευτική εξουσιοδότηση ή απλώς λειτουργούν ως παρακολούθημα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Τα δύο σενάρια
Από την εσωτερική αλληλογραφία του IIF προκύπτει σαφώς η δεύτερη εκδοχή. Σύμφωνα με έγγραφο που έχει στη διάθεσή της η «Ε», οι τραπεζίτες συγκρίνουν τα δύο εναλλακτικά σενάρια που έχουν κατατεθεί στο τραπέζι.
Η πατρότητα του πρώτου σεναρίου ανήκει στους ίδιους, δηλαδή στο IIF, ενώ το δεύτερο επιγράφεται ως «σενάριο του ΔΝΤ». Φαίνεται λοιπόν ότι και στο κρίσιμο αυτό θέμα η ελληνική πλευρά παρίσταται περισσότερο ως εντολοδόχος παρά ως «ισότιμος εταίρος». Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι διαφορές που έχουν προκύψει, σύμφωνα με τραπεζικό στέλεχος που μετέχει στην Επιτροπή αυτή του IIF, δεν δείχνουν να είναι αγεφύρωτες.
Το θέμα της ανταλλαγής των ομολόγων είναι τεχνικό και δυσνόητο. Σε γενικές γραμμές η πλευρά των τραπεζών έχει προτείνει το επιτόκιο των νέων ομολόγων που θα λάβουν να κυμαίνεται μεταξύ 7% και 8%, έναντι 4,5% που προσφέρει το ΔΝΤ και η τρόικα.
Σε αντάλλαγμα του πιο «γενναιόδωρου» επιτοκίου οι τράπεζες εμφανίζονται έτοιμες να «απεμπολήσουν» τα μετρητά που θα μπορούσαν να λάβουν, τα οποία, σύμφωνα με τη συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου, μπορεί να φτάσουν τα 30 δισ. ευρώ.
Σε αντάλλαγμα η πλευρά των τραπεζών έχει αντιπροτείνει με τα κεφάλαια αυτά η Ελλάδα να αγοράσει ομόλογα υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης τα οποία θα χρησιμεύσουν ως εγγύηση για την πλήρη κάλυψη του κεφαλαίου των νέων ομολόγων που θα λάβουν. Με τον τρόπο αυτόν, το κεφάλαιο των νέων ομολόγων που θα λάβουν και θα έχουν διάρκεια έως 30 έτη, θα είναι πλήρως εγγυημένο στη λήξη τους.
Η αντιπρόταση που έχει κατατεθεί προβλέπει σαφώς χαμηλότερο επιτόκιο (4,5%). Ενώ με τα 30 δισ. ευρώ του νέου πακέτου, οι τράπεζες θα λάβουν είτε μετρητά είτε νέα ομόλογα υψηλής διαβάθμισης (τα οποία στην πράξη εξομοιώνονται με τα μετρητά).
Προς Θεού, τα CDS
Τα ζητούμενα από τις διαπραγματεύσεις είναι δύο.
Πρώτον, η συμφωνία που θα επιτευχθεί να τύχει της ευρύτερης δυνατής αποδοχής. Αλλωστε, και η συμφωνία της Ε.Ε. έχει θέσει υψηλά τον πήχυ, επιδιώκοντας η συμμετοχή των ιδιωτών να φτάσει τα 204 δισ. ευρώ.
Δεύτερον, τόσο οι τράπεζες όσο και η πλευρά της τρόικας έχουν κάθε συμφέρον να διαφυλαχθεί ο «προαιρετικός χαρακτήρας» της συμμετοχής των ιδιωτών. Με τον τρόπο αυτόν αποφεύγεται ο κίνδυνος να εκληφθεί η συμφωνία ως χρεοκοπία. Ετσι οι τράπεζες που έχουν εκδώσει τα περίφημα ασφάλιστρα κινδύνου (CDS), γλιτώνουν αποζημιώσεις δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, τις οποίες οφείλουν στους κατόχους των χρηματοοικονομικών αυτών προϊόντων. *